Τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έπεσε νεκρός ο 17χρονος στη Βοιωτία , περιέγραψε συνάδελφος του κατηγορούμενου αστυνομικού.

«Είδα τον Γ. να τραβάει τον οδηγό προς τα έξω και σε κάποια στιγμή, ενώ τον τραβούσε άκουσα τον πυροβολισμό» φέρεται να κατέθεσε ο αστυνομικός για το τραγικό συμβάν.

Ο συνάδελφος του 41χρονου αστυνομικού, σύμφωνα με πληροφορίες φέρεται να κατέθεσε για το περιστατικό πως δεν πρόλαβε να δει συνάδελφό του με το όπλο στο χέρι, καθώς όπως είπε «κοίταζα τις άλλες πόρτες του οχήματος μήπως ανοίξουν και βγει κάποιος έξω».

«Αντιληφθήκαμε ξαφνικά να έρχεται κινούμενο με μεγάλη ταχύτητα και με κατεύθυνση από Λιβαδειά προς Θήβα ένα σκούρο αυτοκίνητο και πίσω του και μακριά του είδαμε να έρχεται ένα περιπολικό με αναμμένο το φάρο του. Αμέσως καταλάβαμε ότι επρόκειτο για το όχημα που καταδίωκε ο σταθμός του αστυνομικού τμήματος Αλιάρτου και ξεκινήσαμε κι εμείς να τα κολλήσουμε κάνοντας αμέσως χρήση τόσο των φωτεινών σημάτων του οχήματος όσο και της κόρνας του αυτοκινήτου το οποίο σας λέω ότι είναι συμβατικό όχημα και όχι έγχρωμο περιπολικό» φέρεται να είπε ο συνάδελφος του κατηγορούμενου αστυνομικού για τον θάνατο του 17χρονου Ρομά.

«Οδηγός στο υπηρεσιακό μας όχημα ήταν ο αρχιφύλακας και εγώ βρισκόμουν στην θέση του συνοδηγού. Από πίσω ακολουθούσε και το περιπολικό του αστυνομικού τμήματος Αλιάρτου έχοντας συνεχώς αναμμένο το φάρο του αλλά και την σειρήνα του την οποία ακούγαμε στο δρόμο. Ο συνάδελφος μου ανέπτυξε ταχύτητα και καταφέραμε να προσεγγίσουμε το ανωτέρω όχημα που είδα καθαρά την πινακίδα κυκλοφορίας και την αναφέραμε στο κέντρο. Μόλις ο οδηγός του αυτοκινήτου κατάλαβε ανέπτυξε ταχύτητα έφτασε μέχρι τα 160 km/h περίπου και κινούταν επίτηδες αριστερά πηγαίνοντας στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας» τόνισε.

«Λόγω ότι τα τζάμια του αυτοκινήτου ήταν κατάμαυρα και παρόλο που είχαμε ανάψει την μεγάλη σκάλα δεν μπορούσαμε να δούμε καθόλου πόσα άτομα υπήρχαν μέσα σε αυτό. Κάποια στιγμή φτάσαμε στην πόλη περιφερειακά της εκκλησίας του χωριού και εκεί εγκλωβίστηκε για λίγο γιατί δεξιά αριστερά έστριβαν αυτοκίνητα τα οποία και του έκοψαν την πορεία. Σταμάτησε ακριβώς πίσω από το όχημα και αφού έβαλε χειρόφρενο στο όχημα μας κατέβηκε αμέσως πρώτος κάτω και κινήθηκε στην πόρτα του οδηγού. Μέχρι και εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσαμε ακόμα να καταλάβουμε πόσα άτομα ήταν μέσα στο αυτοκίνητο παρόλο που είχαμε τους προβολείς μας» ανέφερε σύμφωνα με πληροφορίες.

