Ένας στους τρεις εμφάνισε καταθλιπτικά συμπτώματα την περίοδο της πανδημίας, με νέα ερευνητικά στοιχεία να αποκαλύπτουν όμως ότι οι οι ηλικιωμένοι που μένουν μόνοι τους είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν κατάθλιψη.

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο McMaster του Καναδά, χρησιμοποιώντας στοιχεία περισσότερων από 50 χιλιάδων μεσηλίκων από την Canadian Longitudinal Study on Aging (CLSA), διαπίστωσαν ότι το 43% των ενηλικών ηλικίας 50 και άνω βίωναν μέτρια ή και σοβαρά συμπτώματα κατάθλιψης με το ξέσπασμα της πανδημίας, συμπτώματα που χειροτέρευαν με την πάροδο του χρόνου. Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο Nature Aging, όπως αναφέρει το ygeiamou.

«Όσοι ήταν κοινωνικά απομονωμένοι, δεν ήταν υγιείς και προέρχονταν από χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα είχαν περισσότερες πιθανότητες να επιδεινωθούν τα συμπτώματα της κατάθλιψης, σε σύγκριση με την κλινική κατάσταση πριν από την πανδημία» σημειώνει ο Parminder Raina, καθηγητής στο Τμήμα Ιατρικών Ερευνών, Μεθόδων και Επιπτώσεων στην Υγεία και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών στο Πανεπιστήμιο McMaster και επικεφαλής της έρευνας.

Για την έκβαση των αποτελεσμάτων τους, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από τηλεφωνικές και διαδικτυακές έρευνες με στόχο να εξετάσουν τους παράγοντες που σχετίζονται τόσο με την υγεία όσο και με το κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο των συμμετεχόντων, όπως το εισόδημα και η συμμετοχή στα κοινά, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον επιπολασμό των συμπτωμάτων της κατάθλιψης κατά τη διάρκεια του αρχικού lockdown, από τον Μάρτιο του 2020 και μετά την κατάργηση των περιορισμών.

Οι ευθύνες για την φροντίδα την οικογένειας, η αποξένωση από την οικογένεια, οι οικογενειακές συγκρούσεις και η μοναξιά συσχετίστηκαν με μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης μέτριας ή σοβαρής καταθλιπτικής διαταραχής τα συμπτώματα της οποίας χειροτέρευαν με την πάροδο του χρόνου.

Οι γυναίκες και σε αυτή την περίπτωση ήταν αυτές που βάλλονταν περισσότερο από τα συμπτώματα της κατάθλιψης σε σύγκριση με τους άντρες.

Σε γενικό πλαίσιο, οι ηλικιωμένοι είχαν διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν συμπτώματα κατάθλιψης κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε σύγκριση με την περίοδο πριν την πανδημία. Ωστόσο, όσοι είχαν χαμηλότερο εισόδημα και ήταν λιγότερο υγιείς, είτε λόγω υποκείμενων νοσημάτων είτε λόγω προβλημάτων υγείας που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είχαν μεγαλύτερη ευαλωτότητα στα καταθλιπτικά συμπτώματα.

Συνοψίζοντας, ο καθηγητής Parminder Raina επισημαίνει ότι «αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας στην ψυχική υγεία παραμένουν και μπορούν να επιδεινωθούν με την πάροδο του χρόνου και υπογραμμίζουν την ανάγκη για προσαρμοσμένες παρεμβάσεις σχετικά με την αντιμετώπιση των παραγόντων που προκαλούν τα αρνητικά συναισθήματα και τους τρόπους που μπορούν να ανακουφιστούν οι ηλικιωμένοι».