Το πρόγραμμα εμβολιασμού του πληθυσμού έναντι του νέου κορωνοϊού στην Ινδονησία θα αρχίσει την ερχόμενη Τετάρτη 13η Ιανουαρίου, ανακοίνωσε σήμερα ο υπουργός Υγείας της χώρας, ο Μπούντι Γκουνάντι Σαντίκιν.

Ο εμβολιασμός θα ξεκινήσει στην πρωτεύουσα Τζακάρτα, με τον πρόεδρο της χώρας Τζόκο Ουιντόντο να δέχεται την πρώτη δόση, διευκρίνισε ο υπουργός σε ανακοίνωση Τύπου που δημοσιοποίησε, προσθέτοντας πως η εκστρατεία θα συνεχιστεί σε άλλες περιοχές το διήμερο που θα ακολουθήσει.

Η κυβέρνηση ξεκαθάρισε ότι η πρώτη ομάδα του πληθυσμού που θα εμβολιαστεί θα είναι 1,3 εκατ. μέλη του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στην πρώτη γραμμή, που θα λάβουν δόσεις του εμβολίου της Sinovac Biotech. Η δεύτερη ομάδα που θα εμβολιαστεί: οι δημόσιοι υπάλληλοι.

Ήδη, σύμφωνα με τον ινδονησιακό οργανισμό φαρμάκων (BPOM), έχουν διανεμηθεί τουλάχιστον 700.000 δόσεις εμβολίων στη χώρα για να καταπολεμηθούν τα αυξανόμενα κρούσματα κορωνοϊού. Συνολικά, η Τζακάρτα έχει κλείσει συμφωνίες για την προμήθεια 329 εκατ. δόσεων εμβολίων για τον SARS-CoV-2, συμπεριλαμβανομένων αυτού που παράγουν η αμερικανική φαρμακευτική εταιρία Pfizer σε συνεργασία με το γερμανικό εργαστήριο βιοτεχνολογίας BioNTech, καθώς και αυτού που παράγουν η βρετανική φαρμακευτική εταιρεία AstraZeneca σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Στην πρώτη φάση πάντως θα αξιοποιηθεί το CoronaVac της Sinovac, καθώς η Ινδονησία έχει παραλάβει 3 εκατομμύρια αυτού του σκευάσματος. Τα εμβόλια θα χορηγούνται δωρεάν και στόχος είναι η εκστρατεία να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε 15 μήνες. Υπολογίζεται ότι το κόστος της θα ανέλθει σε 74 τρισεκατομμύρια ρουπίες, ή περίπου 4,3 δισεκ. ευρώ, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών.

Η ινδονησιακή δημόσια φαρμακευτική εταιρεία Bio Farma έχει διανείμει 714.000 δόσεις του CoronaVac και στις 32 επαρχίες της χώρας, ανακοίνωσε η ίδια χθες. Η χορήγηση θα αρχίσει μόλις εγκριθεί η χρήση του από τον BPOM, ο οποίος μελετά ακόμη τα δεδομένα των κλινικών δοκιμών του στη Βραζιλία και στην Τουρκία. Ο Μπαμπάνγκ Χεριγιάντο, στέλεχος της Bio Farma, εξήγησε ότι τα εμβόλια διανεμήθηκαν προτού εγκριθεί η χρήση τους για να εξοικονομηθεί κρίσιμος χρόνος.

Τα πρώτα αποτελέσματα έδειξαν πως το CoronaVac είναι αποτελεσματικό κατά 91,25%, ωστόσο ορισμένοι ερευνητές στη Βραζιλία έχουν αναφέρει ότι η αποτελεσματικότητά του ξεπερνά το 50%. Τα πλήρη δεδομένα δεν έχουν δοθεί ακόμη στη δημοσιότητα. Κατά τον υπουργό Υγείας, η χώρα θα πρέπει να ανοσοποιήσει 181 εκατομμύρια ανθρώπους, ή χονδρικά το 67% του πληθυσμού της, για να επιτύχει την επιλεγόμενη ανοσία της αγέλης.

Η στρατηγική για τον εμβολιασμό στην Ινδονησία

Η στρατηγική που προβλέπει ότι αφού εμβολιαστούν οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες υγείας θα ακολουθήσουν οι δημόσιοι υπάλληλοι και το ηλικιακό φάσμα 18 ως 59 ετών προκαλεί συζητήσεις, καθώς φαινομενικά πρόκειται για ετερόδοξη προσέγγιση σε σύγκριση με αυτή χωρών της Δύσης. Η Δρ. Σίτι Νάντια Ταρμίζι, στέλεχος του υπουργείου Υγείας, σημείωσε ωστόσο ότι η προσέγγιση που επιλέχθηκε δεν είναι αναγκαστικά αντίθετη από αυτήν άλλων χωρών. Ο λόγος που επελέγη αυτό το ηλικιακό φάσμα, εξήγησε, είναι πως σε αυτή έγιναν κλινικές δοκιμές εμβολίων στη χώρα.

Οι αρχές περιμένουν συστάσεις από τον BPOM για τον εμβολιασμό των πιο ηλικιωμένων, πρόσθεσε. Ο εφοδιασμός της Ινδονησίας με το εμβόλιο των Pfizer/BioNTech, που θεωρείται κατάλληλο για όλες τις ηλικίες άνω των 18 ετών, αναμένεται να αρχίσει το τρίτο τρίμηνο· οι δόσεις του προϊόντος της AstraZeneca θα αρχίσουν να διανέμονται το δεύτερο τρίμηνο. «Δεν νομίζω ότι μπορεί κανένας πολύ δογματικός για το ποια είναι η σωστή προσέγγιση» ως προς τον εμβολιασμό του πληθυσμού, σημείωσε ο Πίτερ Κόλινιον, πανεπιστημιακός ειδικευμένος στις μολυσματικές ασθένειες στο Australian National University. Η προσέγγιση της Ινδονησίας ενδέχεται να επιβραδύνει την εξάπλωση, χωρίς όμως να μειώσει τον δείκτη θνητότητας, εκτίμησε.

«Το ότι η Ινδονησία ενεργεί διαφορετικά από ό,τι οι ΗΠΑ και η Ευρώπη έχει σημασία, διότι θα μας δείξει αν το αποτέλεσμα θα είναι δραματικά διαφορετικό (…). Δεν νομίζω πάντως ότι ξέρει κανείς την απάντηση» για το ποια στρατηγική θα έχει καλύτερα αποτελέσματα, αναγνώρισε. Ο Ντέιλ Φίσερ, καθηγητής στη Σχολή Ιατρικής Yong Loo Lin στο National University of Singapore, διαβεβαίωσε ότι η προσέγγιση της Ινδονησίας είναι βάσιμη. «Οι νεότεροι ενήλικες είναι γενικά πιο ενεργοί, πιο κοινωνικοί, μετακινούνται και ταξιδεύουν περισσότερο, επομένως αυτή η στρατηγική θα μειώσει τη μετάδοση στην κοινότητα ταχύτερα απ’ ό,τι αν εμβολιάζονταν πρώτα οι μεγαλύτεροι. Φυσικά, από την άλλη, οι πιο ηλικιωμένοι διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν βαριά μορφή της ασθένειας και υψηλότερο κίνδυνο θανάτου. Και οι δύο προσεγγίσεις έχουν αξία».