Φτάνοντας στο τέλος του Σεπτεμβρίου κλείνει η τουριστική καλοκαιρινή σεζόν για τα ξενοδοχεία της Αχαΐας, με το ενδιαφέρον πλέον να είναι αρκετά μικρό, την πληρότητα χαμηλή και τις μεγάλες εποχικές ξενοδοχειακές μονάδες της περιοχής να ετοιμάζονται να κατεβάσουν τα ρολά τους.

Σύμφωνα με τους επαγγελματίες του ξενοδοχειακού κλάδου η σεζόν για την περιφερειακή ενότητα της Αχαΐας ήταν καλύτερη από την περσινή, όμως δεν έφτασε το επίπεδο του 2019 (πριν από την πανδημία) και σε καμία περίπτωση δεν είχε καμία σχέση με το πανδαιμόνιο που επικράτησε σε άλλα μέρη της Ελλάδας, νησιά και ηπειρωτικούς προορισμούς που «βούλιαξαν» από τους τουρίστες, ξένους και Έλληνες.

Όπως αναφέρουν οι ξενοδόχοι στην Αχαΐα η περίοδος που η πληρότητα των ξενοδοχείων τόσο στην Δυτική Αχαΐα, όσο και στην Αιγιαλεία, άγγιξε το 100% της ήταν μόνο αυτή του πρώτου εικοσαήμερου του Αυγούστου και ειδικότερα το δεκαήμερο μεταξύ 10 με 20 του μήνα.

Από τα τέλη του Ιουλίου και μετά η πληρότητα ήταν κατά μέσο όρο στο 75% με 80%, ενώ τον Σεπτέμβριο έπεσε σταδιακά, σε ένα ποσοστό της τάξεως του 60%. Η σεζόν ήταν και φέτος αρκετά μικρή για την Αχαΐα αφού ουσιαστικά ξεκίνησε από τα τέλη του Ιουνίου, ένας μήνας που η τουριστική κίνηση ήταν αρκετά χαμηλή και κράτησε περίπου έως το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου.

Το κενό που μετρίασε σημαντικά την εισερχόμενη τουριστική κίνηση ήταν αυτό των Ρώσων, των Ουκρανών και των Λευκορώσων που εξαιτίας του πολέμου και του εμπάργκο δεν ήρθαν φέτος στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να χαθεί το 25% της τουριστικής πίτας, απώλεια που δεν καλύφτηκε από καμία άλλα αγορά.

Ο μεγαλύτερος όγκος των επισκεπτών ήταν Γερμανοί και από εκεί και πέρα κυριάρχησαν οι αγορές της Κεντρικής Ευρώπης, της Πολωνίας, της Τσεχίας, της Σλοβακίας και της Αυστρίας.

Όμως μετά τους Γερμανούς και φέτος οι δεύτεροι καλύτεροι πελάτες ήταν οι Έλληνες και η εγχώρια αγορά, ειδικά για την Αιγιαλεία. Στην Πάτρα τα πράγματα για τα ξενοδοχεία το φετινό καλοκαίρι ήταν ιδιαίτερα μέτρια με την πληρότητα κατά μέσο όρο να μην ξεπερνάει το 65% με 70% σε όλη την θερινή περίοδο.