Είναι το σχέδιο της Άνγκελα Μέρκελ και του Εμανουέλ Μακρόν για την αμοιβαιοποίηση του ευρωπαϊκού χρέους ενόψει της πανδημίας του κορωνοϊού ένα πρώτο, συγκρατημένο έστω, βήμα προς μια μεγαλύτερη ενσωμάτωση στην ευρωζώνη;

Το μέλλον είναι άδηλο, αλλά αυτή τη φορά η δεύτερη την τελευταία τριετία γαλλογερμανική πρόταση -μετά τη συμφωνία της Άνγκελα Μέρκελ με τον Εμανουέλ Μακρόν τον Ιούνιο του 2018 για την ενίσχυση της ευρωζώνης - πιθανότατα κάπου θα οδηγήσει, εκτιμά το Foreign Policy, όπως αναφέρει το iefimerida.

H πρωτοβουλία των Μακρόν και Μέρκελ ήλθε σε μια περίοδο που η ΕΕ αντιμετωπίζει μια νέα οικονομική – και εν πολλοίς πολιτική- κρίση λόγω της πανδημίας κι ενώ η Κομισιόν ετοιμάζεται να παρουσιάσει την επόμενη εβδομάδα την τελική της πρόταση αναφορικά με το Ταμείο Ανάκαμψης.

Το σχέδιο Μέρκελ-Μακρόν για τη δημιουργία ταμείου ύψους μισού τρις. ευρώ, που θα στηρίξει τις οικονομίες που έχουν πληγεί περισσότερο είναι τολμηρό, αλλά το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσον θα συναινέσουν τελικά σ’ αυτό η Αυστρία, η Ολλανδία κι άλλες χώρες του Βορρά που αντιδρούν.

Κι ακόμη μεγαλύτερο ερώτημα είναι αν η πρόταση Μέρκελ – Μακρόν μπορεί να οδηγήσει την ΕΕ πιο κοντά στο είδος εκείνο της οικονομικής ένωσης, στο οποίο αντιστέκονταν τόσον καιρό το Βερολίνο και οι βορειοευρωπαίοι. Φυσικά, το σχέδιο να δανειστεί η Κομισιόν 500 δισ. ευρώ και να μεταφέρει στη συνέχεια τα χρήματα αυτά στα κράτη-μέλη, στις περιφέρειες και στους τομείς που επλήγησαν από την πανδημία του κορωνοϊού υπό μορφήν επιχορηγήσεων δεν συνιστά ακριβώς την αμοιβαιοποίηση του χρέους που είχαν ζητήσει με τη μορφή των κορωνο-ομολόγων οι χώρες της νότιας Ευρώπης.

Ωστόσο, αποτελεί ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, και σηματοδοτεί μια αξιοσημείωτη αλλαγή στη στάση της Γερμανίας, μια κίνηση που φέρνει την Ευρώπη λίγο πιο κοντά σε μια ένωση μεταφοράς κεφαλαίων, θέμα ταμπού όλα αυτά τα χρόνια. «Πείτε το όπως θέλετε, αλλά πρόκειται για αμοιβαιοποίηση του χρέους, μιας διαφορετική μορφή των κορωνο-ομολόγων, που ξεπερνά μια συγκεκριμένη γραμμή», επισημαίνει στο Foreign Policy o Tζ.Χ.Χ. Γουέιλερ, ειδικός σε θέματα που αφορούν στην ΕΕ της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

Το ειδικό βάρος της πρότασης Μέρκελ - Μακρόν

Αν και πρόκειται για μια πρόταση δύο εκ των 27 κρατών μελών της ΕΕ, ουσιαστικά πρόκειται για ένα τεράστιο βήμα επειδή την κατέθεσαν η Μέρκελ και ο Μακρόν, οι επικεφαλής των δύο κινητήριων μοχλών της ευρωπαϊκής οικονομίας – Γερμανίας και Γαλλίας – κι όταν οι δύο χώρες αυτές θέλουν να ωθήσουν τα πράγματα προς μία κατεύθυνση είναι δύσκολο για άλλα κράτη-μέλη να κινηθούν αντίθετα. «Πολύ λίγα πρότζεκτ που υποστήριξαν Γερμανία και Γαλλία απορρίφθηκαν εξ’ αρχής», σημειώνει ο Γουέιλερ. Χώρια που η πρόταση αυτή δίνει ένα περίγραμμα του πώς θα πρέπει να διαμορφωθούν το σχέδιο ανάκαμψης της Ευρώπης και η οικονομική βοήθεια και πώς αυτή η τελευταία θα πρέπει να διανεμηθεί.

Εξίσου σημαντικό είναι ότι η πρόταση Μέρκελ-Μακρόν προσφέρει και μια πιθανή διέξοδο από το αδιέξοδο, που δίχασε την Ευρώπη από την έναρξη της πανδημίας, όταν χώρες του Νότου που έχουν πληγεί ιδιαίτερα, πίεσαν για τα κορωνο-ομόλογα προσκρούοντας ωστόσο στις αντιδράσεις της Ολλανδίας, της Γερμανίας κι άλλων βόρειων χωρών με αποτέλεσμα να φουντώσει ο ευρωσκεπτικισμός στην Ιταλία και αλλού.

