Αναμφίβολα ο Μαυροκορδάτος υπήρξε από τις κορυφαίες αν και εξόχως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, κατά την διάρκεια της δημιουργίας του νεοπαγούς ελληνικού κράτους. Υπήρξε αξιοσημείωτη περίπτωση και χαρισματική αλλά και εκείνος ο οποίος θα προσπαθούσε όσο κανείς άλλος για να δώσει την κατεύθυνση για την δημιουργία της νεαρής Ελλάδας.

Και αυτό γιατί ο ίδιος, διέθετε ένα ελκυστικότατο για την εποχή υπόβαθρο, συμμετέχοντας στην Επανάσταση σε ηλικία 30 ετών, «κουβαλώντας» περγαμηνές διοικητικής εμπειρίας από τον θείο του που βρισκόταν στην αυλή του Σουλτάνου και υπηρετούσε ως διοικητής της Βλαχίας. Και ίσως αυτό να ήταν και ένα από τα στοιχεία που αντιμετωπιζόταν με αρκετή καχυποψία από τους υπόλοιπους ηγέτες της Επανάστασης, κάνοντας διακριτές από νωρίς τις μεταξύ τους διαφορές. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως ο Μαυροκορδάτος ως γνήσιος ετερόχθονας(Έλληνας της διασποράς θα λέγαμε σήμερα) δεν είχε καν επισκεφθεί πριν,  τα εδάφη για τα οποία είχε ορκιστεί να πολεμήσει.

Και μάλιστα  οι διαφορές με την υπόλοιπη ηγεσία της Επανάστασης δεν σταματούσαν εκεί. Ειδικότερα,  ο Μαυροκορδάτος, ευφυής και γνώστης 8 γλωσσών, σίγουρα δεν θα ένιωθε άνετα ανάμεσα στον Υψηλάντη και τον αρχιστράτηγο της Επανάστασης, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη ακόμα και για τις ενδυματολογικές του επιλογές. Το ημίψηλο, η ρεντιγκότα και τα παχιά του γυαλιά ήταν στην ημερήσια διάταξη ακόμα και όταν οι εθελοντές των επιχειρήσεων φορούσαν τις τοπικές οθωμανικές φορεσιές ή ταυτόχρονα οι Υψηλάντηδες παρουσιάζονταν στα συμβούλια με το τσαρικό ένδυμα. Ο διακριτός του πολιτικός ρόλος όμως, δεν αναλωνόταν μόνο  σε επίπεδο συμβολισμών καθώς η «απόσταση του» ήταν εμφανής και σε σχέση με τον Όθωνα αλλά και τον πολιτικό του προστατευόμενο, τον Ιωάννη Κωλέττη. Ο Μαυροκορδάτος υπήρξε εκείνος που θα χάραζε πρώτος την διαδικασία επέκτασης του νέου βασιλείου με αποκλειστικά διπλωματικούς χειρισμούς. Αποτελώντας μια ιστορική «προοικονομία» για τα εγχειρήματα του Χαρίλαου Τρικούπη και του Γεωργίου Θεοτόκη.

Αξίζει να σκύψει κανείς πάνω σε ένα περιστατικό που αποδεικνύει  την θεσμική προσήλωση του Μαυροκορδάτου(σε απόλυτα ρεαλιστικό βαθμό) αλλά και την ψύχραιμη αντίληψη του γύρω από πρόσωπα και καταστάσεις. Αμέσως μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 και ενώ στην ουσία η χώρα είχε κηρύξει χρεοστάσιο, απευθυνόμενος στον Κωλέττη αναρωτήθηκε πως θα κατάφερνε τώρα η χώρα να πληρώσει τις υποχρεώσεις  προς τους δανειστές της. Δείγμα της προσήλωσης του στην διεθνή εικόνα του νεοσύστατου κράτους που είχε πληγεί σοβαρά. Τότε όμως εισέπραξε μια «πληρωμένη» απάντηση από τον ηγέτη του Γαλλόφιλου κόμματος πως «το θέμα είναι πως δεν θα τα ξεπληρώσουμε»!

Σίγουρα όμως,  οι αντιθέσεις του με τον Κωλέττη δεν σταματούσαν εκεί. Από την μια ο Ηπειρώτης πολιτικός πίστευε στον αλυτρωτισμό ως την πανάκεια για την εθνική ολοκλήρωση και πως η εδαφική επέκταση του κράτους θα έλυνε ως δια μαγείας τις εσωτερικές του αδυναμίες. Στον αντίποδα ο Μαυροκορδάτος, πίστευε πως η Ελλάδα έπρεπε να έχει σταθερά την «πυξίδα» της προσανατολισμένη στην ευστάθεια ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους, με αξιόμαχες ένοπλες δυνάμεις, ώστε κάθε επεκτατική περιπέτεια να βασίζεται στους κανόνες του ρεαλισμού.

Και παρότι ο Κωλέττης επεδίωκε την ασάφεια και η Μεγάλη Ιδέα της οποίας ήταν ο αδιαμφισβήτητος εισηγητής , δεν εκφράστηκε ποτέ από τον ίδιο με ένα κάποιο μίγμα πολιτικής, ο Μαυροκορδάτος ως γνήσιος κοσμοπολίτης στα χρόνια μετά την Επανάσταση, ήθελε να κερδίσει την «εύνοια της Δύσης». Είχε σταθερή την πεποίθηση πως η Ελλάδα έπρεπε να δείξει από νωρίς στους Ευρωπαίους πως είναι «ευημερούσα, φιλική και αλλαγμένη», μέσω μιας «επικοινωνιακής» αντεπίθεσης λογίων ανδρών στον ξένο Τύπο, κατά τους πρώτους καιρούς της κρατικής συγκρότησης.

Γι’ αυτό και όταν ο Όθωνας του προσέφερε την προεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου αρνήθηκε επικαλούμενος την τιμή του, όταν ο Βαυαρός βασιλιάς αρνήθηκε να περιορίσει την εξουσία των πρώην αντιβασιλέων. Ίσως και ο ίδιος από τότε προσπαθούσε σε  μια εντελώς διαφορετική εποχή να πετύχει μια νίκη της πολιτικής, έναντι των «εξωθεσμικών κέντρων».

Ο Διονύσης Γ. Γράψας είναι ιστορικός και εργάζεται στην δευτεροβάθμια ιδιωτική εκπαίδευση