Ε, αυτό έλειπε…
Να μην αποτελεί πρώτο θέμα η Γιουροβίζιον την επομένη του διαγωνισμού στα social media τον ηλεκτρονικό τύπο. Η Πάτρα και οι πατρινοί χρήστες των social media δεν θα μπορούσαν να μην μπουν και αυτοί στον… χορό, σχολιάζοντας τα όσα είδανε, αλλά και το αποτέλεσμα για την Ελλάδα.
Στις αναρτήσεις τους κάποιοι είναι κάπως πικρόχολοι για την Μαρίνα Σάττι. Άλλοι πάλι αναφέρονται στην περίφημη σκηνή που η τραγουδίστρια που μας εκπροσωπεί στον διαγωνισμό, κοιμήθηκε την ώρα που μιλούσε η εκπρόσωπος του Ισραήλ, ενώ σε άλλες αναρτήσεις γίνεται λόγος για τα όσα είδαμε, με όλες αυτές τις προσωπικότητες που παρέλασαν από τη σκηνή.
Είναι γεγονός ότι αυτό που φάνηκε στον φετινό διαγωνισμό, πέρα από το κιτς και την υπερβολή που αποτελούν κυρίαρχα στοιχεία τα τελευταία χρόνια και όχι μόνο φέτος, ήταν η προσπάθεια αρκετών χωρών με πρόσχημα την διαφορετικότητα να τσιμπήσουν κανά ψηφουλάκι παραπάνω τόσο από τις επιτροπές, όσο και από το κοινό.
Αν βάλεις κάτω τους καλλιτέχνες που ανέβηκαν στη σκηνή, αλλά και την θεματική που είχαν τα περισσότερα τραγούδια, εύκολα το διαπιστώνει κανείς το παραπάνω συμπέρασμα.
Το αποτέλεσμα όμως μοιάζει να είναι δίκαιο αφού ο Ελβετός τραγουδιστής έδειξε να έχει το περισσότερο ταλέντο συγκριτικά με όλους αυτούς που είδαμε, κινούμενος φυσικά και αυτός στην λογική του concept της διαφορετικότητας.
Γιατί αυτό είναι πλέον το νόημα του διαγωνισμού. Καμία κουλτούρα, κανένας πολιτισμός, καμία ανάδειξη της πολιτιστικής ταυτότητας της κάθε χώρας. Το πόσο καλώς ή κακώς εννοούμενη είναι η διαφορετικότητα αυτή που είδαμε, είναι ένα άλλο θέμα.
Η μόνη αδικία ίσως, σε ότι αφορά τα αποτελέσματα, ήταν για το τραγούδι της Γαλλίας, όμως, τέτοιοι ερμηνευτές πλέον είναι για άλλους διαγωνισμούς και όχι την Γιουροβίζιον. Όσο για εμάς: Αν του χρόνου αντί για τη Μαρίνα και το Ζάρι στείλουμε τον.. Πάρη με μια ανάλογη αμφίεση, ίσως να έχουμε μια καλύτερη τύχη.
Υ.Γ. Πώς γίνεται όλοι να έχουν να δουν τον διαγωνισμό από την εποχή του… Τζόνι Λόγκαν και να σχολιάζουν τα όσα έγιναν φέτος, είναι στα ανεξήγητα. Προφανώς και τον είδαν, έστω και αδιάφορα, αφού το κιτς ελκύει ασυνείδητα και υπάρχει γύρω μας και παντού.