Το κακό δεν το δημιούργησε ο Θεός. Ο Μ. Βασίλειος αφιερώνει ολόκληρο έργο του σ’ αυτό το θέμα. Η ασθένεια, ο πόνος, η φθορά, ο θάνατος, δεν προέρχονται από τη θεία βούληση. Υφίστανται όμως. Κι αυτό, ομολογώ πως αποτελεί μεταφυσικό αδιέξοδο που εξουθενώνει τον άνθρωπο. Και τότε ο πόνος βαθαίνει. Γιατί να υπάρχει το κακό;

Δεν είναι θέμα πολλών ή λίγων σειρών για να ψηλαφηθεί το ζήτημα του κακού. Ο θάνατος είναι αδίδακτη ύλη θα πει η Κική Δημουλά. Αν ο θάνατος είναι αδίδακτη ύλη, τότε το κακό τί είναι; Είναι βαριά πράγματα αυτά. Ακόμη και από άποψη ποιμαντικής, δεν κατορθώνεται το τόλμημα της ισχυρής βεβαίωσης πως ναι, ο θάνατος πατείται. Αυτό είναι άλλης φύσεως ζήτημα. Είναι θέμα σχέσης, θέμα εμπειρίας. Πώς να πείσεις για το αφύσικο του θανάτου; Έτσι μιλάει ο Γρηγόριος Νύσσης για τον θάνατο. Τον μειώνει, δεν τον δέχεται, τον τοποθετεί σε απομόνωση. Είναι δύσκολα θέματα αυτά. Δεν αρκούν λόγια, εκφράσεις, σκέψεις. Γιατί, ακόμη και μετά από τους έλλογους προβληματισμούς, τα μεταφυσικά αυτά ερωτήματα βασανίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη, η οποία περισσότερο γεύεται τον άκτιστο Θεό, το Σώμα και Αίμα του Χριστού, παρά συμμετέχει στον μεταφυσικό οπτιμισμό των Πατέρων.

Ας σταθούμε στο ευαγγέλιο. Στο ευαγγέλιο της Κυριακής (Ιω. 9, 1 - 38). Ο λόγος του Χριστού παίρνει πολύ βάρος από τον ανθρώπινο πόνο. Εξάλλου, είναι δυνατόν Εκείνος που είναι η Ζωή να υπόσχεται καταστάσεις μακράν της αληθινής ζωής, της αιώνιας ζωής και χαράς; Ο Χριστός αντιστέκεται στις δυνάμεις που υπενθυμίζουν πόσο φθαρτός είναι ο άνθρωπος. Ναι μεν παραδέχεται πως δεν προέρχεται από τούτο τον κόσμο, όμως στον κόσμο αυτό ζει και κινείται. Και ο κόσμος αυτός είναι φθαρτός, τείνει στην αλλοίωση, στην έλλειψη. Το βλέπουμε στο ευαγγέλιο της Κυριακής. Εκεί, θεραπεύει έναν τυφλό. Έναν άνθρωπο που κληρονόμησε την αμαρτία, το κακό. Είναι ένας τυφλός. Ένας άνθρωπος χωρίς φως. Ασθενεί. Ασθενεί διότι κληρονόμησε ότι συμπαρέσυρε μαζί της η ανθρώπινη αποστασία από τον Θεό Δημιουργό. 

Ο Χριστός δεν κλείνει τα μάτια όμως μπροστά στον ανθρώπινο πόνο. Μπορεί να παραδέχεται πως ο διάβολος αλωνίζει στον κόσμο τούτο, όμως με τη θεραπεία δείχνει την αληθινή ζωή, όπου στη Βασιλεία του Θεού δεν υφίσταται πόνος και δάκρυα. Αυτός είναι ο κόσμος του Θεού. Το τέλος του θανάτου, η καταδίκη του διαβόλου, η διάλυση του κακού. Αυτά δεν είναι εύκολα πράγματα. Θέλουν κόπο, θέλουν σχέση, θέλουν εμπειρία, θέλουν καλλιέργεια της σχέσης. Ε, αυτή η σχέση είναι η σχέση Θεού και ανθρώπου. Και ο Θεός γνωρίζεται μέσα από τον Υιό Του. Δεν μπορεί ο άνθρωπος ξαφνικά να αρχίσει να πιστεύει, να ελπίζει, εάν δεν συνάψει σχέση με τον Θεό. 

