Νομοθετικη πρωτοβουλία για τον εξοβελισμο από την πολιτική κονιστρα,των ακροδεξιών κομμάτων εξήγγειλε η κυβέρνηση. Προφανως η διάταξη έχει «φωτογραφικό» χαρακτήρα και αφορά το κόμμα «Έλληνες» του Ηλία Κασιδιαρη που παρα τα όσα έγιναν στη θητεία του με τη Χρυσή Αυγή φαίνεται πως παραμένει δημοφιλής, εν αντιθέσει με τους πρώην συντρόφους του.

Μια τέτοια πρακτική θυμίζει σε όλους το αρχαιοελληνικό απόφθεγμα «κάλλιον προλαμβάνειν έναντι του θεραπεύειν.».

Το πολιτικό σύστημα τρέχει να προλάβει πίσω από τις εξελίξεις την ανάδυση ενός ακραίου πόλου στους πολιτικούς συσχετισμούς, εφόσον πιστεύει πως από μια τέτοια εξέλιξη, απειλείται η συνοχή και η σταθερότητα του δημοκρατικου πολιτεύματος και του κοινοβουλευτισμου.

Η επαναφορά όμως τέτοιων σχηματισμών στην προτίμηση των ψηφοφόρων έχει εξήγηση.  Είναι σαφες πως το πολιτικό σύστημα, σε όλο το προηγούμενο διάστημα,  εν γένει αδιαφόρησε για τα γενεσιουργααίτια μιας τέτοιας πορειας. Δεν  θα πρέπει να ξεχνάει κάνεις πως σχεδόν σε όλη την διάρκεια της Μεταπολιτευτικης περιόδου υπήρξαν ακραίες φωνές κομμάτων, που όμως μέχρι το 2012, δεν έχαιραν της εκτίμησης του εκλογικού σώματος. Η οικοδόμηση μέχρι τότε μιας δημοκρατίας που οι συλλογικές της διαδικασίες εγγυώνταν κατά κάποιο τρόπο την ατομική και κοινωνική πρόοδο, δεν άφηναν σε τέτοια κόμματα πολλά περιθώρια να «ξεδιπλωσουν» το αφήγημα τους.

Παρά την αυτοδύναμη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη το 2019, μετά από 8 χρόνια κυβερνήσεων συνεργασίας, οι κοινωνικοί λόγοι για την επαναφορα στο προσκήνιο ακραίων αντιλήψεων δεν έπαψαν να υφίστανται.  Υποβαθμιση του βιοτικού επιπέδου, πολλαπλές κρίσεις(οικονομική, υγειονομική και ενεργειακή) διογκωσαν ένα αίσθημα ανασφάλειας. Στρεφοντας μεγάλες μαζες ψηφοφόρων σε επιλογές που δεν συνάδουν με την μετριοπάθεια και την κοινή λογική.

Την στιγμή μάλιστα που στις ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων βρίσκονται νέοι άνθρωποι με διαφορετική ίσως πολιτική κουλτούρα, αλλά βέβαιοι για το πως οραματίζονται την ελληνική κοινωνία του μέλλοντος.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάει κάνεις βέβαια, πως το «φλερτ» των πολιτών με τις ακραίες πολιτικές εκφράσεις, εκπορεύεται και από τον εκφασισμο της καθημερινότητας.  Για παράδειγμα την έλλειψη ιστορικής γνώσης στους νέους, που δεν γνωρίζουν τα εγκλήματα των ολοκληρωτικά καθεστώτων, αλλά γοητεύονται από την γεμάτη «τσαμπουκά» ρητορική τους. Άλλωστε όταν κάποιος έρχεται σε επαφή με τα εωλα επιχειρήματα τους και την φραστική τους αντισυστημικοτητα, πρωτογενώς ελκυεται. «Καλά τα λέει», είναι η μόνιμη επωδός.

Ποια μορφή κοινωνικής προόδου μπορεί να καταστήσει τις προαναφερομενες νομοθετικές ρυθμίσεις περιττές; Η απάντηση δεν είναι εύκολη και δίνεται καθημερινά στις παρέες, στους εργασιακούς χώρους και τις ανθρώπινες αλληλεπιδρασεις.  Άλλωστε ο εκφασισμος ξεπηδαει μέσα κι από ένα στραβό «Καλημέρα».

Ο Διονύσης Γ.Γράψας είναι ιστορικός και εργάζεται στην δευτεροβαθμια εκπαίδευση.