Συνέντευξη στην κάμερα της εκπομπής «Ποιος είναι πρωινιάτικα» παραχώρησε ο Γιώργος Σαρρής.

Ο γνωστός τραγουδιστής και πρώην frontman των Ζιγκ-Ζαγκ μίλησε στη Νάντια Ρηγάτου για την τεράστια επιτυχία του συγκροτήματος τη δεκαετία του ’90, τον ανταγωνισμό από τους συναδέλφους αλλά και περιστατικά που θυμάται από καλλιτέχνες που τους απαξίωσαν στο ξεκίνημά τους.

«Κανένα άλλο συγκρότημα δεν κατάφερε να κρατήσει τόσο όσο οι Ζιγκ-Ζαγκ, με την έννοια της πλήρους σύνθεσης, δηλαδή της τετράδας που ήμασταν εξ αρχής και κράτησε 16-17 χρόνια» δηλώνει ο Γιώργος Σαρρής.

«Μόλις τελείωναν οι συναυλίες, λέγαμε ευχαριστούμε πολύ, καληνύχτα σας και πηδούσαμε αμέσως από τη σκηνή στα αυτοκίνητά μας μαζί με τα όργανα, για να φύγουμε. Στο πίσω κάθισμα ήταν ο γιος μου, 3 ετών τότε, και προσπαθώντας να μπω μέσα με έχουν αρπάξει (οι θαυμάστριες) από το πουκάμισο για να μου πάρουν την κορδέλα απ’ τα μαλλιά, τον θυμάμαι να λέει: αφήστε κάτω τον μπαμπά μου!» περιγράφει ο τραγουδιστής.

Ποια ήταν η αντιμετώπιση που έλαβαν οι Ζιγκ-Ζαγκ από τους συναφέλφους τους στο ξεκίνημά τους;

«Το καλλιτεχνικό συνάφι, όσο κι αν είναι χαμογελαστό, ποτέ δεν είναι φιλικό. Είναι πάντα φρικτά και απαίσια ανταγωνιστικό. Όταν βλέπουν ότι κάποιος βγαίνει από το πουθενά – γιατί οι Ζιγκ-Ζαγκ βγήκαν από το πουθενά μέσα σε έναν χρόνο και σάρωσαν επί μία δεκαετία – φαινόταν ότι δεν άρεσε» παραδέχεται ο Γιώργος Σαρρής.

«Θυμάμαι καλλιτέχνες που ήρθαν σαν πελάτες στο μαγαζί. Θυμάμαι κάποιον που ήταν διαρκώς με γυρισμένη την πλάτη και δεν γύρισε ούτε μία στιγμή να ρίξει μια ματιά. Ήταν μάλιστα στην εποχή που κι εκείνος έκανε τις πρώτες του επιτυχίες» αποκαλύπτει στη συνέχεια ο τραγουδιστής, ενώ προσθέτει: «Η Γλυκερία, ας πούμε, με την οποία συνεργαστήκαμε, δεν είχε να φοβηθεί κάτι από εμάς».

Τέλος, όσον αφορά την απρόσμενη διάλυση του συγκροτήματος στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο Γιώργος Σαρρής παραδέχεται: «Δεν περίμενα τη διάλυση των Ζιγκ-Ζαγκ. Για σωστούς ή λάθος λόγους μες στο μυαλό μου είχα ότι το συγκρότημα δεν θα διαλυθεί ποτέ ή ότι θα κρατούσε μέχρι να βαρεθούμε».