Με την τριήμερη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής επί του εργασιακού νομοσχεδίου να ολοκληρώνεται με μία ψηφοφορία, που επεφύλασσε εκπλήξεις μόνο ως προς την υπερψήφιση πολλών επιμέρους άρθρων από την αντιπολίτευση και έγκριση των επίμαχων αποκλειστικά από τη ΝΔ, κυβέρνηση και αντιπολίτευση επιχειρούν να κάνουν μία πρώτη, πολιτική και κοινωνική αποτίμηση της «μητέρας των μαχών», όπως χαρακτηρίστηκε η σύγκρουση για τις αλλαγές που επιφέρει το νέο πλαίσιο στις εργασιακές σχέσεις.

Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε επί της αρχής από τους 158 βουλευτές της ΝΔ, η οποία διατήρησε τη συνοχή της μεν, αλλά δεν κατάφερε να προσελκύσει άλλους συμμάχους στο κεντρικό διακύβευμα της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας (και οι 142 της αντιπολίτευσης καταψήφισαν). Έδρεψε ωστόσο κέρδη στις ψηφοφορίες επί των άρθρων, αφού σχεδόν τα μισά υπερψηφίστηκαν με συντριπτική πλειοψηφία – ορισμένα ξεπέρασαν και τις 250 ή και τις 280 ψήφους (ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε 55 άρθρα και το ΚΙΝΑΛ 57).

Η σύγκρουση στη Βουλή ήταν σκληρή και οι προσωπικές αιχμές μεταξύ Κυριάκου Μητσοτάκη και Αλέξη Τσίπρα έδωσαν και πήραν, με τη Φώφη Γεννηματά και τους άλλους αρχηγούς να μπαίνουν στο χορό. Η αντιπολίτευση σφυροκόπησε την κυβέρνηση, παρότι ήταν σαφές από την αρχή ότι το νομοσχέδιο θα περνούσε άνετα, αλλά στο κοινωνικό μέτωπο και σε σχέση με τις αντιδράσεις άλλων εποχών, οι κινητοποιήσεις ήταν μάλλον ξέπνοες. Φιλότιμες μεν, αλλά όχι με το δυναμισμό και τη μαζικότητα προηγούμενων ανάλογων περιπτώσεων. Οι κινητοποιήσεις αυτές έδωσαν πάντως τη δυνατότητα σε όλες τις πλευρές να μιλούν για πολιτικά κέρδη και να βλέπουν το ποτήρι από τη βολική γωνία που θέλει κάθε μία - άλλες μισογεμάτο και άλλες μισοάδειο. Η μεν κυβερνητική πλευρά μπορεί να μιλά για μία μεγάλη πολιτική κίνηση, που δεν αντιμετώπισε τις σφοδρές κοινωνικές αντιστάσεις που προμήνυαν κάποιοι και ότι η κοινωνική πλειοψηφία επικροτεί τις αλλαγές και απομονώνει ακόμη περισσότερο τους συνδικαλιστές. Η δε αντιπολίτευση είδε τις κινητοποιήσεις για τα εργασιακά ως εφαλτήριο για κοινωνικές αντιδράσεις στο μέλλον και δείχνει ικανοποιημένη, ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το Κίνημα Αλλαγής από την «επιστροφή» τους στους δρόμους και την επανασύνδεσή τους με τα κινήματα των εργαζομένων.

Η κυβέρνηση έχει λόγους να είναι ικανοποιημένη διότι εφαρμόζει μία ακόμα μεταρρύθμιση, που περιλαμβανόταν στις προεκλογικές της δεσμεύσεις και να στέλνει μήνυμα ότι δεν θα σταματήσει τις αλλαγές, τις οποίες θέλει να κάνει στη χώρα. Θεωρεί ότι ενισχύεται έτσι το μεταρρυθμιστικό της προφίλ, αλλά και επιβεβαιώνεται η αποφασιστικότητά της να εφαρμόζει δύσκολες τομές, που τη φέρνουν αντιμέτωπη με καταστάσεις δεκαετιών.

