Ποτέ άλλοτε - πριν την υγειονομική κρίση που διανύουμε - το σπίτι μας, δεν είχε γίνει το μοναδικό ίσως μέρος, όπου μπορούμε να νοιώσουμε σωματική και πνευματική ευεξία, ένα σίγουρο καταφύγιο που μας διευκολύνει και μας προστατεύει. Ένα μέρος τόσο αγαπητό, τόσο οικείο, γιατί είναι γεμάτο από θύμησες, που οδηγούν στην δική μας εσωτερική ενατένιση.

Έγραψε ο Mario Praz: "το σπίτι είναι ο καθρέπτης της ψυχής", ένα πορτρέτο τρισδιάστατο, που αντιπροσωπεύει εμάς που το ζούμε. Σηματοδοτεί τα όρια του "εγώ" σύμφωνα με την ψυχανάλυση. Είναι η ατομική μας πατρίδα.

Για μένα είναι το σημείο αναφοράς, όπου επιστρέφω για να κάνω "restart", ανανεώνομαι, αποθηκεύω τα κομμάτια μου, τα χαρακτηριστικά μου, τα ίχνη μου, τις θύμισές μου. Είναι η σιγουριά συγκεντρωμένη σε μικρά παλιά αντικείμενα που έχω χρησιμοποιήσει, αλλά κυρίως στα βιβλία και τις φωτογραφίες, που διηγούνται το ταξείδι μου δια μέσου των χρόνων. Είναι η παρέα του παρελθόντος, η μνήμη μου.

Και οι τοίχοι, αχ αυτοί οι τοίχοι!, έχουν ρουφήξει σαν σφουγγάρι όλα τα συμβάντα που έχουν διαδραματιστεί εδώ. Αυτοί θυμούνται πολύ περισσότερα απ' όσα εμείς θυμόμαστε, ή μπορούμε να θυμηθούμε. Έχουν δει τα στραπάτσα μας, τις χαρές μας, τις στιγμές αδυναμίας μας και έκστασης. Έχουν αποθηκεύσει στο σκληρό τους δίσκο, όλες τις οσμές και τις γεύσεις γεγονότων που μας έχουν έλξει ή μας έχουν απωθήσει.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, μας αρέσει να θυμόμαστε αυτή την ιδέα του σπιτιού, σαν κάτι που εκτείνεται πέρα από μια απλή "μονάδα διαμονής" και που μετατρέπεται σ' ένα χώρο συνυφασμένο με την ύπαρξή μας, με την προσωπικότητά μας, την ιστορία μας, που τα τόσα αντικείμενα που το γεμίζουν, βρίσκονται εκεί ως αδιάψευστοι μάρτυρες.

Αυτές τις δύσκολες μέρες, τις μέρες της μελαγχολίας και της ευθύνης, ο νους ανατρέχει για το χώρο που φιλοξενεί την καθημερινότητά μας - ως ένας χρηστικός προορισμός - στο γνωστό σε όλους μας από παλιά "σπίτι μου σπιτάκι μου, σπιτοκαλυβάκι μου"

Και αίφνης ανακαλύπτουμε τον εξωτερικό χώρο του σπιτιού μας, μπαλκόνι, ταράτσες, βεράντες. Μέσα απ' αυτόν συνδέεται με τον έξω κόσμο, ένα κόσμο που δεν μας συγκινούσε ιδιαίτερα, που δεν μας έκανε την καλύτερη εντύπωση, που τον είχαμε συνειδητά αποκόψει απ' τον δικό μας κόσμο. Μας ενδιαφέρει η αναζήτηση της κοινωνίας της γειτονιάς, στην οποία έως τώρα δεν είχαμε δείξει ιδιαίτερη προσοχή. Έχουμε ανάγκη να σπάσουμε την ησυχία, την σιωπή, την μοναξιά, την μοναχικότητα. Νοιώθουμε ότι εκεί έξω υπάρχει κάποιος που - όπως εμείς - αντιστέκεται, μάχεται, θέλει να μιλήσει, να νικήσει. Μας καλεί, μας παρουσιάζεται, οι άγνωστοι ξαφνικά μετατρέπονται σε γνωστούς από παλιά. Αρχίζουμε να αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλο. Γι αυτούς ντυνόμαστε, όπως όταν πηγαίνουμε επίσκεψη. Και όποιος δεν έχει μπαλκόνι; Γατζώνεται στο παράθυρο του και συμμετέχει.

Το σπίτι μου με καλοσωρίζει,
με τα παράθυρά του ορθάνοιχτα στον κόσμο, πούναι για μένα η πιο ζεστή αγκαλιά.
Με ηρεμεί,
με την αρμονία και την σαφήνεια, όλων των φριντισμένων και αγαπημένων πραγμάτων που το γεμίζουν.
Με ευφραίνει,
όταν απ' το μπαλκόνι του, το κουρασμένο βλέμμα μου, περιπλανιέται στα μαγευτικά πεύκα.
Με νανουρίζει,
με το φιλτραρισμένο λυκόφως, που περνά μέσα από τις γρίλιες των παντζουριών του.
Με παρηγορεί,
με την σταθερότητά του και με το ότι έχει υπάρξει το λίκνο ενός παρελθόντος και ενός παρόντος, που για καλό και για κακό, το έχουμε ζήσει - και το ζούμε ακόμα - μαζί.

ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΣΠΙΤΑΚΙ ΜΟΥ
Στο σπίτι μου γυρίζω μ' αγωνία.
Σαν στρίψω και το δω απ' τη γωνία,
το βήμα μου, με φούρια επιταχύνω,
ούτε στιγμή χώρια του, να μη μείνω.

Κι αυτό μου ανταποδίδει την αγάπη,
από μακριά με βλέπει, με προσέχει,
μια εποχή που το συναίσθημα εκλάπη,
με ανοιχτές τις τέντες όταν βρέχει.

Μ' ορθάνοιχτα παντζούρια με προσμένει,
η πιο ζέστη αγκαλιά, όλη για μένα,
συνάντηση μ' αγάπη φορτισμένη,
σαν με κοιτά με μάτια βουρκωμένα.

Ανδρέας Μαζαράκης, καρδιολόγος