Η Μαργαρίτα Νικολαΐδη ήταν αυτή που σήκωσε το τρόπαιο του MasterChef 5, και με αυτόν τον τρόπο έβαλε στον τραπεζικό της λογαριασμό το νούμερο των 50.000 ευρώ ενώ πριν την παρουσία της στον μεγάλο τελικό είχε καταφέρει να εξασφαλίσει και το Silver award που ισούται με άλλες 10.000 ευρώ.

Για το συνολικό ποσό που συγκέντρωσε, για τον τρόπο αξιοποίησης του αλλά και για τα επόμενα επαγγελματικά της βήματα στον χώρο της τηλεόρασης μίλησε σε συνέντευξη της η μεγάλη νικήτρια της πέμπτης σεζόν του διαγωνισμού μαγειρικής του Star.

Για το πώς έζησε το παιχνίδι από την αρχή μέχρι το τέλος:
Με το που μπήκα στο πλατό, ψάρωσα. Δημοσιογράφοι, κάμερες, κριτές, κουζίνες. Λέω θα μείνω κι όσο αντέξω. Δεν είχα στο μυαλό μου σενάρια και στρατηγικές. Το ’χα πει και στον Χρήστο. Εγώ, του λέω, θέλω να είμαι ο εαυτός μου και σε όποιον αρέσω. Στο σπίτι με δυσκόλεψε λίγο η συγκατοίκηση και ο ανταγωνισμός. Δυο-τρεις φορές είπα «τι ήρθα τώρα να κάνω εγώ εδώ;». Δεν μπορώ τις εντάσεις, τις κόντρες, τις ίντριγκες.

Πώς γίνεται να σε απαξιώνουν όταν δεν τους δίνεις δικαιώματα;
Το ξεπέρασα γρήγορα με λίγο κλάμα και με ένα «ε, δεν πάτε τώρα να…». Αν με ρωτήσεις τώρα, θα σου πω ότι από το MasterChef 5 κρατάω τους υπέροχους ανθρώπους που γνώρισα. Όχι μόνο τους παίκτες, αλλά και τα παιδιά πίσω από τις κάμερες. Η πρώτη μου αποχώρηση ήταν μια αλυσίδα ατυχιών και μετά δεν ήθελα να ξαναμπώ. Είχα έναν εγωισμό. Δεν ήθελα να μπω και να αποτύχω ξανά. Με παρότρυνε ο Χρήστος και τελικά μου βγήκε σε καλό.

Στον τελικό όλοι είπαν ότι ήταν μια μάχη μεταξύ του καλού και του κακού.
Εγώ δεν το είδα έτσι, γιατί και ο Διονύσης είναι καλός, μαγειρικά τουλάχιστον. Είναι λίγο κυκλοθυμικός, αλλά τώρα που τον γνώρισα εκτός παιχνιδιού μού φάνηκε πολύ διαφορετικός, όχι τόσο οξύθυμος όσο φαινόταν στο παιχνίδι. Μη γελιόμαστε. Κανείς δεν σου βάζει το μαχαίρι στον λαιμό για να είσαι κάπως. Όσοι βγήκαν κακοί χαρακτήρες μόνοι τους το επιδίωξαν.

«Το έπαθλο θα το κρατήσω για καβάτζα, να ’χω κάτι στην άκρη για μια ώρα ανάγκης»
Δεν σκοπεύω να ανοίξω δικό μου εστιατόριο. Δεν αρκεί να ξέρεις να μαγειρεύεις, πρέπει να ξέρεις και να διοικείς, κι εγώ αυτό δεν το κατέχω. Θέλω να δουλέψω στις κουζίνες άλλων σεφ, να πάρω εμπειρίες ή να κάνω κάτι στην τηλεόραση που να μου ταιριάζει. Ίσως κάτι ταξιδιωτικό, να γυρνάμε την Ελλάδα με μια παρέα και να μαγειρεύουμε. Δεν καίγομαι να φάω τη θέση κάποιου, θέλω να έχω ουσιαστική επαφή με τον κόσμο. Δεν μου λέει τίποτα το να κάθομαι σε μια κουζίνα μπροστά από μια κάμερα και να μαγειρεύω έτσι απρόσωπα.

Πριν από έναν μήνα, μετά τη νίκη μου, είχα πολλές προτάσεις και ένιωσα να βυθίζομαι στο χάος. Τηλεοπτικά, διαφημιστικά, περιοδικά. Δεν τα ξέρω εγώ όλα αυτά, είναι άγνωστα νερά. Είμαι και λίγο αφελής, για να πω την αλήθεια. Θα βρω, όμως, τι θα κάνω. Δεν με φοβάμαι. Ο Πάνος Ιωαννίδης μού είχε πει κάτι πολύ τιμητικό, που ακόμα όταν το σκέφτομαι μου δίνει δύναμη. Είχε πει ότι έχω ένα ταλέντο να φαντάζομαι τη γεύση. Ισχύει. Μέχρι τότε δεν το ’χα καταλάβει, αλλά, όταν το είπε, κάτι ξύπνησε μέσα μου. Έτσι ακριβώς μαγειρεύω. Ξεκινάω με τη σκέψη τού τι θα μου άρεσε εμένα να φάω. Θα μου άρεσε να δοκιμάσω παστουρμά με φράουλες; Αν πω ναι, θα το φτιάξω και θα ’ναι και νόστιμο.

Με έχει τρομάξει λίγο η τηλεόραση, αυτή η ξαφνική δημοσιότητα. Σου φοράνε ταμπέλες στην TV. Εγώ πήρα την ταμπέλα του λαϊκού-καλού παιδιού. Όχι ότι δεν μου αρέσει, ίσα ίσα, αλλά όσο περνάει ο καιρός θα ξεχαστεί κι αυτό, θα ’ρθει ένας άλλος να πάρει τη θέση σου και θα ξεφουσκώσεις. Η μαμά μου τις προάλλες μίλησε αυθόρμητα σε μια πρωινή εκπομπή για τον θάνατο του πατέρα μου και αισθάνθηκα πολύ άβολα. Τι χρειάζεται να ξέρει ο κόσμος πού μεγάλωσα εγώ και τι έχω περάσει; Σε τι αποσκοπεί; Σε έναν διαγωνισμό μαγειρικής μπήκα. Αν ήθελα να πουλήσω το δράμα μου, θα πήγαινα σε άλλη εκπομπή.