Ατελείωτο “πάρτι ” με το λαθρεμπόριο καυσίμων. Όπως έδειξαν πρόσφατα στοιχεία της έρευνας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου τα οποία παρουσιάζει η εφημερίδα “Καθημερινή” για την παραβατικότητα καυσίμων, διογκώνεται το φαινόμενο του λαθρεμπορίου και διπλασιάζεται o αριθμός των πρατηρίων με “πειραγμένες “αντλίες αλλά και των ποσοτήτων καυσίμου που “κλέβουν” από τους καταναλωτές σε σχέση με το 2019.
Από την έρευνα που αφορά την αγορά της Αττικής η οποία συγκεντρώνει το 50% της εγχώριας κατανάλωσης καυσίμων προκύπτει ότι το “κλέψιμο” στην αντλία ξεκινάει από 4% και φτάνει έως και 24%. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αγοράς, ετησίας οι καταναλωτές πληρώνουν για καύσιμο που δεν μπαίνει ποτέ στο ρεζερβουάρ του αυτοκινήτου τους περί τα 120εκατ. ευρώ, ενώ τα διαφύγοντα έσοδα για το κράτος από το λαθρεμπόριο υπολογίζονται σε ετήσια βάση στα 250 -300 εκατ. ευρώ. Υψηλά ποσοστά παραβατικότητας σύμφωνα με μια δεύτερη έρευνα του ΕΜΠ που βρίσκεται σε εξέλιξη παρουσιάζουν εκτός από την Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Θεσσαλία και η Πελοπόννησος. Ουσιαστικά δηλαδή όλες οι περιοχές με μεγάλες καταναλώσεις.
Οι λαθρέμποροι καρπώνονται τη διαφορά φόρων (ΕΦΚ και ΦΠΑ) μεταξύ των διαφορών τύπων καυσίμων για αυτό και το μεγάλο “πάρτι” γίνεται στο ναυτιλιακό καύσιμο που είναι αδασμολόγητο και διακινείται στην εσωτερική αγορά ως κίνησης με αποτέλεσμα ο λαθρέμπορος να καρπώνεται το σύνολο των φόρων. Αντίστοιχα υψηλά κέρδη αποκομίζουν μέσω των εικονικών εξαγωγών όπου επίσης καρπώνονται το σύνολο των φόρων από το καύσιμο το οποίο εμφανίζουν ως εξαγωγικό και αδασμολόγητο αλλά το διαθέτουν στην εσωτερική αγορά ως κίνησης. “Παράθυρο” για δράση στους λαθρέμπορους αφήνει και η διαφορά του ΕΦΚ πετρελαίου κίνησης και θέρμανσης.
Οι παρενέργειες
Οι επιπτώσεις από το λαθρεμπόριο δεν περιορίζονται στα διαφυγόντα κέρδη για το Δημόσιο, είναι κοινωνικές λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού που δημιουργεί αλλά και περιβαλλοντικές αφού στις περισσότερες περιπτώσεις τα καύσιμα ειδικής χρήσης όπως και το πετρέλαιο ναυτιλίας, χρησιμοποιούνται παράνομα εντός του αστικού ιστού, με αρνητικές επιπτώσεις τόσο στο περιβάλλον όσο και στην υγεία των πολιτών. Επιπλέον τα παράνομα έσοδα από το λαθρεμπόριο, λόγω του ότι δεν είναι «φανερά» μπορούν ευκολότερα να χρησιμοποιηθούν για άλλους παράνομους σκοπούς και έτσι να ενισχύσουν φαινόμενα διαφθοράς. Δημιουργεί επίσης ασφυκτικές συνθήκες ανταγωνισμού για όσους προσπαθούν να λειτουργήσουν νόμιμα, αφού οι παρανομούντες διαθέτουν καύσιμα κάτω του κόστους, χρησιμοποιώντας τα παράνομα έσοδα για να καλύψουν το περιθώριό τους και να αυξήσουν τα μερίδιά τους.
Η λαθρεμπορία και η παραβατικότητα στην αγορά καυσίμων είναι από τις περιπτώσεις που κανείς πραγματικά αναρωτιέται όχι για το εάν η πολιτεία “μπορεί” αλλά εάν “θέλει ” να τις πατάξει, με τα δεδομένα δυστυχώς να κατατείνουν στο δεύτερο.
Παράδειγμα η Τουρκία
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία εγκατέστησε το ίδιο σύστημα, το οποίο το λειτούργησε μέσα σε 1,5 χρόνο, με μία ανάθεση μέσω διεθνούς διαγωνισμού στην PwC, η οποία και το λειτουργεί με εντυπωσιακά αποτελέσματα ως προς τη βελτίωση της λαθρεμπορίας. Για την αγορά, η ολοκλήρωση του συστήματος εισροών – εκροών σε συνδυασμό με την ενίσχυση, σε δυναμικό και μέσα, των υπηρεσιών ελέγχου για την εντατικοποίησή τους είναι επιτακτική ανάγκη για την καταπολέμηση της παραβατικότητας.
Οι ρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνηση μέσω του φορολογικού νομοσχεδίου («λουκέτο» για 2 χρόνια σε πρατήρια που έχουν παρανομήσει, συνυπευθυνότητα των εταιρειών εμπορίας για τα πρατήρια που προμηθεύουν κ.ά.) η αγορά εκτιμά ότι, αν και είναι στη σωστή κατεύθυνση, δεν θα φέρουν αποτελέσματα χωρίς τη λειτουργία του συστήματος εισροών – εκροών και εντατικούς ελέγχους, ενώ απαραίτητη θεωρεί και τη δημιουργία από την ΑΑΔΕ μητρώου παραβατών.
Τι ζητούν
Η αγορά προτείνει να περάσει η αρμοδιότητα των ελέγχων, στην οποία σήμερα εμπλέκονται 3 υπουργεία και πολλές υπηρεσίες σε ένα φορέα που θα έχει ρόλο project manager υποδεικνύοντας ως καταλληλότερο την ΑΑΔΕ και τον επικεφαλής της, Γιώργο Πιτσιλή.