Το γρήγορο φαγητό έχει βάλει το δικό του ανάχωμα στην ακρίβεια και παρά τη μείωση της ζήτησης που παρατηρείται και στον κλάδο αυτό τους τελευταίους μήνες, κρατιέται γερά, κυρίως από τις παραγγελίες ντελίβερι.

Όμως η διαφορά στην αγορά του γρήγορου φαγητού σε σύγκριση με πριν είναι ότι πλέον δείχνει να έχει επιστρέψει για τα καλά ως κύρια προτίμηση του καταναλωτικού κοινού το σάντουιτς στην θέση της πίτας (πιτόγυρου).

Η πίτα τόσο στην Πάτρα, όσο και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα είχε κυριαρχήσει στις προτιμήσεις του κόσμου τα τελευταία χρόνια. Όμως η ακρίβεια της τιμής, κυρίως εξαιτίας των πρώτων υλών, της ενέργειας και του κάρβουνου, έχει φέρει την ανατροπή.

Μια πίτα στην Πάτρα την βρίσκει κανείς από την τιμή των 2,90 ευρώ έως και τα 3,20 με 3,30 ευρώ. Μια πίτα όμως δεν χορταίνει και τόσο, οπότε αναγκαστικά είτε θα παραγγείλεις μια ακόμα, είτε θα πάρεις καλαμάκι.

Το καλαμάκι στην Πάτρα έχει ξεπεράσει τα 2 ευρώ και το βρίσκει κανείς στην τιμή των 2,10. Άρα αν κάποιος θέλει να χορτάσει με πίτες που αποτελούν το εθνικό μας φαγητό θα πρέπει να ξοδέψει ένα ποσό που θα ξεκινάει από τα 6 ευρώ και πάνω. 

Έτσι αρκετός κόσμος επιλέγει πλέον τη λύση του σάντουιτς που και εκεί υπάρχει μία αύξηση εξαιτίας των ανατιμήσεων στις πρώτες ύλες, αλλά είναι πιο χορταστικό και σίγουρα, ακόμα και αν δεν θέλεις απλό δύσκολα μπορεί να ξεπεράσει τα πέντε με έξι ευρώ (ανάλογα με το τι θα βάλεις μέσα).

Τι έδειξε η έρευνα

Αξίζει να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε σε αθηναϊκή εφημερίδα τα σνακ και τα σάντουιτς κατέγραψαν άνοδο κατά 13,5%. Ακολουθούν τα μπέργκερ με 6% άνοδο, ενώ η πίτσα σημείωσε 5% αύξηση.

Σχετικά με την κατανομή της αγοράς ανά κατηγορία καταστημάτων, το μεγαλύτερο ποσοστό στις συνολικές πωλήσεις του κλάδου καταλαμβάνει διαχρονικά η κατηγορία σνακ και σάντουιτς με το ποσοστό της να ανέρχεται στο 37,6%.

Ακολουθεί η κατηγορία μπέργκερ με μερίδιο 27,4% και έπεται η πίτσα με ποσοστό 22,1%. Οι λοιπές αλυσίδες (καταστήματα που προσφέρουν είδη με βάση το κοτόπουλο, την κρέπα, τα ντόνατς κ.λπ.) ελέγχουν περίπου το 10% της αγοράς.