Συχνά συνοδεύουν τα γεύματά μας ή αναμειγνύονται με κάποιο αλκοολούχο ποτό. Πολλοί τα χρησιμοποιούν ως βοήθημα για να χωνέψουν, ενώ άλλοι τα καταναλώνουν απλώς επειδή δε τους αρέσει η γεύση του νερού. Κι ενώ συχνά η κατανάλωσή τους γίνεται αντιληπτή ως μια ακίνδυνη «ένοχη» απόλαυση, η πραγματικότητα είναι ότι μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την καρδιαγγειακή μας υγεία.

Ο λόγος για τα σακχαρούχα ροφήματα και αναψυκτικά – τη διατροφική πηγή με τα περισσότερα πρόσθετα σάκχαρα- τα οποία, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο The Journal of Nutrition, αυξάνουν τα λιπίδια του αίματος, αυξάνοντας τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου, όπως αναφέρει το ygeiamou.

Η μελέτη αξιοποίησε τα δεδομένα υγείας και διατροφής περισσότερων από 29.000 ανθρώπων, που συμμετείχαν σε δύο μακροχρόνιες μελέτες. Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στις διατροφικές συνήθειες των συμμετεχόντων και συγκεκριμένα στην τακτική κατανάλωση ροφημάτων, όπως αναψυκτικά, φρουτοχυμοί και άλλα σακχαρούχα ροφήματα. Η υψηλότερη πρόσληψη, που ορίστηκε ως μεγαλύτερη των 350 ml καθημερινά, συσχετίστηκε με αυξημένα επίπεδα λιπιδίων στο αίμα, τα οποία οδηγούν σε υψηλότερη κακή χοληστερόλη, τριγλυκερίδια και άλλα, που οδηγούν σε ενισχυμένο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου.

Η νέα μελέτη δεν κατόρθωσε να καταστήσει σαφή τη σχέση μεταξύ των σακχαρούχων ροφημάτων και των αυξημένων λιπιδίων, ωστόσο τα ευρήματά της έρχονται σε συμφωνία με τα αποτελέσματα προγενέστερων ερευνών.