Το φαράγγι της Σαμαριάς αποτελεί έναν από τους βασικότερους λόγους στην επιλογή των ξένων επισκεπτών να επιλέξουν ως προορισμό του ταξιδιού τους την περιοχή των Χανίων και την Κρήτη, σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας επιστημόνων του Πολυτεχνείου Κρήτης, του Μεσογειακού Αγρονομικού Ινστιτούτου Χανίων και του Πανεπιστημίου Κρήτης σε συνεργασία με τον Φορέα Διαχείρισης Σαμαριάς και την Διεύθυνση Δασών Χανίων.

Παράλληλα σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας έρευνας το ποσό των εσόδων από την επισκεψιμότητα ενισχύει σημαντικά την τοπική οικονομία.

Ο Εθνικός Δρυμός Σαμαριάς είναι μια ειδική προστατευόμενη περιοχή που αποτελεί ένα ιδιαίτερα δημοφιλή και παγκοσμίως γνωστό τουριστικό προορισμό. Από το 1981 οπότε και άρχισε να καταγράφεται ο αριθμός των επισκεπτών, και μέχρι σήμερα, πάνω από 130.000 άτομα κατά μέσο όρο, τον επισκέπτονται κατά τη διάρκεια κάθε τουριστικής σεζόν. Με βάση στοιχεία από τη Διεύθυνση Δασών Χανίων η συνολική επισκεψιμότητα κατά την τελευταία πενταετία κατανέμεται ως εξής:

Το 2015 επισκέφθηκαν το φαράγγι 134.451 άτομα, το 2016, 147.643, το 2017, 147.774, το 2018, 155.369 και το 2019, 159.051.

Στο σύνολο της πενταετίας 2015 - 2019 ο αριθμός των επισκεπτών είναι 744.288 άτομα


Από την έρευνα προκύπτει ακόμα ότι η συντριπτική πλειοψηφία των επισκεπτών χρησιμοποιεί είτε το ΚΤΕΛ για να φτάσει στον Εθνικό Δρυμό, είτε κάποιο πακέτο του τουριστικού πρακτορείου σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο. Οι επισκέπτες γευματίζουν σε ταβέρνες και εστιατόρια της ευρύτερης περιοχής ενώ χρησιμοποιούν και την ακτοπλοϊκή γραμμή από και προς την Αγιά Ρουμέλη αφού δεν υπάρχει οδική σύνδεση. Ένα μέρος επισκεπτών μάλιστα, το οποίο μπορεί να μη φαίνεται μεγάλο σαν ποσοστό, αλλά δεν είναι αμελητέο αριθμητικά, επιλέγει και να διανυκτερεύσει στην περιοχή στηρίζοντας τα έσοδα των τοπικών τουριστικών καταλυμάτων.

Όταν οι επισκέπτες κλήθηκαν να αξιολογήσουν το πόσο τους επηρέασε η ύπαρξη του Εθνικού Δρυμού Σαμαριάς στην απόφασή τους να επιλέξουν την Κρήτη ως προορισμό των διακοπών τους σύμφωνα με στοιχεία του 2017, το 32,3% των επισκεπτών απάντησε «πολύ» ή «καθοριστικά».

Όπως αναφέρει η έρευνα, «με δεδομένο ότι ο αριθμός των επισκεπτών της Σαμαριάς κατά το έτος 2019 ήταν 159.051 και χρησιμοποιώντας τον πολλαπλασιαστή τουριστικής δαπάνης για να βρούμε τη συνολική επίπτωση που έχουν οι δαπάνες αυτές στην περιοχή, καθώς και την ανακύκλωση των χρημάτων που επιστρέφει στην περιοχή (στην περίπτωσή μας θεωρούμε ότι το 85% των χρημάτων ανακυκλώνεται στην περιοχή, αφού πρόκειται για επιχειρήσεις των οποίων η δραστηριοποίηση είναι τοπική) το χρηματικό ποσό που παραμένει στην τοπική οικονομία της περιοχής της Σαμαριάς ανέρχεται σε 7.451.950 ευρώ, ενώ στο σύνολο του νομού σε 12.622.500 ευρώ».



Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πάγια στάση των επισκεπτών σε σχέση με το αντίτιμο της εισόδου. Το ύψος του φτάνει τα 5 ευρώ και από τις δύο εισόδους ενώ παραμένει ουσιαστικά ίδιο από τη θεσμοθέτησή του. Τα στοιχεία από την έρευνα του Μεσογειακού Αγρονομικού Ινστιτούτου Χανίων είναι διαφωτιστικά. Οκτώ στους δέκα επισκέπτες δηλώνουν απόλυτα ικανοποιημένοι σε σχέση με αυτό για όλες τις χρονιές διεξαγωγής της έρευνας, ενώ τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αυξητική τάση στους επισκέπτες που το θεωρούν χαμηλό με αντίστοιχη μείωση των επισκεπτών που το θεωρούν υψηλό.

Η μεγάλη προθυμία καταβολής και μεγαλύτερου ακόμα εισιτήριου, αποτελεί άλλο ένα δείκτη της αξίας που θεωρούν οι επισκέπτες ότι έχει ο Εθνικός Δρυμός Σαμαριάς για αυτούς, και είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν γι' αυτήν. Είναι χαρακτηριστικό ότι μια αύξηση της τάξης των 2 ευρώ ή και 5 ευρώ θα ήταν αποδεκτή από πάνω από οκτώ στους δέκα επισκέπτες προκειμένου να απολαύσουν την εμπειρία του εν λόγω χώρου αλλά και τις εξ αυτού παροχές που μπορούν ποικιλοτρόπως να διευρυνθούν και να αυξηθούν αντισταθμιστικά. Για το 2019, σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεύθυνσης Δασών Χανίων, τα έσοδα έφτασαν τα 722.715 ευρώ.

Στην ομάδα που πραγματοποίησε την έρευνα συμμετείχαν οι Γιώργος Φακωτάκης, υποψήφιος διδάκτωρ του Πολυτεχνείο Κρήτης, ο καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, ο διευθυντής του ΜΑΙΧ Γεώργιος Μπαουράκης και ο Περικλής Δράκος ΕΔΙΠ, στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης.