Το τελευταίο έργο του Μάρτιν Σκορσέζε, ο «Ιρλανδός», πέρασε από σαράντα κύματα μέχρι να γίνει πραγματικότητα. Αποτελούσε τον διακαή πόθο του σκηνοθέτη, αλλά αδυνατούσε να βρει εταιρεία παραγωγής στο Χόλιγουντ για χρηματοδότηση. Είναι ενδεικτικά τα λόγια του Αλ Πατσίνο, ο οποίος ενθυμούμενος την πρώτη φορά που βρέθηκαν στο ίδιο δωμάτιο αυτός, ο Σκορσέζε, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ο Τζο Πέσι και ο Χάρβεϊ Καϊτελ, για να κάνουν ένα πρώτο διάβασμα, θεώρησε πως αυτό θα ήταν το κοντινότερο που θα έφταναν ποτέ στην πραγματοποίηση της ταινίας. Μέχρι που το «Νέτφλιξ», η δημοφιλής συνδρομητική υπηρεσία streaming, εμφανίστηκε ως από μηχανής θεός, παρέχοντας τα χρήματα και την απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία στον Σκορσέζε για να γυρίσει την ταινία όπως αυτός ήθελε. 

Η ιστορία ξεκινά με ένα υπερήλικα Ντε Νίρο, στον ρόλο του Ιρλανδού Φρανκ Σίραν, να αφηγείται τα περασμένα μεγαλεία του ως εκτελεστής της μαφίας. Με συνεχή φλασμπάκ και μη γραμμική αφήγηση γινόμαστε μάρτυρες των μεγαλύτερων σκανδάλων που συντάραξαν την αμερικανική κοινωνία τα τελευταία 60 χρόνια (εχθροπραξίες με τον Κάστρο στην Κούβα, δολοφονία του Κένεντι, σκάνδαλο Γουότεργκέητ κ.α.) και βλέπουμε την σχέση που είχε ο ήρωας της ταινίας με αυτά.


Ο Σίραν αποτελεί μια αινιγματική ιστορική προσωπικότητα. Η ταινία βασίζεται πάνω στην βιογραφία του (γραμμένη από τον Τσαρλς Μπραντ) και όσα εξιστορούνται στο βιβλίο είναι αυστηρά δικές του διηγήσεις. Πολλοί έχουν κρίνει πως οι εικασίες του είναι αστήρικτες και τα γεγονότα ψευδή.  Ο σεναριογράφος Στίβεν Ζέιλιαν μετατρέπει τα απομνημονεύματα αυτά σε μια επική αφήγηση, προσθέτοντας χιούμορ, ατακαριστούς διαλόγους και συναίσθημα.

Η ταινία απογειώνεται από τη στιγμή που εισάγεται ο χαρακτήρας του Τζίμι Χόφφα (Αλ Πατσίνο), ο οποίος δίνει πνοή με τον δυναμισμό και την ενέργειά του. Πρόκειται για μια εμβληματική και διφορούμενη προσωπικότητα στην αμερικανική ιστορία. Αφενός κατάφερε να δημιουργήσει το πιο δυνατό εργατικό συνδικάτο – το συνδικάτο των φορτηγατζήδων- με πάνω από  δυο εκατομμύρια ενεργά μέλη, εξασφαλίζοντας τις καλύτερες δυνατές συνθήκες εργασίας, αφετέρου είχε σχέσεις με την μαφία και τον υπόκοσμο. Η φιλία που ανέπτυξε με τον Φρανκ Σίραν είναι η καρδιά της ταινίας.

Η σκηνοθεσία του Μάρτιν Σκορσέζε είχε ροή και ανέδειξε φανταστικά την ατμόσφαιρα εποχής, δίνοντάς μας παράλληλα χρόνο να δεθούμε με τους χαρακτήρες. Η καθοδήγηση του μεγάλου καστ ήταν υποδειγματική, καθώς ο Σκορσέζε συνδύασε αρμονικά τα διαφορετικά υποκριτικά στιλ των τριών πρωταγωνιστών του. Αξιοποίησε την υποκριτική εσωτερικότητα του Ντε Νίρο, την εξωστρέφεια και την υπερβολή του Πατσίνο και την λιτότητα του Πέσι. Η δουλειά που έγινε στο μοντάζ ήταν, επίσης, σπουδαία. Μια ταινία 209 λεπτών φαντάζει σαν μια κανονική δίωρη ταινία, χωρίς ποτέ να κουράζει.

