Μια απρόσμενη αποκάλυψη έκανε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, υποστηρίζοντας ότι πολλοί καταναλωτές της ΔΕΗ με χρέη προς τον οργανισμό τηλεφωνούν στο γραφείο του και παριστάνουν τους αναξιοπαθούντες. Στόχος τους, ανέφερε, είναι είτε να αποφύγουν τη διακοπή ρεύματος ή να πετύχουν καλύτερη ρύθμιση του χρέους. Ωστόσο οι απόπειρες παραπλάνησης εντοπίζονται από τον έλεγχο που γίνεται στη συνέχεια από τη ΔΕΗ.

Ο κ. Χατζηδάκης ανέφερε μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN ότι «τα μισά λεφτά τα οποία μπορεί να εισπράξει η ΔΕΗ 800 εκατομμύρια περίπου οφείλονται από 60.000 συμπατριώτες μας και δεν νομίζω ότι οι περισσότεροι από αυτούς είναι αναξιοπαθούντες». Μάλιστα, όπως είπε, σε αυτόν τον αριθμό περιλαμβάονται οφειλέτες με πολύ μεγάλη επιφάνεια, με εξοχικά, με βίλες και πισίνες.

Σε κάθε περίπτωση, ο υπουργός Ενέργειας παραδέχθηκε ότι υπάρχουν και καταναλωτές με πραγματικό οικονομικό πρόβλημα. Γι' αυτούς αφενός υπάρχει το Κοινωνικό Τιμολόγιο και αφετέρου, όπου γίνονται λάθη, θα διορθώνονται.

Το επόμενο διάστημα, η ΔΕΗ θα παρουσιάσει συνολικά την πολιτική της για την αντιμετώπιση των καθυστερούμενων οφειλών, ενώ θα εκσυγχρονιστεί και η ιστοσελίδα της επιχείρησης προκειμένου να μην υπάρχει σύγχυση και να ρυθμίζονται τα ζητήματα αυτά με απλούστερο και πιο σύγχρονο τρόπο.

«Στη Δικαιοσύνη, όσα ζητήματα προκύπτουν, δεν θα συγκαλυφθούν»

Ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ μας είχε αφήσει τη ΔΕΗ στο μη περαιτέρω», δήλωσε ωστόσο πεπεισμένος ότι με τα μέτρα που ελήφθησαν δεν θα υπάρξει πρόβλημα με την προσεχή έκθεση του ορκωτού ελεγκτή Ernst & Young που αναμένεται στις 24 Σεπτεμβρίου. Επανέλαβε εξάλλου ότι «Πολιτικά, το θέμα της ΔΕΗ είναι ανοιχτό, και στη Βουλή και στο λαό. Και όσον αφορά στη Δικαιοσύνη, προφανώς όσα ζητήματα προκύπτουν, δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να συγκαλυφθούν».

Τέλος για το θέμα του Κτηματολογίου ανέφερε πως όπου είναι αναγκαίο θα δοθούν παρατάσεις και δεν θα υπάρξει αιφνιδιασμός, «αλλά από ένα σημείο και μετά πρέπει να τελειώνει το Κτηματολόγιο, να μπει τάξη, για να προχωρήσει η αγορά των ακινήτων, να υπάρχει βεβαιότητα, να γίνουν καινούριες δουλειές».