Στη ζωή της ορθόδοξης πνευματικότητας συναντάται ένα παράδοξο. Η λογική δεν μπορεί να προσεγγίσει, να αγγίξει και να ερμηνεύσει τα μυστήρια του Θεού. Πράγματα που τίθενται πάνω από τις δυνάμεις του ανθρώπου, έρχονται να βεβαιωθούν, να επιβεβαιωθούν μέσα από την εμπειρία που δημιουργεί η σχέση με τον Θεό. Αν δεν υπάρξει συνάντηση προσώπων, δεν υπάρχει βίωση όλων των άρρητων και ανερμήνευτων αισθησιοκρατικά. Δεν αρκεί ούτε ο Καρτέσιος, ούτε ο Berkeley για να ερμηνεύσουν τα άδηλα. Χρειάζεται σχέση. Συνάντηση προσώπων. Του ανθρώπου και του Χριστού. Μόνο η σχέση αυτή βεβαιώνει όλα όσα δεν μπορεί η ανθρώπινη φύση να ερμηνεύσει και αποδείξει.

Ο Χριστός συνάπτει σχέση με τον τυφλό. Συγκινείται μπροστά στον ανθρώπινο πόνο. Θεραπεύει. Δεν αφήνει, ακόμη και κατά την επίγεια Του παρουσία, το κακό να συμπαρασύρει τον άνθρωπο στην απελπισία. Θεραπεύει. Πλησιάζει τον τυφλό, τον κάθε τυφλό και του δίνει υγεία, κυριαρχώντας στον πόνο, κυριαρχώντας στην ασθένεια. Βέβαια, η πνευματική τύφλωση είναι βαθύτερη. Έχει προεκτάσεις. Τραυματίζει το ανθρώπινο πρόσωπο. Κινείται αντίθετα προς την κίνηση του Θεού. Κακότητα, μνησικακία, φθόνος, όλα αυτά τυφλώνουν την ψυχή του ανθρώπου. Ο άνθρωπος γίνεται εμπαθής, οι κακοί λογισμοί χτυπάνε το νου, την καρδιά, ο άνθρωπος τους καλωσορίζει, αναπαύεται σ’ αυτούς, τους επιδιώκει, επιδιώκει την έμπρακτη εκδήλωση τους, τυφλώνεται πνευματικά. Ζει σε σκοτάδι. Ζει σε λήθαργο. Πουθενά Χριστός, πουθενά φως, πουθενά μετάνοια, μάλλον πουθενά η υποψία της μετάνοιας, γιατί η μετάνοια έχει βάρος.

Ο Χριστός θεραπεύει. Δεν υπάρχει άλλη θεραπεία στις δυνάμεις της χαοτικής φθοράς. Καμία φιλοσοφία, θεωρία, ανατολική θρησκεία, δεν θα προσφέρει στον άνθρωπο τη βεβαίωση του πατήματος του θανάτου, επομένως και του κακού. Η θεραπεία έρχεται από ένα πρόσωπο. Το γλυκύτατο πρόσωπο του Χριστού. Από καμία ιδέα και στοχασμό. Αυτά αποδεικνύουν ολοένα και περισσότερο το αφασιακό τους ατελεύτητο. Η θεραπεία της κάθε ασθένειας είναι δύσκολη υπόθεση. Δεν είναι μαγική εργασία. Είναι όμως εργασία μυσταγωγική. Έρχεται μέσα από τη συνάντηση των προσώπων. Ο άνθρωπος συναντά τον Θεό. Ο Θεός συναντά τον άνθρωπο. Τα υπόλοιπα βιώνονται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Και τότε, ναι, ο θάνατος πατείται.