Στο έργο του Κώστα Μουρσελά, ο Λεωνίδας θέλει να αναρριχηθεί σε θέσεις που δεν του αξίζουνε. Χρησιμοποιεί όλα τα μέσα χωρίς να έχει εμφανείς ενδοιασμούς. Μόνο ο ψευτοαντρισμός του αντιστέκεται, αλλά κι αυτός όχι για πολύ. Η Ελενη έχει αηδιάσει. Δεν αντέχει τη χρησιμοποίηση της, δεν δέχεται την καλπάζουσα πόρωση του άντρα της. Του χώνει το μαχαίρι και το σπρώχνει μέχρι το κόκκαλο.
Το «Μαχαίρι στο κόκκαλο» του Κώστα Μουρσελά γράφτηκε το 1973 και μαζί με τα άλλα δύο θεατρικά έργα του, το «Ενυδρείο» και τους «Φίλους», αποτελούν μια τριλογία με θέμα τις ανθρώπινες σχέσεις. Μέσα από τη μικρογραφία μιας οικογένειας, ενός ζευγαριού, ο συγγραφέας αποπειράται να εντοπίσει τις βαθύτερες αιτίες που οδηγούν μια ερωτική σχέση στη φθορά και τη σήψη. Το έργο του υποστηρίζει πως οι σχέσεις δεν φθείρονται από συνήθεια, ότι δε γινόμαστε υστερικά ή νευρωτικά άτομα ή απελπισμένα, μόνο γιατί τα ψυχολογικά μας προβλήματα εξουδετερώνουν τις επιθυμίες μας ή διαταράσσουν τις ισορροπίες μας, αλλά ότι πίσω απ’ όλα αυτά κρύβονται κοινωνικά αίτια, άλλου είδους εξουσίες και συμφέροντα που αλλοιώνουν σχέσεις και αισθήματα. Κάποιοι από εμάς αντέχουν στις «επιθέσεις» και διατηρούν «χαρακτήρα» και αξιοπρέπεια και άλλοι υποκύπτουν ρίχνοντας νερό στο κρασί τους. Η υποταγή με την ελπίδα της καλύτερης ζωής έχει το κόστος. Πολύ γρήγορα θα έρθει η σήψη, με συνέπεια την τελική απόρριψη μας από τον άλλο σύντροφο που αυτός άντεξε περισσότερο είτε γιατί δε δέχθηκε τις ίδιες πιέσεις είτε γιατί πρόλαβε να ωριμάσει.
Πρόκειται για ένα κείμενο με γραφή τιθασευμένη, καίρια, ευθύβολη, με σκληρή γλώσσα και διάλογο κοφτό, με ζωντάνια, νεύρο, πρωτοτυπία. Το μαύρο χιούμορ και ο κλαυσίγελος δίνουν τραγική γεύση στην κωμωδία του. Σημαντικό πλεονέκτημα του κειμένου πως δεν περιορίζεται στα ελληνικά ηθογραφικά στοιχεία, ούτε σε χωροδιαγράμματα. Το κοινωνικό πρόβλημα που απασχόλησε τον Κώστα Μουρσελά υπάρχει και πέραν των ελληνικών συνόρων.
Η σκηνοθεσία μας οδηγεί σε μια ανελέητη κλιμάκωση, σε μια βαθμιαία αποκάλυψη των προσώπων. Ο Βασίλης Καλφάκης πέτυχε να ντύσει κάθε πρόσωπο με ρεαλισμό και πειστικότητα και να χρωματίσει το διάλογο ως την τελευταία απόχρωση. Ο ρυθμός της παράστασης είναι έντονος και με νεύρο και η κίνηση των ηθοποιών έχει μια γεωμετρική τελειότητα πάνω στη σκηνή. Η σκηνογραφία αποτυπώνει ένα αστικό σαλόνι της δεκαετίας του 1970 ή του 1980 και εκφράζει εύγλωττα την αίσθηση των νεκρών ιδανικών και των απονεκρωμένων συνειδήσεων. Τα κοστούμια δίνουν εύστοχα τόσο το στίγμα των χαρακτήρων όσο και των επιμέρους καταστάσεων.
