Να καταθέσει τη δική της εμπειρία από το εστιατόριο στη Μύκονο που πριν λίγες ημέρες καταγγέλθηκε ότι χρέωσε 600 ευρώ για δύο βασιλικά καβουροπόδαρα και δύο κοκτέιλ σε τουρίστριες, έρχεται μια γυναίκα από το Σιάτλ.
Η 43χρονη Cheryl Lamphere μίλησε στη DailyMail.com για την εμπειρία που είχε στο ίδιο εστιατόριο το οποίο χρέωσε την τουρίστρια από το Τέξας Brenda Moulton και την κόρη της για δύο βασιλικά καβουροπόδαρα και δύο κοκτέιλ, κάτι παραπάνω από 600 ευρώ.
Η Cheryl Lamphere καταφέρθηκε κατά του εστιατορίου υποστηρίζοντας, μιλώντας στη Daily Mail, ότι η παρέα της παραπλανήθηκε, εκφοβίστηκε και εξαπατήθηκε ώστε να πληρώσει 1.640 δολάρια για φαγητό που δεν δικαιολογούσε την εξωφρενική αυτή τιμή. Οι ίδιες, υποστηρίζει, είχαν παραγγείλει ένα πιάτο καλαμαράκια, μια αστακομακαρονάδα, μια σαλάτα και ψωμί.
Η καταγγέλουσα είπε ότι με την παρέα της επισκέφθηκαν το νησί στις 3 Μαΐου και η πρώτη τους βραδιά καταστράφηκε όταν άνθρωποι του εστιατορίου, όπως υποστήριξε, τις περικύκλωσαν όταν τόλμησαν να αμφισβητήσουν το λογαριασμό.
«Όλοι οι άνδρες στο εστιατόριο σηκώθηκαν και μας περικύκλωσαν, ήταν τουλάχιστον πέντε, και σχεδόν μας έκλεισαν την είσοδο. Ήταν μια πολύ, πολύ τρομακτική κατάσταση γιατί ήμασταν έξι γυναίκες που μας περικύκλωναν πέντε άνδρες… Πρέπει να προσθέσω ότι ήταν όλοι ντυμένοι στα μαύρα, ήταν κάπως γκανγκστερικό», δήλωσε η Lamphere στη DailyMail.com.
Η Lamphere, υπεύθυνη μάρκετινγκ, δήλωσε ότι προσέγγισε την παρέα της στην παραλία ένας «πιεστικός» σερβιτόρος, ο οποίος τους έδειξε μόνο για λίγο το μενού πριν τις οδηγήσει στο εσωτερικό του εστιατορίου.
Είπε ότι το φαγητό, και ειδικά η γεύση του, δεν δικαιολογούσε τον τεράστιο λογαριασμό.
«Ξέρετε, υπερηφανεύονται ότι χρησιμοποιούν [επιλεγμένα υλικά], αλλά ο αστακός ήταν απαίσιος. Όλα τα άλλα ήταν εντάξει, αλλά ο αστακός ήταν ίσως ο χειρότερος που έχω φάει ποτέ. Ειλικρινά, μόλις και μετά βίας τρώγονταν», πρόσθεσε η Lamphere.
«Είμαστε δυναμικές, επαγγελματίες γυναίκες, αναρωτιόμαστε συνεχώς πώς μας συνέβη αυτό», δήλωσε η Lamphere στη DailyMail.com.
Γύρω στις 7:30 μ.μ. στις 3 Μαΐου, οι φίλες αποφάσισαν να εξερευνήσουν την περιοχή γύρω από το ξενοδοχείο αποφασίζοντας ότι ήθελαν να δειπνήσουν κάπου αλλού από το εστιατόριο του ξενοδοχείου και έκαναν μια βόλτα στην παραλία για να επιλέξουν ένα μέρος για φαγητό.
Είπε ότι η παρέα της ήταν σε θέση να δει ότι οι τιμές κυμαίνονταν κατά μέσο όρο γύρω στα 32 δολάρια και αποφάσισε να παραγγείλει τρία πιάτα επειδή δεν πεινούσαν ιδιαίτερα.
«Είπαμε ''περιμένετε'', πρέπει να αποφασίσουμε τι θέλουμε να παραγγείλουμε», υποστηρίζει. Μετά από επίμονη παράκληση μιας από τις γυναίκες, ο σερβιτόρος της έδειξε το μενού, αλλά δεν την άφησε για πολύ.
«Το κράτησε, ίσα ίσα για να δει τι θέλαμε. Δεν πεινούσαμε πολύ, οπότε συμφωνήσαμε να παραγγείλουμε μόνο κάποια πιάτα για να τα μοιραστούμε», είπε η Lamphere.
Παρήγγειλαν την αστακομακαρονάδα, καλαμαράκια, μια σαλάτα και ψωμί. Μια γυναίκα από την παρέα παρήγγειλε ένα μπουκάλι σαμπάνιας αξίας 214 δολαρίων, το οποίο χρεώθηκε αμέσως και ξεχωριστά.
