Το νομοσχέδιο της Υπουργού Παιδείας που αφορά τις μεταρρυθμίσεις στα Πανεπιστήμια, έρχεται δυστυχώς να επιβεβαιώσει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τις ακραία νεοφιλεύθερες απόψεις της κυβέρνησης για την Παιδεία. Το εν λόγω νομοσχέδιο όχι μόνο δεν αφουγκράζεται τα πραγματικά προβλήματα που επικρατούν στο χώρο της Παιδείας και της εκπαίδευσης αλλά αντ'αυτού έρχεται να δημιουργήσει και άλλα με τελικό στόχο να υποβαθμίσει τα δημόσια Πανεπιστήμια. 

Η κυβέρνηση, με περισσή αναλγησία, μας ανακοίνωσε πριν από λίγες μέρες ένα νομοσχέδιο του οποίου βασικός πυλώνας αποτελεί η μείωση των φοιτητών και η πρόσληψη αστυνομικών. Με άγνοια της πραγματικότητας, προαναγγέλει περικοπή στην εισαγωγή των εισακτέων και μια  «έμμεση» επιστροφή της βάσης του 10, καθώς αναθέτει στα εκάστοτε τμήματα να διαμορφώσουν τα ίδια  τον αριθμό των εισακτέων τους, κάτι το οποίο είναι εντελώς αυθαίρετο. Δύο ενέργειες οι οποίες με πρόχειρους υπολογισμούς θα αφήσουν εκτός Πανεπιστημίων 20.000 νέες και νέους. 20.000 παιδιά που θα δουν τα όνειρά τους να γκρεμίζονται, τις προσπάθειες αυτών και των οικογένειών τους να ματαιώνονται και μια κυβέρνηση που αδιαφορεί επιδεικτικά για το μέλλον τους. Φυσικά, απώτερος στόχος αυτής της κίνησης δεν είναι άλλος από την έμμεση ώθηση των χιλιάδων αυτών νέων στα κολλέγια αλλά και σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.

 Ένα νομοσχέδιο «δώρο» προς τους κολλεγιάρχες, δεδομένου ότι για την εγγραφή κάποιου στο κολλέγιο, η κυρία Υπουργός δε θεσπίζει, φυσικά, βάση του 10, (μπορεί να εγγραφεί κάποιος ακόμα και αν έχει γράψει μηδέν), αρκεί βέβαια να μπορεί η οικογένειά του να πληρώσει τα δίδακτρα. Για τα παιδιά όμως των οποίων οι οικογένειες δεν δύνανται να επωμιστούν αυτό το οικονομικό βάρος (εν μέσω μιας καταστροφικής πανδημίας που έχει συρρικνώσει τα εισοδήματά τους) ή πολύ απλά δε θέλουν να στείλουν τα παιδιά τους σε κολλέγια, δεν υπάρχει καμία απολύτως μέριμνα. Σε αυτό λοιπόν το σημείο είναι που φαίνεται η σκληρή απάθεια της κυβέρνησης απέναντι σε παιδιά που θέλουν να μορφωθούν αλλά δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να το κάνουν. Ταυτοχρόνως,  εξισώνει τα πτυχία των πανεπιστημίων με αυτά των κολλεγίων, υποχρεώνοντας μάλιστα τα επιμελητήρια να εγγράφουν τους αποφοίτους των κολλεγίων και τους αφαιρεί το δικαίωμα να κρίνουν τις  αιτήσεις. Το ΤΕΕ με ανακοίνωση του προέδρου του κάνει λόγω για αντισυνταγματική τροπολογία που κατατέθηκε εν κρυπτώ και χωρίς διάλογο με τους αρμόδιους φορείς. Συνεπώς, γίνεται ξεκάθαρη η εμμονή της Νέας Δημοκρατίας να μετατρέπει την Παιδεία σε ένα πεδίο πελατειακών σχέσεων, να εμπορευματοποιεί τη γνώση και να διευρύνει και άλλο τις ανισότητες, λειτουργώντας πάντα με το δόγμα της κακώς εννοούμενης «αριστείας».

Η κυβέρνηση λοιπόν την στιγμή που μετατρέπει τα λύκεια σε εξεταστικά κέντρα (διπλασιάζοντας τα εξεταζόμενα μαθήματα), που θεσπίζει την τράπεζα θεμάτων, που επαναφέρει αναχρονιστικές αντιλήψεις περί «διαγωγής» στα απολυτήρια, που μειώνει απροκάλυπτα των αριθμό των εισακτέων στα πανεπιστήμια, που μείωνει τον προϋπολογισμό χρηματοδότησης των πανεπιστημίων, που δεν διορίζει νέους καθηγητές, την ίδια ακριβώς στιγμή ανακοινώνει την πρόσληψη 1000 αστυνομικών στα πανεπιστήμια. Απαξιώνοντας για άλλη μια φορά το έργο τους, αντιμετωπίζει τα δημόσια Πανεπιστήμια ως κέντρα ανομίας και παραβατικότητας, θέση η οποία αντιτίθεται  στην απόφαση της Συνόδου των Πρυτάνεων κατά την οποία η παραβατικότητα στα Πανεπιστήμια δε συνιστά σοβαρό πρόβλημα και κατ'επέκταση η Πανεπιστημιακή αστυνομία δεν έχει λόγω ύπαρξης. Σε αυτό το σημείο εύλογα δημιουργείται το ερώτημα γιατί να πρέπει να ιδρυθεί (με αυταρχικό τρόπο) Πανεπιστημιακή αστυνομία, ενώ θα μπορούσαν κάλλιστα να ενισχυθούν οι ήδη υπάρχουσες υποστελεχωμένες δομές φύλαξης; Γιατί θα πρέπει να δαπανηθούν χρήματα για πρόσληψη αστυνομικών και δεν δαπανούνται για το διορισμό καθηγητών, που αποτελεί και το μείζον πρόβλημα των ελληνικών Πανεπιστημίων;

Όπως γίνεται αντιληπτό, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο προάγει την ιδιωτικόποιηση της Παιδείας και αδιαφορεί προκλητικά για τις αληθινές ανάγκες των Πανεπιστημίων. Γιατί τα Πανεπιστήμια για να λειτουργήσουν καλύτερα, δε χρειάζονται αστυνομικούς, χρειάζονται περισσότερους φοιτητές, διορισμούς καθηγητών, μεγάλυτερη χρηματοδότηση, καλύτερη υλικοτεχνική δομή και περισσότερη φοιτητική μέριμνα. Τα Πανεπιστήμιά μας αποτελούν κοιτίδες Παιδείας και Πολιτισμού, όπου μέσα σε αντίξοοες συνθήκες παράγουν υψηλού επιπέδου ακαδημαϊκό και ερευνητικό έργο. Ας τα σεβαστούμε!

Ιωάννα Μπεκίρη, Μαθηματικός, μέλος της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ Αχαΐας