Αρκετοί ήταν οι ελεύθεροι επαγγελματίες που περίμεναν την εφαρμογή των 120 δόσεων για όσους χρωστούν σε ασφαλιστικούς οργανισμούς, εφορία και γενικότερα στον δημόσιο τομέα. 

Στις μεταξύ τους συζητήσεις, στο διάστημα που έκανε προτού ξεκινήσει η εφαρμογή της διευκόλυνσης αυτής, έδειχναν να την περιμένουν πως και πως αφού δεν μπορούσαν να κάνουν συναλλαγές τραπεζικές, ξέροντας ότι μπορούν οι μηχανισμοί να κατασχέσουν τους λογαριασμούς τους, ενώ άλλοι δεν είχαν καν δικαίωμα ασφάλισης. 

Το γεγονός όμως ότι οι μέχρι τώρα αιτήσεις που έχουν γίνει είναι σχετικά λίγες, σε σύγκριση με το μέγεθος του αριθμού των οφειλετών του δημοσίου είναι κάτι που ξενίζει. Η Πάτρα δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτό. Παρόλο που ένας μεγάλος αριθμός των εμπόρων και των ελεύθερων επαγγελματιών έχουν χρέη στο δημόσιο, οι αιτήσεις για την τακτοποίηση του χρέους τους και την ένταξη τους στο πρόγραμμα των 120 δόσεων, είναι λίγες. 

Η εξήγηση σε αυτό έχει να κάνει με τους όρους ένταξης. Οι φορολογούμενοι μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση για τις 120 δόσεις υπό την προϋπόθεση ότι έχουν εξοφλήσει ή ρυθμίσει τις οφειλές του πρώτου τετραμήνου του 2019. Δηλαδή, να έχουν εξοφλήσει ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ, φόρο μισθωτών υπηρεσιών κλπ.

Εξάλλου, στη ρύθμιση για τις 120 δόσεις εντάσσονται οφειλές που βεβαιώθηκαν τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2018 ή χρέη που δημιουργήθηκαν ως την 31η Μαρτίου του 2019.

Αυτά τα δύο σημαίνουν ότι για να καταφέρει κανείς να μπει στις 120 δόσεις θα πρέπει να έχει τα χρήματα που αναλογούν στο χρέος του. Χρήματα όμως για τους ελεύθερους επαγγελματίες που χρωστούν δεν υπάρχουν, διαφορετικά δεν θα υπήρχε καν πρόβλημα. 

Άρα με τον τρόπο που εφαρμόζεται το σύστημα των 120 δόσεων το μόνο που πετυχαίνει το δημόσιο για την είσπραξη των χρημάτων του και την ταυτόχρονη διευκόλυνση των φορολογουμένων του είναι μία τρύπα στο νερό. Το ζήτημα που δείχνει φανερά την έλλειψη ρευστότητας που υπάρχει στην αγορά, μάλλον θα πρέπει να επανεξεταστεί από το υπουργείο. Αν η νέα κυβέρνηση διατηρήσει τελικά την ρύθμιση. 

Να σημειωθεί ότι τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) δείχνουν ότι το συνολικό ληξιπρόθεσμο χρέος, μαζί με τις συσσωρευμένες οφειλές των προηγούμενων ετών, διαμορφώθηκε τον Φεβρουάριο σε 104,652 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 18,251 δισ. έχουν ήδη χαρακτηριστεί «ανεπίδεκτα είσπραξης». 

Επί της ουσίας, το εισπράξιμο ποσό ανέρχεται σε 86,4 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα τα «φρέσκα» χρέη ξεπερνούν στο πρώτο δίμηνο του 2019 τα 2 δισ. στο δίμηνο, κάτι που συνδέεται με την προσδοκία των οφειλετών για τη νέα ρύθμιση των χρεών. Μια προσδοκία που μάλλον δεν ήρθε ακόμα.