Για τέσσερα κακουργήματα κι ένα πλημμέλημα κατηγορούνται, κατά περίπτωση, 19 άτομα που εμπλέκονται στο κύκλωμα που δρούσε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.

Πρόκειται για τέσσερις ιδιοκτήτες και υπαλλήλους εταιρειών με ρυμουλκά πλοία, έξι πλοηγούς πλοίων, τον λιμενάρχη Θεσσαλονίκης, κ.α, που οδηγήθηκαν συνοδεία αστυνομικών στο Δικαστικό Μέγαρο της Θεσσαλονίκης.

Σε βάρος τους ασκήθηκε ποινική δίωξη για εγκληματική οργάνωση, εκβίαση, δωροληψία και δωροδοκία υπαλλήλου και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι εμπλεκόμενοι εφοπλιστές είχαν στήσει καρτέλ για τη ρυμούλκηση μεγάλων πλοίων στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.

Σε συνεννόηση με τους πλοηγούς, απαιτούσαν τη συνδρομή περισσότερων ρυμουλκών από όσα ήταν απαραίτητα για τον ελλιμενισμό κάθε πλοίου, υποχρεώνοντας τις ιδιοκτήτριες εταιρείες να καταβάλουν περισσότερα χρήματα.

Συνήθως χρησιμοποιούσαν τέσσερα ρυμουλκά αντί για δύο.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, όπως γράφει το grtimes.gr, και τη δημιουργία αθέμιτου ανταγωνισμού σε βάρος άλλης εταιρείας που δεν διέθετε τον απαραίτητο αριθμό ρυμουλκών και η οποία αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο.

Ο συγκεκριμένος εφοπλιστής – ιδιοκτήτης της εταιρείας που έκλεισε – κατήγγειλε τα τεκταινόμενα και ξεκίνησε η ποινική διερεύνηση της υπόθεσης με το γνωστό αποτέλεσμα.

Ο κεντρικός λιμενάρχης φέρεται, σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο να λάμβανε 2.000 ευρώ τον μήνα για να δίνει εμπιστευτικές πληροφορίες και και να κάνει τα «στραβά μάτια» στη συμμετοχή των 6 πλοηγών-δημοσίων υπαλλήλων.

Η οργάνωση είχε τη μορφή πυραμίδας και συγκροτήθηκε τουλάχιστον από τον Μάρτιο του 2018 με την εκτίμηση να είναι ότι μέσα σε ένα χρόνο δράσης η σπείρα είχε αποκομίσει σε μισθώματα ένα ποσό μεγαλύτερο των 200.000 ευρώ.

Με το κλείσιμο, δε, της άλλης εταιρείας, οι τέσσερις εφοπλιστές καρπώθηκαν και τον τζίρο που έχασε - κοντά στα 1,5 εκατ. ευρώ - χωρίζοντας ισόποσα τα κέρδη στο 25% έκαστος.