Στις 17 Σεπτεμβρίου ολοκληρώνεται η διαβούλευση του «αναπτυξιακού πολυνομοσχεδίου» που φαίνεται πως εισάγει πολλά αρνητικά δεδομένα για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα. 

Προβλέπονται δηλαδή διατάξεις που υποβαθμίζουν ακόμα περισσότερο τη θέση των εργαζομένων και κυρίως, τον τρόπο που ασκούν τις συλλογικές τους διεκδικήσεις.

Ενδεικτικά, η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία μετατρέπεται από πλήρης δυνατότητα σε εξαίρεση. Δηλαδή ενώ μέχρι τώρα, μετά την αποτυχία να συναφθεί συλλογική σύμβαση εργασίας, υπήρχε η δυνατότητα προσφυγής μονομερώς σε διαιτησία, αυτή με το νομοσχέδιο της κυβέρνησης της Ν.Δ., συρρικνώνεται τραγικά. Για την ακρίβεια η μονομερής προσφυγή μετατρέπεται επί λέξει σε «έσχατο και επικουρικό μέσο» επίλυσης συλλογικών διαφορών εργασίας, που θα εφαρμόζεται μόνο όταν υπάρχουν λόγοι -επίσης επί λέξει- «γενικότερου κοινωνικού ή δημόσιου συμφέροντος». Δηλαδή όχι όταν το επιβάλλει το συμφέρον των εργαζομένων. Και όχι όταν το εργοδοτικό μέρος αρνείται τη μεσολάβηση. Προφανώς ποτέ !!!

Ακόμη, απαξιώνονται οι κλαδικές συμβάσεις εργασίας αφού με το νομοσχέδιο θεσπίζεται ρήτρα εξαίρεσης (opt-out) από την εφαρμογή των εθνικών, τοπικών και κλαδικών συλλογικών συμβάσεων για διάφορες μορφές επιχειρήσεων. Ενώ τα κριτήρια με τα οποία θα γίνονται αυτές οι εξαιρέσεις δεν θα καθορίζονται οριζόντια στο νόμο, αλλά μόνον με αποφάσεις που κατά περίπτωση θα λαμβάνει ο Υπουργός Εργασίας μετά από γνώμη του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας. Λαμπρό πεδίο ενδεχόμενης διαπλοκής δηλαδή !!!

Αν μάλιστα σε αυτά προστεθούν και άλλες επικίνδυνες για τα εργασιακά δικαιώματα διατάξεις του πολυνομοσχεδίου,  όπως οι ρήτρες εξαίρεσης από την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης επί συρροής κλαδικών συμβάσεων με επιχειρησιακές συμβάσεις και την αρχή της επέκτασης της κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας, τότε φαίνεται πως συνειδητά η Ν.Δ. διαμορφώνει ένα εργασιακό περιβάλλον του φόβου.

Όπου στο ευαγγέλιο της ανάπτυξης δεν θα χωρούν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα.