Συνέντευξη στο περιοδικό «7 μέρες tv» και τη Μαρία Ανδρέου έδωσε ο Βαγγέλης Αλεξανδρής. Ο γνωστός ηθοποιός μίλησε για τις Άγριες Μέλισσες, αλλά και για τις δύσκολες υποκριτικά στιγμές.

Τι ήταν οι Άγριες Μέλισσες για την ελληνική τηλεόραση και για εσάς προσωπικά;

Ήταν το σίριαλ που άφησε εποχή στην ελληνική μυθοπλασία, μια σειρά ορόσημο. Η ιδέα για τη δημιουργία της από τους σεναριογράφους Μελίνα Τσαμπάνη και Πέτρο Καλκόβαλη, το σίριαλ ως ολότητα, με την αισθητική και τη σκηνοθεσία του Λευτέρη Χαρίτου, η απόφασή τους να ασχοληθούν με γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας, οι μεγάλες αλλαγές στην πορεία των ηρώων, το δυνατό θεατρικό καστ έκαναν τις Άγριες Μέλισσες μια παραγωγή που σπάνια πραγματοποιείται ακόμη και σε εκατό χρόνια.

Για μένα ο ρόλος του Κυριάκου ήταν τόσο πολυδιάστατος, που δεν περίμενα ποτέ ότι αυτός ο κλαριντζής του κάμπου θα έφτανε να δει το παιδί του βασανισμένο και εξόριστο στη Λέρο. Οι σεναριογράφοι και ο σκηνοθέτης μού έδωσαν μια μεγάλη ευκαιρία μέσα από τον Κυριάκο να βιώσω χιλιάδες συναισθήματα.

Ποιες ήταν για εσάς οι πιο δύσκολες στιγμές υποκριτικά μέσα σε αυτό το διάστημα των τριών ετών;

Αδιαμφισβήτητα η ξεφτίλα και η ντροπή που ένιωσε ο Κυριάκος όταν η Ουρανία συνάντησε την αρραβωνιάρα του, τη Μαρίκα την τραγουδίστρια, ενώ ήταν ήδη παντρεμένος μαζί της. Το σκίσιμο του διαζυγίου από την Ουρανία και η δεύτερη ευκαιρία που έδωσε στο γάμο τους, ο ερχομός του γιου του, του Μπάμπη, στο Διαφάνι και η μεταξύ τους κόντρα. Η Λέρος όμως ήταν η βαθιά ωρίμανση του ήρωα, η πιο δυνατή του στιγμή. Το να βλέπει ένας πατέρας το γιο του να βγαίνει από τα σίδερα μιας φυλακής μαυρισμένος από το ξύλο είναι γολγοθάς.

Έρωτες, γάμοι, έρχονται στη ζωή και παρέρχονται. Η σχέση γονέα και παιδιού, όμως, είναι καταλυτική και για πάντα. Ποτέ ένας πατέρας δεν θα πάψει να είναι πατέρας. Σύζυγος μπορείς να πάψεις να είσαι κάποια στιγμή της ζωής σου, πατέρας ποτέ. Θυμάμαι ότι με τον Γιάννη Βασιλώττο, που υποδυόταν τον Μπάμπη στη σειρά, είχαμε να βρεθούμε καιρό γιατί δουλεύαμε με άλλα συνεργεία και σκηνοθέτες. Έτσι, όταν άνοιξε η πόρτα της φυλακής στη Λέρο, πραγματικά χάρηκε ο ένας που είδε τον άλλον και η σκηνή ήταν πιο αληθινή.