Οι δύο ηθοποιοί εφοδίασαν τους ρόλους τους με αντιφατικές, συμπαθητικές κι απωθητικές ταυτοχρόνως, πτυχές. Η Σάντρα Λειβαδάρα έδωσε μια Ελένη απόλυτα σωστή, πειστική σε κάθε της χειρονομία, σε κάθε της αντίδραση, στην κάθε προετοιμασία της. Άλλοτε πικρόχολη, άλλοτε πεισματική, κάποιες στιγμές διστακτική, έτοιμη να αλλάξει, αν χρειαστεί,σελίδα, ευαίσθητη πίσω από μια μάσκα οργισμένης γυναίκας που δεν θέλει να πιστέψει,ως την τελευταία στιγμή, πως ο άντρας της είναι έτοιμος να φτάσει ως το τέλος,θυσιάζοντας στην πορεία κι αυτή την ίδια τη σχέση τους. Η ερμηνεία της έσφυζε από αλήθεια κι εσωτερικότητα. Έδειχνε πόσο συνειδητά πάλευε με την ανήθικη αγοραπωλησία που συνέβαινε γύρω της. Ο Βασίλης Καλφάκης μπήκε κυριολεκτικά στο πετσί του Λεωνίδα, αφήνοντας να φανούν, όσο ακριβώς χρειαζόταν, οι αδυναμίες του: το πάθος για εξουσία, το σχέδιο του για να ικανοποιήσει το μεγάλο αφεντικό, οι ψευτοδισταγμοί του όταν καταλαβαίνει πως για να το πετύχει χρειάζεται να παραδώσει κι αυτήν ακόμη τη γυναίκα του, αφήνοντας τελικά στην ίδια την «επιλογή», ξέροντας βέβαια που αυτή η επιλογή θα την οδηγήσει. Καταστρώνοντας, από τη μια, ύπουλα, υπόγεια το σχέδιο του, έχοντας από την άλλη, το φόβο και την αγωνία του ανθρωπάκου που ξέρει πως η ελάχιστη απόκλιση μπορεί να τον οδηγήσει στο περιθώριο, ελευθερώνοντας το δρόμο για τα άλλα σαν κι αυτόν τσακάλια που περιμένουν ν’ αναρριχηθούν. Και οι δύο ηθοποιοί είχαν πειστικές
συναισθηματικές μεταβάσεις, δεν κατέφυγαν σε ερμηνευτικές κοινοτοπίες και βρήκαν τον σωστό τόνο για τους δραματικούς μονολόγους τους. Ο ένας χρησίμευσε στον άλλον ως λευκός καμβάς ώστε να «ζωγραφίσει» το τραυματικό του παρελθόν. Με άλλα λόγια, δύο ερμηνείες που δημιουργούν ακριβώς την ισορροπία που χρειάζεται για να αποκαλυφθεί όλη η τραγωδία.
Το «Μαχαίρι στο κόκκαλο» αποτελεί μια συναρπαστική παράσταση – σύγκρουση που σε καθηλώνει στη θέση σου από την πρώτη ως την τελευταία στιγμή.

Παρουσιάστηκε στις 29 Νοεμβρίου στο Θέατρο ACT, στην Πάτρα Γεροκωστοπούλου 65, Πάτρα 262 25
Τηλέφωνο: 261 027 2037
Συντελεστές:
Διασκευή – σκηνοθεσία: Βασίλης Καλφάκης
Μουσική: Ανρί Κεργκομάρ
Επιμέλεια κίνησης: Νατάσα Σιέτου
Επιμέλεια σκηνικών-κοστουμιών: Ηλιάνα Μπαφέρου
Φωτισμοί: Βασίλης Γιαννακόπουλος
Φωτογραφίες-trailer: Πάτροκλος Σκαφίδας.
Υπεύθυνη επικοινωνίας: Γιώτα Δημητριάδη
Παίζουν: Σάντρα Λειβαδάρα και Βασίλης Καλφάκης.