Ο κόσμος είναι αυτή τη στιγμή χωρισμένος σε τρεις κατηγορίες χωρών με Covid-19. Η πρώτη είναι οι χώρες με πολλά πρόσφατα κρούσματα που όμως αντισταθμίζονται από εντατικές εκστρατείες εμβολιασμού, όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία.

Η δεύτερη περιλαμβάνει χώρες όπως η Αυστραλία, η Ιαπωνία και η Κίνα, με λίγα εμβόλια αλλά και λίγα κρούσματα. Ο υπόλοιπος κόσμος αποτελείται από χώρες με πολλά νέα κρούσματα και όχι αρκετούς εμβολιασμούς. Η ηπειρωτική Ευρώπη είναι η μοναδική μεγάλη, εύπορη περιοχή που ανήκει σε αυτή την ατυχή κατηγορία. Πρόκειται για μία αναπάντεχη εξέλιξη για μία ήπειρο που πίστευε ότι τα είχε καταφέρει αρκετά καλά στην πρώτη φάση της πανδημίας.

Αναζωπύρωση διαρκείας

Περίπου το ένα τέταρτο όλων των κρουσμάτων και θανάτων από Covid-19 από τις αρχές του έτους συγκεντρώνεται στις χώρες της ΕΕ, των οποίων οι κάτοικοι αποτελούν μόλις το 6% του παγκόσμιου πληθυσμού, σύμφωνα με τα στοιχεία του περιοδικού Economist, που συλλέγει δεδομένα από τις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες. Η αύξηση των μολύνσεων που ξεκίνησε πριν από έξι περίπου μήνες συνεχίζεται επίμονα. Αυτή την εβδομάδα η Ιταλία έγινε η έκτη (και μικρότερη) χώρα που κατέγραψε πάνω από 100.000 θανάτους.

Η αναζωπύρωση της πανδημίας ώθησε άλλες χώρες, όπως το Ισραήλ και η Βρετανία, να ενισχύσουν στο μάξιμουμ τα προγράμματα εμβολιασμού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όμως έκανε λάθη κατά την παραγγελία εμβολίων για όλη την Ένωση το καλοκαίρι, και δεν κατάφερε να εξασφαλίσει αρκετές δόσεις αρκετά νωρίς. Ακόμα χειρότερα, σε κάποιες χώρες τα εμβόλια που έχουν παραδοθεί παραμένουν αχρησιμοποίητα σε ψυγεία και καταψύκτες – κάτι για το οποίο ευθύνονται οι εθνικές αρχές. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι έχουν χορηγηθεί μόνο 10 δόσεις εμβολίου σε κάθε 100 Ευρωπαίους, σε σύγκριση με 28 δόσεις στις ΗΠΑ και 35 στη Βρετανία.
Οι επιπτώσεις

Σε συνδυασμό με την αύξηση των μολύνσεων από μεταλλάξεις που είναι πιο μεταδοτικές – και τώρα κυριαρχούν από την Πορτογαλία έως την Πολωνία – το αποτέλεσμα είναι μία πανδημία που ενδέχεται να επιμείνει για μήνες ακόμα. Οι επιπτώσεις θα φανούν στα νοσοκομεία, που σε κάποιες χώρες έχουν ήδη γεμίσει: οι υγειονομικές αρχές στη Γαλλία αποφάσισαν να μειώσουν κατά 40% όλες τις ιατρικές επεμβάσεις που δεν σχετίζονται με την Covid-19.

Οι επιπτώσεις θα φανούν επίσης στην οικονομία. Στις 9 Μαρτίου ο ΟΟΣΑ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προοπτικές ανάπτυξης για την Ιταλία και τη Γαλλία, ενώ ταυτόχρονα τις αναθεώρησε προς τα πάνω για τις ΗΠΑ. Σε όλη την ΕΕ, μεγάλα τμήματα της οικονομίας μοιάζει πιθανό να παραμείνουν κλειστά – και με κρατική υποστήριξη – για μήνες.

Δύσκολη άσκηση ισορροπίας

Πολιτικά, οι κυβερνήσεις αναγκάζονται να ισορροπήσουν την αναγκαιότητα για lockdown με την αισθητή κούραση του κόσμου. Η Ιταλία εξετάζει νέα μέτρα περιορισμού. Η Γαλλία εξακολουθεί να επιβάλει απαγόρευση κυκλοφορίας τα βράδια, αλλά κρατάει τα σχολεία ανοιχτά. Η Γερμανία χαλάρωσε τους περιορισμούς ακριβώς τη στιγμή που οι μολύνσεις αυξάνονται, ελπίζοντας να σωθεί με επιπλέον εμβολιασμούς και ελέγχους. Η Ισπανία τα πάει κάπως καλύτερα, άλλες χώρες όμως, όπως η Εσθονία, αντιμετωπίζουν απότομη αύξηση κρουσμάτων.

Η ενότητα μεταξύ των μελών της ΕΕ δοκιμάζεται. Εθνικά σύνορα που επί της ουσίας δεν υπήρχαν πια, εμφανίστηκαν και πάλι, όπως μεταξύ Γερμανίας και Βελγίου, προκειμένου να αποκλειστούν οι μολυσμένοι γείτονες.

Η μεγαλύτερη δυσκολία, και πηγή μεγάλης πολιτικής έντασης, είναι η έλλειψη εμβολίων. Οι εθνικές κυβερνήσεις είναι σιωπηλά έξαλλες με την Επιτροπή για τα λάθη στη διαχείριση, ενώ οι Βρυξέλλες επιρρίπτουν ευθύνες στις φαρμακευτικές εταιρείες. Κάποιες χώρες αρχίζουν να παραγγέλνουν μόνες τους εμβόλια που ακόμα δεν έχουν λάβει έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων.

Βελτίωση από τον Απρίλιο

Η ΕΕ προσπαθεί τώρα να δείξει ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί σύντομα. Από τον Απρίλιο αναμένονται περίπου 100 εκατομμύρια δόσεις μηνιαίως, διπλάσιες από τον Μάρτιο και αρκετές για να έχει εμβολιαστεί το 70% των ενήλικων Ευρωπαίων έως τα τέλη Ιουλίου.

Αυτό όμως εξακολουθεί να σημαίνει ελλείψεις μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Το χάος της προμήθειας εμβολίων είχε τουλάχιστον ως αποτέλεσμα να επικεντρωθεί η Ευρώπη στη χορήγηση αυτών των λίγων δόσεων σε όσους τις έχουν περισσότερο ανάγκη, δηλαδή στους ηλικιωμένους. Αυτό θα αρχίσει να μειώνει τον αριθμό των θανάτων. Οι εθνικές αρχές αναζητούν αγωνιωδώς τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τα εμβολιαστικά προγράμματα φέρνουν αυτό το αποτέλεσμα, όπως στις ΗΠΑ και στη Βρετανία. Μέχρι να συμβεί αυτό, η Ευρώπη θα παραμένει εγκλωβισμένη σε μία πανδημία που οι υπόλοιποι αρχίζουν να αφήνουν πίσω τους.