Η ΣΙΩΠΗΛΗ ΚΑΜΑΡΙΕΡΑ - CALLADITA
• Σκηνοθεσία-Σενάριο-Παραγωγή: Μιγκέλ Φάους
• Ηθοποιοί: Πόλα Γριμάλντο, Αριάτνα Γκιλ, Λούις Μπέρμεχο
• Φωτογραφία: Αντόνιο Γκαλιστέο
• Μοντάζ: Ιάκοπο Καλαμπρέζε
• Μουσική: Πόλα Ολάζ
• Χώρα: Ισπανία, Η.Π.Α. (Έγχρωμη)
• Διάρκεια: 94΄
• Διανομή: Tanweer
Διακρίσεις: 2 Βραβεία και 4 υποψηφιότητες
Raindance Film Festival 2024, Βραβείο καλύτερης ερμηνείας στην Πόλα Γριμάλντο.
Riviera International Film Festival 2024, βραβείο καλύτερης ταινίες
Η ερωτική και ταξική αφύπνιση και χειραφέτηση μιας καμαριέρας που διεκδικεί (σιωπηλά) την αυθυπαρξία της, στο ελκυστικό ντεμπούτο του Καταλανού σκηνοθέτη.
Πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Ισπανού Μιγκέλ Φάους η «Σιωπηλή καμαριέρα» θέτει ζητήματα ταξικά και εργασιακής εκμετάλλευσης
Η εκδίκηση είναι δική της (Δανίκας)
Ενα πανί ή ένα τσιγάρο: ένα από τα δύο βρίσκεται μονίμως στο χέρι της νεαρής Ανα, όσο καθαρίζει την καλοκαιρινή βίλα μιας εύπορης οικογένειας Ισπανών ή όσο κάνει διάλειμμα και μιλά με την οικογένειά της, πίσω στην Κολομβία. Η Ανα έχει μεταναστεύσει για να δουλέψει: να στείλει λεφτά στη μικρή αδελφή της που θέλει να σπουδάσει και να μπορέσει, η ίδια, να βγάλει άδεια παραμονής στην ευρωπαϊκή χώρα. Οτι θα γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης είναι μόνο το πρώτο σκαλοπάτι αυτής της εύστοχα κι ευαίσθητα σκηνοθετημένης οικιακής περιπέτειας.
Η Ανα είναι μια αληθινή και μια στερεοτυπική. Αληθινή όταν βρίσκεται μόνη, ή με την υπηρέτρια των διπλανών, ατίθαση και περιπαικτική. Στερεοτυπική όταν τη βλέπουμε μέσα από τα μάτια των εργοδοτών της, συνήθως πίσω από ένα τζάμι το οποίο καθαρίζει τόσο ώστε να γίνεται απόλυτα διαφανές. Στην άλλη πλευρά του, η άρχουσα τάξη, η υποκριτική, οι άνθρωποι της εύκολης εκμετάλλευσης, ιδωμένοι στο στιλιζαρισμένο κουκούλι τους, το εμβληματικό σπίτι, λουσμένοι στο φως της χαράς και του καλοκαιριού που τσαλαπατούν με πόδια βρεγμένα στην πισίνα.
Με μια θαυμάσια ερμηνεία από την Πάουλα Γκριμάλντο (πρωταγωνίστρια και στο ίδιας πλοκής μικρού μήκους «Calladita» του Μιγκέλ Φάους του 2020), η ταινία, εκτός από το ανατρεπτικό φινάλε της που κατά πολύ ανεβάζει το ενδιαφέρον της, επιλέγει την πρωτοτυπία να οδηγήσει την ηρωίδα της στη χειραφέτηση μέσα από την όρεξή της για ζωή και έρωτα, μια νεαρή γυναίκα που απαιτεί όχι να επιβιώσει, αλλά να ζήσει και την απόλαυση, όπως της αρμόζει.
Μπορεί τα συστατικά της ταινίας να μην αποκτούν ποτέ μεγάλο βάθος (το μυαλό διαρκώς γυρίζει στο τόσο πιο σύνθετο «Το Σπίτι» του Αθανάσιου Καρανικόλα), μπορεί οι δεύτεροι ήρωες να σκιαγραφούνται απλοϊκά (η ναρκισσευόμενη κόρη, ο crypto-bro γιος), όμως ο Φάους καταφέρνει να χτίσει ένα ντεμπούτο που μένει δυνατά στη μνήμη, με εικόνες που αρνούνται να ξεθωριάσουν και με μια πολιτική φωνή ξεκάθαρη και γάργαρη.