Ο Μπακ είναι ένας σκύλος που ζει μια καλή ζωή σε ένα ράντσο στην Καλιφόρνια με τον κύριό του, τον δικαστή Μίλλερ, μέχρι που τον κλέβουν και τον πουλούν για να πληρωθεί ένα χρέος τζόγου. Τον πηγαίνουν στην Αλάσκα και εκεί περνά στα χέρια δύο Καναδών παραδομένων στον πυρετό του χρυσού, οι οποίοι τον εκπαιδεύουν ως σκύλο έλκηθρου. Η σκληρότητα του περιβάλλοντος θα αναγκάσει τον Μπακ να ανακτήσει την άγρια πλευρά του, κάτι που αποτελεί τον μόνο τρόπο για να επιβιώσει στα κρύα εδάφη του Βορρά.

Ο συγγραφέας Τζακ Λόντον πέρασε σχεδόν έναν χρόνο στο Γιουκόν (του Καναδά) συλλέγοντας υλικό για το βιβλίο. Η ιστορία δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στο περιοδικό «Saturday Evening Post» το καλοκαίρι του 1903 και έναν μήνα αργότερα εκδόθηκε σε έναν τόμο. Οι μεταπτώσεις του ζώου, η χάραξη των πορτρέτων των ανθρώπων που αναζητούν το κίτρινο μέταλλο, η περιγραφή του τοπίου και η τέλεια παρακολούθηση της αλληλουχίας των γεγονότων αιτιολογούν τον χαρακτηρισμό του πεζογραφήματος ως μπεστ σέλερ όλων των εποχών. Η μεγάλη δημοτικότητα και η επιτυχία του βιβλίου εδραίωσαν τη φήμη του Λόντον. 

Μεγάλο μέρος της γοητείας αυτού του μυθιστορήματος απορρέει από τη φαινομενική του απλότητα και το έντονο συναίσθημα που αυτή η ιστορία επιβίωσης μεταφέρει. «Το Κάλεσμα της άγριας φύσης» είναι μια παραβολή για τον εύθραυστο χαρακτήρα του πολιτισμού. Ο Λόντον εκθέτει τη σκληρότητα της ανθρωπότητας και την ευκολία με την οποία οι άνθρωποι επιστρέφουν στην πρωτόγονη και άγρια κατάστασή τους. Παράλληλα, αποτελεί σύμβολο του ανθρώπου που αγωνίζεται και μάχεται να γνωρίσει κάποτε τον εαυτό του. Η ιστορία έγινε πολύ αγαπητή γιατί πλήθος αναγνωστών, σ' όλο τον κόσμο, βρήκαν σε αυτήν μια κατά προσέγγιση φυγή από το δικό τους εχθρικό περίγυρο -την εκβιομηχάνιση, τη γραφειοκρατία, το σύγχρονο πολιτισμό- και ένιωσαν έντονη την ανάγκη της αυτογνωσίας. 


Οι συντελεστές της ταινίας την έφεραν όσο πιο κοντά γίνεται στην οπτική των παιδιών, σε μια συνολική απόπειρα να «μαλακώσουν» κάπως τις στιγμές εκείνες του αρχικού υλικού που δεν έχουν θέση σε μια ταινία για μικρές ηλικίες. Παράλληλα, επέλεξαν να παρουσιάσουν όλα τα ζώα-χαρακτήρες της ιστορίας – συμπεριλαμβανομένου και του Μπακ - με τη βοήθεια CGI (computer generated imagery), με ψηφιακή μορφή δηλαδή, αποφεύγοντας να χρησιμοποιήσουν αληθινά ζώα. Αυτή η επιλογή δημιούργησε μειονεκτήματα αλλά και πλεονεκτήματα. Από την μία, είναι εύκολο να διακρίνει κανείς πως δεν πρόκειται για αληθινά ζώα (δεν επιτεύχθηκε η τελειότητα στην ψηφιακή μορφή των ζώων που είδαμε στον «Βασιλιά των Λιονταριών») κι έτσι σε κάποιες σκηνές «ξενίζει» η σύνδεση των ζώων με το περιβάλλον τους. Από την άλλη, όμως, η ψηφιακή μορφή δίνει στον σκηνοθέτη Κρις Σάντερς την ευκαιρία να κάνει τα ζώα πιο ανθρώπινα, πιο εκφραστικά και πιο αστεία. Η ταινία μας προσφέρει άφθονες χιουμοριστικές στιγμές, που δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν με την χρήση αληθινών ζώων. Εκπληκτική δουλειά, όπως πάντα, από τον διευθυντή φωτογραφίας Γιάνους Καμίνσκι (συχνό συνεργάτη του Στίβεν Σπίλμεργκ) που μας χαρίζει μαγευτικά φυσικά τοπία, φωτογραφημένα με διαύγεια και πλούσια χρωματική παλέτα. 

Όσον αφορά τους ηθοποιούς, ο αειθαλής Χάρισον Φορντ διαπρέπει στον ρόλο του συνοδοιπόρου του Μπακ, παίζοντας με θαυμάσιο έλεγχο κινήσεων κι εκφράσεων, αναδεικνύοντας, παράλληλα, το δράμα που βιώνει ο χαρακτήρας του. Ο κωμικός Γάλλος ηθοποιός Ομάρ Σι είναι επίσης εξαιρετικός, στον χαρακτήρα του ταχυδρόμου που καταλαβαίνει εξ’ αρχής την αξία του Μπακ.

Η.Π.Α., 2020

Σκηνοθεσία: Κρις Σάντερς

Σενάριο: Μάικλ Γκρίν, βασισμένο στο βιβλίο του Τζακ Λόντον

Φωτογραφία: Γιάνους Καμίνσκι

Μοντάζ: Ντέιβιντ Χάιζ, Γουίλιαμ Χόι

Μουσική: Τζον Πάουελ

Πρωταγωνιστούν: Χάρισον Φορντ, Νταν Στίβενς, Ομάρ Σι, Κάρεν Γκίλαν, Μπράντλεϊ Γουίτφορντ, Κόλιν Γούντελ

Ήχος: 105

Διανομή: Odeon

ΠΑΙΖΕΙ ΣΤΟ ODEON VESO MARE, ΑΚΤΗ ΔΥΜΑΙΩΝ 17, ΠΑΤΡΑ

17:40 & 19:50 & 22:00