Γιατί άλλαξε γνώμη η Μέρκελ, μετά την απόρριψη των κορωνο-ομολόγων

Το ερώτημα είναι τι έκανε την Άνγκελα Μέρκελ να αλλάξει άρδην στάση μετά την απόρριψη των κορωνο-ομολόγων. Συμφωνώντας με την εκτίμηση του Reuters το Foreign Policy θεωρεί ότι σημαντικό ρόλο έπαιξε η απόφαση –βόμβα που έλαβε στις 5 Μαϊου το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, όταν έκρινε εν μέρει αντισυνταγματικό το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Συντασσόμενη με τον Μακρόν η Μέρκελ μπορεί να επανορθώσει τη ζημιά. «Η απόφαση του δικαστηρίου έπαιξε τελικά καταλυτικό ρόλο. Άλλαξε τους υπολογισμούς της Μέρκελ», λέει ο Μιτζ Ραχμάν της δεξαμενής σκέψης Eurasia Group.

Ένας άλλος λόγος, όμως, είναι και η τεράστια ζημιά που προκάλεσε η πανδημία στις οικονομίες των πληττόμενων χωρών με υψηλότερο κόστος δανεισμού, ζημιά που απειλεί ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο. «Η Μέρκελ κοίταξε την κατάσταση στην Ευρώπη κι είπε ότι κάτι πρέπει να γίνει, πρέπει να υπάρχει ένας τρόπος διοχέτευσης κεφαλαίων στο νότο, ώστε να μην προστεθούν στα ελλείμματά τους», λέει η Αϊλίν Κέλερ του Γαλλο-Γερμανικού Ινστιτούτου.

Αλλά πέρα απ’ αυτά, θα πρέπει να συνυπολογιστεί και το ίδιον συμφέρον για τη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη, που έχει επωφεληθεί τα μέγιστα από το ευρώ και την κοινή αγορά. Η προστασία τους μακροπρόθεσμα – ακόμη και αν η πρόταση Μέρκελ –Μακρόν προκαλεί γκρίνια στη Γερμανία συνάδει με τη στρατηγική άποψη της καγκελαρίου, που βάζει το πραγματικό συμφέρον της χώρας της πάνω από τη μικροπολιτική και την επιχειρηματολογία, που ηχεί ευχάριστα στα αυτιά των ψηφοφόρων, , λέει ο Γουέιλερ.

Θα περάσει τελικά η πρωτοβουλία Μέρκελ – Μακρόν;

Υπάρχουν πολλά ανοικτά ζητήματα, όπως οι λεπτομέρειες του τρόπου λειτουργίας του ταμείου που προτείνουν η Μέρκελ και ο Μακρόν και ο τρόπος διανομής των κεφαλαίων από την Κομισιόν. Σε πρώτο πλάνο η μέγιστη πρόκληση είναι να αποδεχθούν Αυστρία, Ολλανδία και ορισμένες άλλες χώρες του Βορρά κάτι που μοιάζει με αμοιβαιοποίηση του χρέους και μεταφορά κεφαλαίων από τα πλουσιότερα στα φτωχότερα κράτη. «Θα ακολουθήσουν οι Αυστριακοί, οι Σουηδοί και οι Δανοί τη Γερμανία; Πόσο μπορούν να αντέξουν αν η Γερμανία σταματήσει να τους στηρίζει;», διερωτάται ο Ραχμάν.

Το πιθανότερο είναι η πρόταση αυτή να αναμορφωθεί όταν η Κομισιόν παρουσιάσει το δικό της πακέτο, εκτιμά το Foreign Policy. Οι χώρες που αντιδρούν θα προτιμούσαν δάνεια αντί για επιχορηγήσεις, ενώ οι Νοτιοευρωπαίοι θα επιθυμούν –μάταια μάλλον – κάτι περισσότερο από το μισό τρισ. ευρώ. Το αποτέλεσμα πιθανότατα θα είναι «ένας κλασικός ευρωπαϊκός συμβιβασμός», που δεν θα ικανοποιεί πλήρως κανέναν, αλλά τουλάχιστον θα δίνει μια ώθηση προς τα εμπρός, λέει ο Γουέιλερ.

Ένα άλλο θέμα που θα καθορίσει την βιωσιμότητα της πρότασης Μακρόν – Μέρκελ, αλλά και την αποτελεσματικότητά της στην κατανομή των κεφαλαίων εκεί όπου χρειάζονται, είναι οι όροι που θα τη συνοδεύουν. Η Ευρώπη έχει ήδη έτοιμα προς διάθεση 500 δις. ευρώ για την ανακούφιση των πληγεισών οικονομιών από την πανδημία μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.

Αλλά η προσφυγή στον ΕΜΣ συνοδευόταν συνήθως από αυστηρούς όρους, όπως ανακάλυψε και η Ελλάδα στη διάρκεια της κρίσης, με αποτέλεσμα οι Νότιοι να αρνούνται προς το παρόν να χρησιμοποιήσουν αυτά τα κεφάλαια, έστω και αν συνοδεύονται από ελάχιστους όρους. Στην πρότασή τους Βερολίνο και Παρίσι υπαινίχθηκαν ότι θα υπάρξει κάποια μορφή όρων σημειώνοντας ότι η πρόσβαση στο ταμείο ανάκαμψης «θα βασίζεται σε μια σαφή δέσμευση των κρατών μελών να ακολουθήσουν μια υγιή οικονομική πολιτική και μια φιλόδοξη μεταρρυθμιστική ατζέντα». Όλα θα κριθούν στις διαπραγματεύσεις, λέει ο Γουέιλερ: «Σίγουρα δεν θα είναι ένα εντελώς δωρεάν γεύμα»…