Εκτιμά επίσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και η ελάσσονα αντιπολίτευση αποκαλύφθηκαν και εκτέθηκαν τελικά με τις κορώνες κατά του νομοσχεδίου, καθώς τελικά αναγνώρισαν και δια της ψηφοφορίας, ότι το νέο πλαίσιο περιλαμβάνει μία σειρά από θετικές διατάξεις. Και καταγράφει ως νίκη το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τόλμησε καν να καταθέσει πρόταση μομφής κατά του υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη, όπως αρχικά είχε κυκλοφορήσει.

Από την άλλη, η αντιπολίτευση θεωρεί ότι η κυβέρνηση, παρά την προσπάθεια που έκανε να εξωραΐσει το νομοσχέδιο, περιλαμβάνοντας σε αυτό ως δικές της παρεμβάσεις τις υποχρεώσεις της χώρας από διεθνείς συνθήκες για τα εργασιακά, απομονώθηκε πολιτικά. Ειδικά από τον ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνουν τη σκληρή κριτική που άσκησε η Φώφη Γεννηματά στο νομοσχέδιο, κάτι που φάνηκε να προκαλεί ενόχληση στο κυβερνητικό στρατόπεδο, ειδικά με τις οξείες εκφράσεις που χρησιμοποίησε.

Ο κ. Μητσοτάκης την κατηγόρησε μάλιστα για «κρεσέντο μηδενισμού, με αφορισμούς, με αναμάσημα ξεπερασμένων κλισέ, όλα μαύρα στην χώρα και στο νομοσχέδιο. Είχα την εντύπωση πως άκουγα τον κ. Τσίπρα. Μεταξύ του πρωτότυπου και του αντιγράφου πάντα το πρωτότυπο θα επιλέγουν οι πολίτες. Αλλά αυτό είναι θέμα που αφορά εσάς», σημείωσε ο πρωθυπουργός.

Στην Κουμουνδούρου αποτιμούν ως θετικό στοιχείο το γεγονός ότι δημιουργήθηκε ένα συμπαγές μέτωπο από τις «προοδευτικές/αριστερές» δυνάμεις έναντι της «δεξιάς κυβέρνησης» σε ένα τόσο κρίσιμο μέτωπο και το θεωρούν παρακαταθήκη για το μέλλον. Ανεξαρτήτως εάν η στάση της κυρίας Γεννηματά υποκρύπτει μία γενικότερη όξυνση στην αντιπολιτευτική της τακτική ή πολύ περισσότερο εάν οδηγεί, όπως θα ήθελαν κάποιοι, σε μία πιο στενή συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ (που μάλλον δεν οδηγεί a priori σε κάτι τέτοιο), φαίνεται να διαμορφώνεται ένα πεδίο κοινής δράσης.

Πολλά πάντως θα εξαρτηθούν από τη συνέχεια, σύμφωνα με τους πλέον ψύχραιμους όλων των πλευρών: Οι μεν της κυβερνητικής πλειοψηφίας ελπίζουν ότι οι αλλαγές θα ενισχύσουν την αναπτυξιακή προσπάθεια και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, ενώ θα εκτιμηθούν από τους εργαζόμενους οι σημαντικές πρόνοιες που περιλαμβάνει το νομοσχέδιο για την καθιέρωση και προστασία δικαιωμάτων τους. Οι δε της αντιπολίτευσης αναμένουν ότι ειδικά οι οικονομικές απώλειες των εργαζομένων από τη μείωση του εργατικού κόστους λόγω της αλλαγής στο καθεστώς με τις υπερωρίες, θα αποτελέσουν στη συνέχεια «εύφλεκτη ύλη» για έκφραση κοινωνικής δυσφορίας.

Στα αξιοσημείωτα της συζήτησης στη Βουλή είναι και η νέα διάψευση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη των σεναρίων για εκλογές, θέμα για το οποίο προκάλεσαν τον πρωθυπουργό τόσο ο Αλέξης Τσίπρας, όσο και η Φώφη Γεννηματά.