Το τελευταίο χρονικό διάστημα απασχόλησε αρκετά την ελληνική και ιδιαίτερα την τοπική κοινωνία η ίδρυση ή μη Νομικής σχολής στην πόλη της Πάτρας. Στο δημόσιο διάλογο που αναπτύχθηκε καταγράφηκαν διαφορετικές προσεγγίσεις από φορείς, φυσικά πρόσωπα και συλλογικά όργανα. Η συζήτηση και η επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε στηρίχτηκε κυρίως σε ενδεχόμενα και προσδοκώμενα ή μη οφέλη από την ίδρυση μιας ακόμη Νομικής σχολής. 

Ανάλογη συζήτηση και ανάλογες αποφάσεις, δυστυχώς δεν καταγράφηκαν ή για να ακριβολογούμε δεν ακούστηκε κουβέντα για ένα τμήμα του Πανεπιστημίου Πατρών που λειτούργησε τρεισήμισι δεκαετίες με σημαντικά εκπαιδευτικά αποτελέσματα,  μόρφωσε γενιές δασκάλων των παιδιών μας και ξαφνικά τον περασμένο Απρίλιο συγχωνεύτηκε με ένα άλλο τμήμα. Πρόκειται για το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, που συνενώθηκε με το Τμήμα Κοινωνικής Εργασίας των ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας και από εδώ και στο εξής θα πρωτοτυπεί δίνοντας δύο διαφορετικά πτυχία!. Οι μόνες αντιδράσεις προήλθαν από το  Σύλλογο Δασκάλων και Νηπιαγωγών Πάτρας, το Δ.Σ. της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας και ορισμένους ομότιμους καθηγητές του τμήματος.

Τα κίνητρα του παιδαγωγικού εγκλήματος που διαπράχτηκε είναι βέβαιο πως μόνο επιστημονικά και ακαδημαϊκά δεν είναι. Το σκεπτικό πως τα Παιδαγωγικά Τμήματα μάλλον έχουν κλείσει τον κύκλο της μέχρι σήμερα λειτουργίας τους και πως δεν υπάρχει μεγάλη απορροφητικότητα των δασκάλων στην εκπαίδευση στερούνται σοβαρότητας, ιδιαίτερα όταν διατυπώνονται από πανεπιστημιακούς δασκάλους που οφείλουν να γνωρίζουν πως α) αν μοναδικό κριτήριο για τη λειτουργία ενός Τμήματος ήταν η απορροφητικότητα των πτυχιούχων του, τότε θα έπρεπε, να κλείσουν τα περισσότερα τμήματα των ελληνικών πανεπιστημίων και β) το δημόσιο σχολείο, οι εκπαιδευτικές δομές και οι υποστηρικτικοί θεσμοί της εκπαίδευσης υπολειτουργούν και χρειάζονται χιλιάδες μόνιμους διορισμούς δασκάλων για να λειτουργήσουν. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η κατάργηση του υπεύθυνου δασκάλου στο ολοήμερο σχολείο. Μόνο για αυτό το λόγο στην περιοχή της Αχαΐας απαιτούνται πάνω από 150 δάσκαλοι, που την τελευταία τετραετία τους έχουν στερηθεί τα σχολεία. Εφόσον πραγματοποιηθούν οι διορισμοί που απαιτούνται στην εκπαίδευση είναι βέβαιο πως δεν επαρκούν οι πτυχιούχοι δάσκαλοι των παιδαγωγικών τμημάτων για να καλύψουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες σε διδακτικό προσωπικό.

Με το νέο τερατούργημα που δημιουργήθηκε δημιουργούνται:  σύγχυση των επιστημονικών πεδίων των τμημάτων, ανακατατάξεις με αρνητικό πρόσημο για  τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων, άνοιγμα επικίνδυνων δρόμων για το μέλλον των Παιδαγωγικών Τμημάτων, των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων τους, των επαγγελματικών δικαιωμάτων των εν ενεργεία δασκάλων αλλά και τη δομή και τον προσανατολισμό του δημοτικού σχολείου και επίσης υποβαθμίζεται η κοινωνική εργασία, που σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες αποτελεί αυτόνομο ακαδημαϊκό αντικείμενο. Η ανησυχία για το μέλλον των Παιδαγωγικών Τμημάτων, μιας ιστορικής κατάκτησης του Κλάδου, είναι έκδηλη στον εκπαιδευτικό κόσμο.

Αυτά τα ζητήματα δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται ευκαιριακά και ερήμην της εκπαιδευτικής κοινότητας. Η προηγούμενη Κυβέρνηση είχε επιλέξει το δρόμο του αιφνιδιασμού και της προχειρότητας. Είναι ανάγκη να πραγματοποιηθεί ουσιαστικός διάλογος με την Ομοσπονδία των εκπαιδευτικών για την αναβάθμιση των Παιδαγωγικών Τμημάτων των Πανεπιστημίων της χώρας και να σταματήσουν οι αυτοσχεδιασμοί και οι αλλαγές που υπαγορεύονται από ξένα προς την εκπαίδευση κίνητρα. Στο πλαίσιο αυτό, επιπλέον, θα πρέπει να συζητηθεί η επαναλειτουργία των Διδασκαλείων της χώρας. Το παιδαγωγικό έγκλημα που διαπράχτηκε με την εν λόγω συγχώνευση δεν πρέπει να αποτελέσει αφετηρία υποβάθμισης του έργου που προσφέρεται στα παιδαγωγικά τμήματα για την αγωγή και τη μόρφωση των δασκάλων των παιδιών μας.