«Ταυτόχρονα σχεδόν με το Γ. κατέβηκα και εγώ από το περιπολικό και στηθηκα πίσω ακριβώς και διαγώνια από το όχημα ώστε να μπορώ να βλέπω και την δεξιά πλευρά του μήπως βγει κανένας έξω από αυτό. Ο Γ. λοιπόν άρχισε να δίνει εντολές στον οδηγό του οχήματος φωνάζοντας ότι είμαστε αστυνομικοί και λέγοντάς του να βγει έξω. Εκείνος Δεν άνοιξε ούτε πόρτα αλλά ούτε και το παράθυρο του. Ο Γ. έπιασε το έμβολο άνοιξε την πόρτα του αμαξιού και φώναξε δυνατά στον οδηγό αστυνομία βγες έξω. Εκείνος όμως δεν υπάκουσε και δεν έβγαινε από το αμάξι» φέρεται να είπε ο συνάδελφος του 41χρονου αστυνομικού.

«Τότε είδα το Γ. να τραβάει τον οδηγό προς τα έξω και σε κάποια στιγμή ενώ βρισκόταν δίπλα στην πόρτα και τον τραβούσε άκουσα τον πυροβολισμό. Τότε εγώ βγήκα μπροστά στην πίσω αριστερή πόρτα του οχήματος και είδα ότι κάποιος προσπάθησε να βγει από αυτήν αλλά εγώ τον εμπόδισα κλείνοντας την πόρτα. Φτάνοντας δίπλα στο δρόμο είδα τον οδηγό του οχήματος να έχει αίματα στο κεφάλι του και το λαιμό του. Ο Γ. κοίταξε προς το μέρος μου και με ρώτησε τι έγινε; Εκείνη την ώρα είδα ότι το όπλο του Γιώργου ήταν στην θήκη της ζώνης του».

Ερωτηθείς αν είδε τον Γ. να κρατάει το όπλο στο χέρι του νωρίτερα, απάντησε αρνητικά. «Όχι δεν τον είδα κοίταζα τις άλλες πόρτες του οχήματος μήπως ανοίξουν και βγει κάποιος έξω» κατέληξε ο αστυνομικός της ΟΠΚΕ».

Αδερφός του 17χρονου, συνοδηγός στο μοιραίο όχημα: Τον κλώτσησε, τον σημάδεψε και τον πυροβόλησε

Την δική του εκδοχή του για τα όσα έζησε το μοιραίο βράδυ έδωσε ο αδερφός του 17χρονου θύματος, ο οποίος βρισκόταν συνεπιβάτης στο όχημα.

«Ο αδερφός μου είδε ένα περιπολικό της αστυνομίας το οποίο μας έκανε σινιάλο αλλά ο αδερφός μου πάτησε γκάζι και το περιπολικό ακολούθησε. Εμείς συνεχίσαμε προς Θήβα να πάμε Λεοντάρι. Ο αδελφός έτρεχε πολύ. Δίπλωμα δεν έχει γιατί ήταν δεκαεπτάχρονος Κάποια στιγμή μπήκαμε στο χωριό Λεοντάρι. ακολουθούσε με τα φώτα αναμμένα μπλε κόκκινα και άκουσα και σειρήνα μια φορά νομίζω. Σε ένα δρόμο μέσα στο χωριό σφηνωθήκαμε σε ένα άλλο αυτοκίνητο παρκαρισμένο και σταματήσαμε. Πίσω μας έφτασε και το τζιπ της αστυνομίας» είπε ο αδελφός του θύματος σύμφωνα με πληροφορίες.

«Σταμάτησε και κατέβηκαν δυο αστυνομικοί. Ο αστυνομικός οδηγός του τζιπ κρατουσε στο χέρι του πιστόλι και με το μπροστινό μέρος του, χτύπησε το παράθυρο του αδελφού μου μια φορά δυνατά. Ο αδελφός μου άνοιξε τη πόρτα τέρμα και ο αστυνομικός τον κλώτσησε στα πλευρά.Του είπε δυνατά «κατέβα κάτω» Ο αδελφός μου σήκωσε ψηλά τα χέρια και μόλις πήγε να βγει με σηκωμένα τα χέρια ακούμπησε το πιστόλι που τον σημάδευε και ο αστυνομικός τον πυροβόλησε μια φορά. Έπεσε στο δρόμο γεμάτος αίματα» διηγήθηκε ο αδερφός του 17χρονου Ρομά που έχασε τη ζωή του το βράδυ του Σαββάτου από πυρά αστυνομικού στο Λεοντάρι Βοιωτίας.