Ασφαλή αποδεικνύονται τα φάρμακα για την αρτηριακή υπέρταση σε σχέση με τον νέο κορωνοϊό όπως ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας για τον SARS-CoV-2, Σωτήρης Τσιόδρας, επικαλούμενος τρεις νέες μελέτες που δημοσιεύτηκαν την Παρασκευή στο επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine.

Ο κ. Τσιόδρας, στην καθιερωμένη ενημέρωση του υπουργείου Υγείας, τόνισε ότι πρόκειται για θετικά νέα για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο που παίρνουν τα συγκεκριμένα φάρμακα τα οποία εκτός από τα άτομα με υπέρταση, αφορούν και διαβητικούς ασθενείς, στους οποίους δίνονται για την προστασία της νεφρικής τους λειτουργίας.

«Τα συχνά χρησιμοποιούμενα φάρμακα για την αρτηριακή υπέρταση, την πίεση όπως την γνωρίζουμε, δεν φαίνεται να αυξάνουν την ευαισθησία στην μόλυνση από τον κορωνοϊό ή να αυξάνουν τον κίνδυνο να αρρωστήσει κανείς σοβαρά με την ασθένεια, σύμφωνα με τρεις μεγάλες μελέτες, που δημοσιεύθηκαν χθες. Είναι οπωσδήποτε θετικά νέα για τα εκατομμύρια ανθρώπων που παίρνουν αυτά τα φάρμακα. Η έρευνα αφορούσε δύο συγκεκριμένες κατηγορίες των φαρμάκων, ανοστολέων του μετατρεπτικού ενζύμου της ακιοτενσίνης καταρχάς, όπως η ραμιπρίλη, η λυσινοπρίλη και όλα τα φάρμακα που η φαρμακευτική τους ονομασία, προσοχή όχι η εμπορική, αλλά η φαρμακευτική, τελειώνει στο συνδετικό "πρίλη" και των αναστολέων του υποδοχέα της ακιοτενσίνης, τα οποία περιλαμβάνουν φάρμακα όπως η βαρσαρτάνη, η λοζαρτάνη και γενικά φάρμακα που η φαρμακευτική τους ονομασία τελειώνει σε "σαρτάνη". Τα φάρμακα αυτά αφορούν και διαβητικούς ασθενείς, στους οποίους δίνονται για νεφροπροστασία δηλαδή προστασία της νεφρικής τους προστασίας», ανέφερε ο κ. Τσιόδρας και συνέχισε:

«Υπήρχε η θεωρητική ανησυχία, πως αυτά τα φάρμακα μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα της πρωτείνης ACE2, η οποία είναι η πόρτα που χρησιμοποιεί ο ιός, όταν επιτίθεται στα ανθρώπινα κύτταρα για να τα προσβάλλει. Έτσι και με το δεδομένο πως οι άνθρωποι με υπέρταση ήταν στις ομάδες κινδύνου, υπήρχε η ανησυχία πως οι άνθρωποι που παίρνουν αυτά τα φάρμακα, ενδεχομένως κινδυνεύουν περισσότερο κι έχουν αυξημένη ευαισθησία στη νόσο. Από την άλλη, ήταν γνωστό πως περισσότερα επίπεδα τέτοιας πρωτεΐνης στον οργανισμό, θα μπορούσαν να μειώσουν την φλεγμονή από τον ιό, μια κατάσταση που οδηγούσε σε σοβαρή αναπνευστική ανεπάρκεια, κάτι που έλεγαν οι επιστήμονες ότι είναι σίγουρα θετικό. Έτσι περιμέναμε τα αποτελέσματα μελετών, όπως αυτές, που αφορούσαν χιλιάδες άτομα που έπαιρναν ή όχι τα φάρμακα αυτά κι εξέτασαν τα ποσοστά λοίμωξης με το νέο κορωνοϊό και άλλες καταστάσεις που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν επιβαρυντικά για τον οργανισμό»

Συνεχίζοντας τόνισε ότι τα αποτελέσματα έδειξαν ότι «δεν υπήρξε διαφορά στην πιθανότητα νόσου στους ασθενείς που έπαιρναν τα φάρμακα σε σχέση με αυτούς που δεν τα έπαιρναν και στις τρεις μελέτες παρατήρησης, που εξέτασαν δεκάδες χιλιάδες άτομα σε όλο τον κόσμο, όπως η Ιταλία, οι ΗΠΑ, άλλες περιοχές της Ευρώπης».

«Αυτά τα ευρήματα είναι μια ανακούφιση για ανθρώπους που άκουγαν παρόμοια ερωτηματικά και ρωτούσαν αν έπρεπε να σταματήσουν τα φάρμακα αυτά. Έχουν ιδιαίτερη σημασία, γιατί από επιστημονικούς κύκλους, φαίνεται πως το απαγορευτικό, το περίφημο lockdown, είχε οδηγήσει σε αύξηση των επεισοδίων αρτηριακής υπέρτασης, δηλαδή πίεσης», είπε ο κ. Τσιόδρας.