Ο Ντε Νίρο δεν αποφεύγει κάποιες ευκολίες στην ερμηνεία του, παρ’ όλ’ αυτά μας προσφέρει μια υπόκωφα σπαραξικάρδια στιγμή. Σε μια σκηνή ανθολογίας, εκφράζει σιωπηλά όσα ο χαρακτήρας του κρύβει χρόνια μέσα του, δίχως καν να βουρκώσει. Ο Πατσίνο, απ' την άλλη πλευρά, κλέβει την παράσταση με το δυναμισμό του και την αφοσίωση στο χαρακτήρα του, είναι αυτός που περιμένεις να δεις σε κάθε σκηνή, έχει όρεξη και εκφραστικότητα και είναι αυτός που κουβαλά την ταινία σε μεγάλο βαθμό.


Ο Πέσι, ήρεμη δύναμη, συγκεντρωμένος και μετρημένος, παραδίδει σεμινάριο υποκριτικής (ίσως το τελευταίο του) και η σκηνή στη φυλακή, καθώς φεύγει για το τελευταίο του «ταξίδι», μένει ανεξίτηλα χαραγμένη στο μυαλό. Ο Γκράχαμ, που παίζει τον μαφιόζο Τόνι Προ, αποχωρίζεται πειστικά την αγγλική προφορά του κι ενώ δεν πείθει απόλυτα για την ιταλική καταγωγή του, είναι ένα μικρό ηφαίστειο που εκρήγνυται κάθε τόσο, θρασύς και αναιδής. Οι σκηνές του μάλιστα με τον Πατσίνο συγκαταλέγονται στις καλύτερες της ταινίας. Ο Σεμπάστιαν Μανισκάλκο που παίζει τον «τρελό Τζο» είναι πολύ καλός, ήθελα να τον δω περισσότερο, όπως ακριβώς και τον Καϊτέλ, που δεν τον χόρτασα καθόλου. Ήταν σαν ο χαρακτήρας του να μην έπαιζε κάποιο ιδιαίτερο ρόλο στην υπόθεση και ήταν κρίμα, γιατί σ' αυτό το λίγο που εμφανίστηκε ήταν καθηλωτικός. 

Ο δαιδαλώδης υπόκοσμος και οι στιχομυθίες του έχουν απασχολήσει πολλάκις τον Σκορσέζε. Το καινούριο στοιχείο εδώ είναι μια συναισθηματική και ηθική αποτίμηση της ζωής των παλιών «καλών παιδιών», ιδωμένη υπό το πρίσμα της τρίτης ηλικίας. Ο Σκορσέζε είναι από τους λίγους σκηνοθέτες με τεράστιο μπάτζετ που αρνείται να δώσει «έτοιμα» νοήματα στο κοινό. Ο «Ιρλανδός» δεν διαφέρει. Στο τέλος δεν έχουμε καταφέρει να σχηματίσουμε γνώμη για τον Φρανκ. Και αυτός είναι ο σκοπός της ταινίας. Να συνεχίσουμε να σκεφτόμαστε τους χαρακτήρες και να αναλύουμε τις πράξεις τους και μετά τους τίτλους τέλους, συμπληρώνοντας τα κενά μόνοι μας ή συζητώντας με άλλους. 

ΗΠΑ, 2019

Σκηνοθεσία: Μάρτιν Σκορσέζε

Σενάριο: Στίβεν Ζέιλιαν

Φωτογραφία: Ροντρίγκο Πριέτο

Μοντάζ: Θέλμα Σκουνμέικερ

Πρωταγωνιστούν: Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Αλ Πατσίνο, Τζο Πέσι, Χάρβεϊ Καϊτέλ, Στίβεν Γκράχαμ, Σεμπάστιαν Μανισκάλκο, Ρέι Ρομάνο, Άννα Πάκουιν

Διάρκεια: 209 λεπτά

Διανομή: Netflix

ΠΡΟΒΑΛΛΕΤΑΙ ΣΤΟ ODEON VESO MARE (Ακτή Δυμαίων 17, Πάτρα)

ΩΡΕΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ: 18:50 & 21:00



The Irishman | Official Trailer | Netflix