Τι δείχνουν τα στοιχεία της Bain & Company για την αγορά πολυτελείας. Το μέρος όπου οι άνθρωποι ξοδεύουν τα περισσότερα ποσά για κοσμήματα, ρολόγια, και τσάντες.

«Το να είσαι πλούσιος δεν σημαίνει να έχεις λεφτά, σημαίνει να τα ξοδεύεις», είχε πει κάποτε ο Γάλλος συγγραφέας Σασά Γκιτρύ, με τη φράση αυτή να συμπυκνώνει απόλυτα την «έκρηξη» που παρατηρείται στην αγορά ειδών πολυτελείας.

Όπως γράφουν οι Financial Times, την ώρα που αναλυτές προειδοποιούν για τον ερχομό μιας παγκόσμιας ύφεσης, υπάρχει μια ομάδα που δεν φαίνεται ικανή να σταματήσει να ξοδεύει: οι πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο. Συγκεκριμένα, ενώ οι λιανικές πωλήσεις γενικά πέφτουν και το χρηματιστήριο κατέγραψε πτώση κατά 20% πέρυσι, οι δαπάνες για τα luxury brands αυξήθηκαν κατά περίπου το ίδιο ποσοστό, καθώς οι πλούσιοι ξόδευαν σαν να μην υπάρχει αύριο.

Σύμφωνα με μελέτη της Bain & Company για την αγορά πολυτελείας, τα στοιχεία που προκύπτουν αμφισβητούν μεγάλο μέρος της συμβατικής μας σοφίας σχετικά με τις δαπάνες πολυτελείας και τους πλούσιους γενικότερα.

Η Gen Z εκτοξεύει τις πωλήσεις

Αρχικά, η περσινή έκρηξη στην αγορά των 1,38 τρισ. ευρώ ωθήθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου από την Gen Z γνωστή και ως «millennials» και την γενιά Y, που κυριάρχησαν στα προσωπικά είδη (συμπεριλαμβανομένων πολυτελών ενδυμάτων, τσαντών, κοσμημάτων κ.λπ.).

«Οι δαπάνες της Gen Z και ακόμη και της νεότερης Generation Alpha πρόκειται να αυξηθούν τρεις φορές πιο γρήγορα από άλλες γενιές μέχρι το 2030», σύμφωνα με τη μελέτη.

Επιπροσθέτως, αξίζει να σημειωθεί πως αυτή η έκρηξη στην αγορά ειδών πολυτελείας δεν τροφοδοτήθηκε από την Κίνα, η οποία ήταν ακόμα σε lockdown για μεγάλο μέρος του περασμένου έτους, αλλά από τις ΗΠΑ. Και εντός της Αμερικής, ήταν η Νέα Υόρκη που ανακηρύχθηκε η πρωτεύουσα πολυτελείας του κόσμου. Παρά όλα αυτά τα χρήματα από τη Wall Street και τη Silicon Valley, μπορεί να μετακινούνται σε μέρη όπως το Μαϊάμι, το Λος Άντζελες ή το Ώστιν, ωστόσο η Νέα Υόρκη εξακολουθεί να είναι το μέρος όπου οι άνθρωποι ξοδεύουν τα περισσότερα ποσά για κοσμήματα, ρολόγια, και τσάντες.

Όπως αναφέρει ο αρθρογράφος, «δεν το περίμενα αυτό», δεδομένου ότι οι πιο πλούσιοι ίσως να ήταν κάπως πιο ευαίσθητοι στην απότομη πτώση των assets. «Συνήθως είναι αυτοί οι άνθρωποι των οποίων τα χρήματα προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από περιουσιακά στοιχεία και όχι από εισοδήματα», προσθέτει.