Η καταγγέλουσα ανέφερε ακόμη ότι ο σερβιτόρος τους ζήτησε και κράτησε την κάρτα τους, την οποία έβαλε σε ένα συρτάρι, γεγονός για το οποίο δεν ανησύχησαν θεωρώντας το κάτι σαν πρακτική.
Υποστηρίζει ακόμη ότι παρότι προσπάθησαν να κάνουν ξεκάθαρο με κάθε τρόπο ότι ήθελαν μόνο ένα πιάτο από το κάθε τι που παρήγγειλαν, θεωρούν ότι η ομάδα του εστιατορίου είχε χρησιμοποιήσει τη δικαιολογία του γλωσσικού εμποδίου για να τους χρεώσει σκόπιμα φαγητό που δεν μπορούσαν καν να φάνε, καθώς οι ποσότητες που ήρθαν στο τραπέζι τους ήταν τεράστιες. Κατάλαβαν τότε, υποστηρίζει, ότι ο λογαριασμός θα ήταν τεράστιος. Ανέφερε ακόμη ότι οι σερβιτόροι συνεχώς τις παρότρυναν να παραγγείλουν στρείδια κάτι το οποίο οι ίδιες απέρριπταν.
Οταν ήρθε η ώρα της πληρωμής, υποστηρίζει η γυναίκα από το Σιάτλ οι άνθρωποι του εστιατορίου της ζήτησαν να πάει μέσα να πληρώσει κάτι που την έκανε να νιώσει άβολα. Στη συνέχεια τις κύκλωσαν οι υπάλληλοι του εστιατορίου και στο τέλος πλήρωσαν το λογαριασμό για να μπορέσουν να φύγουν.
Η Lamphere δήλωσε πως η στρατηγική του εν λόγω εστιατορίου είναι να μην αφήνει τους πελάτες του να δουν το μενού στο οποίο αναφέρονται οι τιμές ανά 100 γραμμάρια, ενώ οι παραγγελίες αντιστοιχούν σε 300 γραμμ. φαγητού.
«Έτσι, στην πραγματικότητα, όταν παίρνετε μια παραγγελία από κάτι, στην πραγματικότητα παίρνετε τρεις», καταγγέλει η Lamphere.
Οταν επέστρεψαν στις ΗΠΑ επιχείρησαν να αμφισβητήσουν τη χρέωση μέσω της τραπέζης της κάρτας που χρησιμοποίησαν και αναμένουν ακόμη την απάντηση, ωστόσο στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας υποστηρίζει ότι διαπιστώσαν ότι η εταιρεία που εμφανίζεται να έχει κάνει τη χρέωση είναι ένα... αμερικανικό γραφείο ενοικίασης αυτοκινήτων.
Μύκονος: Τα καβουροπόδρα και τα κοκτέιλ των 640 ευρώ
Αυτή δεν είναι η πρώτη καταγγελία αυτό το καλοκαίρι που έρχεται στο φως, αφού πριν λίγες ημέρες η Brenda Moulton από το Τέξας και η 19χρονη κόρη της Kaylea ισχυρίστηκαν επίσης ότι εξαπατήθηκαν πληρώνοντας 641,15 δολάρια για δύο καβουροπόδαρα και δύο μοχίτο όταν επισκέφθηκαν το ίδιο εστιατόριο στη Μύκονο, τον Μάιο.
Η Moulton δήλωσε στη DailyMail.com ότι η τακτική που χρησιμοποιήθηκε εναντίον της ίδιας και της κόρης της ήταν τρομακτικά παρόμοια με αυτή για την οποία παραπονέθηκε η Lamphere.
«Αυτό συμβαίνει εδώ και πολύ καιρό… [και] κάποιος θα πάθει κακό. Δεν φοβούνται την αστυνομία, την κυβέρνηση ή οτιδήποτε άλλο», δήλωσε η Moulton. «Νομίζω ότι στοχοποιούν γυναίκες και τουρίστες… Μας κορόιδευαν [όταν είπαμε] ότι θα καλέσουμε την αστυνομία. Δεν τους νοιάζει».
Είπε ότι η καταγγελία που έκανε για το εστιατόριο στην τοπική αστυνομία βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, αλλά το ταξιδιωτικό της γραφείο, ο δικηγόρος της και οι ντόπιοι κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους.
Ανέφερε ότι και στη δική της περίπτωση ζητήθηκε να μπει στο εσωτερικό του καταστήματος για να πληρώσει κάτι που την φόβισε. Χαρακτήρισε τους Μυκονιάτες επίσης θύματα αυτών των πρακτικών, δεδομένου του ντόρου και της κακής φήμης που δημιουργείται ενώ όπως είπε «όλα τα υπόλοιπα που κάναμε εκεί ήταν τόσο υπέροχα. [Και μετά το περιστατικό], οι άνθρωποι μας φρόντισαν και φρόντισαν να ξέρουμε ότι είμαστε καλά. Μας αγκάλιασαν".
Η Moulton δήλωσε ότι πολλές φορές η τοπική αστυνομία δεν μπορεί να κάνει τίποτα επειδή οι καταγγελίες επικεντρώνονται στις υψηλές τιμές, αλλά έχει παροτρύνει τους ανθρώπους να κάνουν γνωστές τις εμπειρίες τους.