Στην εντατική COVID 19 η ελληνική οικονομία  προσπαθεί να κρατηθεί «ζωντανή» σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Ο Εφιάλτης της ύφεσης θέτει προ των ευθυνών της την ελληνική κυβέρνηση, η οποία βαδίζει στα «τυφλά» χωρίς σχέδιο. Ας δούμε ορισμένα παραδείγματα ανά κλάδο και τομέα.

 Οι Μικρομεσαίοι σε αφανισμό

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που τόσα χρόνια στηρίζουν την ελληνική οικονομία οδηγούνται από την κυβέρνηση σε αφανισμό. Μέσα στην κρίση της πανδημίας είδαμε ωραίες εξαγγελίες και εφαρμογή μέτρων στήριξης με αποκλειστικά επικοινωνιακό χαρακτήρα αφού στην πραγματικότητα από όλα τα εργαλεία αποκλείεται το 80% των επιχειρήσεων (ενισχύσεις ΤΕΠΙΧ ΙΙ, Ταμείου Εγγυοδοσίας κ.α.). Ακόμα και οι πρόσφατες ενισχύσεις των Περιφερειών για τις επιχειρήσεις αφορούν μόνο μεγάλες επιχειρήσεις που συγκεντρώνουν την κατάλληλη βαθμολογία στα κριτήρια που έχουν τεθεί. Οι μικρομεσαίοι βρίσκουν για μια ακόμα φορά την πόρτα κλειστή. Ο κίνδυνος των λουκέτων δεν είναι απλά ορατός, είναι υπαρκτός. Η κυβέρνηση ολιγωρεί με το θέμα των ενοικίων πετώντας το μπαλάκι στους ιδιόκτητες ακινήτων νίπτοντας τα χέρια της και μεταφέροντας για άλλη μια φορά την ευθύνη στους πολίτες. Η χαριστική βολή δίνεται από το νέο πτωχευτικό κώδικα που είναι βέβαιο ότι δεν προστατεύει την πρώτη κατοικία αντίθετα αφήνει τους αδύναμους δανειολήπτες βορά στις τράπεζες.

Πειραματικοί αυτοσχεδιασμοί στην ενέργεια

Στον τομέα της ενέργειας η κυβέρνηση αυτοσχεδιάζει χωρίς να ξέρει που βαδίζει. Επέλεξε να δημιουργήσει ένα τεράστιο έλλειμμα στο ειδικό λογαριασμό για τις ΑΠΕ, με αποτέλεσμα αντί για τη διάχυση της ωφέλειας να ευνοεί τους λίγους και ισχυρούς των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Αυτή είναι πολιτική απόφαση. Απόφαση που πλήττει συνολικά την οικονομία αφού το κόστος της ενέργειας αφορά όλους τους κλάδους (βιομηχανία, τουρισμό, αγρότες).

Αυτά τα βλέπουμε όλοι καθημερινά και τα ζούμε.

Υπάρχουν όμως κι εκείνα που δεν είναι ορατά με την πρώτη ανάγνωση:

Αποκλεισμοί από τις διαγωνιστικές διαδικασίες

Η ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας 2014/24 που παρέχει κριτήρια για να διασφαλίζεται η δυνατότητα πραγματικού ανταγωνισμού στις διαγωνιστικές διαδικασίες, αξιοποιείται κατά το δοκούν ώστε να αποκλείονται σιγά σιγά από έργα και προμήθειες οικονομικά υγιείς εταιρίες. Συνέβαινε και επί ΣΥΡΙΖΑ: τέτοιες περιπτώσεις κακοδιαχείρισης που εξετάζει (ακόμα) η ευρωπαϊκή υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF).