«Υπάρχει πολύς πλούτος»

Βέβαια, οι ειδικοί λένε ότι απλώς έχει δημιουργηθεί τόσος πλούτος τις τελευταίες δύο δεκαετίες που ακόμη και μια διόρθωση των μετοχών κατά 20% είναι ένα πολύ μικρό χτύπημα για το κορυφαίο 5% της αγοράς. Και είναι αυτό το 5% που αντιπροσωπεύει το 40% των συνολικών πωλήσεων στην αγορά πολυτελείας, σύμφωνα με τον Milton Pedraza, Διευθύνοντα Σύμβουλο του Ινστιτούτου Luxury με έδρα τη Νέα Υόρκη. «Υπάρχει ακόμα πολύς πλούτος εκεί έξω», επισημαίνει ο ίδιος.

Και -όπως τονίζεται- οι πλούσιοι έχουν περισσότερο χρόνο για να ξοδέψουν τα χρήματά τους, καθώς ζουν περίπου μια δεκαετία περισσότερο από τους «ομολόγους» τους με χαμηλό εισόδημα, χάρη στην καλύτερη υγειονομική περίθαλψη, τη διατροφή και την ανάπαυση. Ο Pedraza πιστεύει ότι η έννοια των πλουσίων ως εργασιομανών είναι ένας μύθος. Για αυτούς, λέει, «είναι ένα σπριντ όχι ένας μαραθώνιος. Ίσως να εργάζονται σκληρά για να κλείσουν μια συμφωνία και μετά να πάνε για πολυήμερες διακοπές».

Πέντε γενιές καταναλωτών πολυτελείας

Όχι μόνο οι πλούσιοι ζουν περισσότερο, αλλά είναι περισσότεροι από ό,τι στο παρελθόν. Και μετά από μισό αιώνα μεγάλης ανάπτυξης, υπάρχει επίσης περισσότερος πλούτος μεταξύ των γενεών, σημειώνει η συνεργάτης της Bain, Claudia D’Arpizio. «Εχουμε τώρα πέντε γενιές» καταναλωτών πολυτελείας που αγοράζουν μάρκες όπως η Vuitton, η Hermès ή η Chanel, με τις οποίες κυριολεκτικά έχουν μεγαλώσει.

Αυτά τα Brands έχουν γνωρίσει την μεγαλύτερη άνθηση το τελευταίο διάστημα. Το κατάφεραν παραμένοντας εξαιρετικά πολυτελείς αντί να προσπαθούν να προσελκύσουν το μεγαλύτερο αλλά οικονομικά ευάλωτο τμήμα της αγοράς, το 80% των καταναλωτών.

Σύμφωνα με τους FT, μία από τις πιο ενδιαφέρουσες διαφορές μεταξύ της άνθησης των luxury brands μετά την Covid και της ίδιας αγοράς μετά την κρίση του 2008 είναι ότι, αυτή τη φορά, φαίνεται να μην υπάρχει καμία ανησυχία. Ίσως είναι ένα hangover από την εποχή του Τραμπ ή καταγράφεται το γεγονός πως μετά την πανδημία, οι Αμερικανοί καταναλωτές έλαβαν 2 τρισεκατομμύρια δολάρια σε μέτρα στήριξης. Προφανώς τα ξόδεψαν.

Σε ό,τι αφορά το καίριο ερώτημα αν θα διαρκέσει αυτό. Το δημοσίευμα αναφέρει ότι καθώς ο πληθωρισμός αρχίζει να «δαγκώνει», οι λιγότερο προνομιούχοι θα σταματήσουν να βλέπουν τα προϊόντα πολυτελείας. Μπορεί να είναι πρόθυμοι να αγοράσουν ένα βραχιόλι Chanel ή ένα φουλάρι Hermès μία φορά το χρόνο, αλλά θα πρέπει να πληρώσουν και τις υποχρεώσεις τους, που αυξάνονται σταδιακά.

Όσο για τους πλουσιότερους, τα χρήματα -και ο τρόπος ζωής τους – φαίνεται να αντικατοπτρίζουν πραγματικά μια νέα χρυσή εποχή. Εμείς δεν μπορούμε παρά να περιμένουμε το έτσι κι αλλιώς άδηλο μέλλον.