Με απλά λόγια στις διακηρύξεις  υπάρχον κριτήρια  πιστοληπτικής ικανότητας οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας των διαγωνιζόμενων προκειμένου να εξασφαλίζεται η υλοποίηση του έργου. Τα κριτήρια αυτά θεσπίζονται από τους υπεύθυνους του διαγωνισμού. Πολλοί διαγωνισμοί περιλαμβάνουν υπερβολικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται σωρευτικά από τους συμμετέχοντες. Οι απαιτήσεις αυτές είναι αναίτια υπερβολικές, ξεπερνώντας κατά πολύ τις προδιαγραφές των δημοπρατούμενου έργων και προμηθειών. Όροι ακατανόητοι που παραβιάζουν την ανάπτυξη του ανταγωνισμού κατά την διαγωνιστική διαδικασία και την αρχή της ίσης μεταχείρισης αποκλείοντας εκ των προτέρων μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Επιπλέον οι απευθείας αναθέσεις λόγω του «κατεπείγοντος» πληθαίνουν επικίνδυνα δημιουργώντας και άλλους αποκλεισμούς.

Οικονομία χωρίς σχέδιο

Η οικονομική ανάκαμψη πρέπει να συμβαδίζει με την κοινωνική ενδυνάμωση και την μείωση των ανισοτήτων, με την προστασία του περιβάλλοντος και τις πραγματικές επενδύσεις. Προς το παρόν η κυβέρνηση καταθέτει προϋπολογισμό εκτός τόπου και χρόνου, με κανένα τολμηρό μέτρο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τους αγρότες, τον τουρισμό για το 2021. Αντίθετα, κάνει ευχολόγια επενδύσεων χωρίς να δίνει τα αποτελέσματα τους στην πραγματική οικονομία, υπονομεύει το περιβάλλον με νομοσχέδια ντροπής και δημιουργεί μαύρα κονδύλια σε Υπουργεία. Πλατφόρμες ανοιγοκλείνουν για λίγες ώρες προκειμένου να ενταχθούν σε επενδύσεις φίλοι και γνωστοί. Η κυβέρνηση νομιμοποιεί δαπάνες με άλλοθι τον κορωνοϊό και τοποθετεί μετακλητούς «γαλάζιους στρατιώτες» με αμφίβολα προσόντα  σε θέσεις κλειδιά. Η δημόσια διαβούλευση γίνεται για τα μάτια του κόσμου για λίγες ημέρες και η διαφάνεια μας έχει εγκαταλείψει εδώ και μήνες. Η fast track νομοθέτηση μέσω ΠΝΠ (πράξεων νομοθετικού περιεχομένου) έχει γίνει πανάκεια.

Ο φόβος και η σιωπή

Ταυτόχρονα και σε συνέχεια όλων των παραπάνω, εκατοντάδες εργαζόμενοι ζουν με επιδόματα φτώχειας που η κυβέρνησης φροντίζει να επικοινωνεί με τον πιο κραυγαλέο τρόπο. Με την επιδοματική πολιτική και με τις εξαγγελίες για τα ψίχουλα που θα δοθούν τους συνταξιούχους από τη μια και με τη διασπορά του φόβου και του αγνώστου, η κυβέρνηση προσπαθεί να συγκρατεί μια μεγάλη δεξαμενή ψηφοφόρων ή τουλάχιστον υποστηρικτών με μόνο όπλο το φόβο μήπως έρθει κάτι χειρότερο. Επικοινωνιακά μιλώντας, θα ζούσαμε όλοι σε έναν παράδεισο αν δεν υπήρχαν κάποιοι ανεύθυνοι πολίτες, κάποιοι ανεύθυνοι επαγγελματίες γενικά κάποιοι άλλοι που φταίνε.

Μα τελικά είναι όλα μαύρα; Δεν υπάρχει ελπίδα; Θα μας καταπιεί η λαίλαπα της ύφεσης που καλπάζει και αναμένεται να είναι κοντά στο 10%;

Και βέβαια όχι. Είναι σίγουρα μια δύσκολη και πρωτόγνωρη κατάσταση. Όμως τα εργαλεία που μας δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε συνδυασμό με την χρηστή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων θα μπορούσαν όχι μόνο να μας εξασφαλίσουν την επιβίωση αλλά και να δώσουν στη χώρα μια ώθηση για την επόμενη μέρα. Υπάρχει ωφέλιμος χρόνος αλλά η έλλειψη σχεδίου μας οδηγεί στο να χάσουμε το στοίχημα της χώρας.

 Γιατί πολύ απλά η ευημερία των πολιτών δεν βρίσκεται στην ατζέντα αυτής της κυβέρνησης.