Ο μισθός των εργαζομένων στη Βρετανία αυξήθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό εδώ και πάνω από μία δεκαετία ενώ οι εργοδότες συνέχισαν να κάνουν προσλήψεις, γεγονός που ενισχύει τις ενδείξεις ότι λόγω της αβεβαιότητας για το Brexit οι εταιρίες προτιμούν να αυξάνουν το προσωπικό τους παρά να δεσμεύονται σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις.

Σε αντίθεση με άλλους αναιμικούς δείκτες της βρετανικής οικονομίας, οι συνολικές αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων των μπόνους, αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 3,5% τους τρεις μήνες έως τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, συμβαδίζοντας με τις προβλέψεις οικονομολόγων σε έρευνα του Reuters. Πρόκειται για υψηλότερο ρυθμό τριμηνιαίας περιόδου από τα μέσα του 2008, αν και από μόνος του ο Φεβρουάριος κατέγραψε επιβράδυνση στην αύξηση των μισθών.

Η αγορά εργασίας της Βρετανίας αψήφησε το γεγονός ότι πλησίαζε το Brexit, κάτι που βοήθησε τα νοικοκυριά των οποίων οι δαπάνες αποτελούν κινητήριο παράγοντα της οικονομίας. Την περασμένη εβδομάδα, η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ πήρε αναβολή έως τον Οκτώβριο.

Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 179.000 τους τρεις μήνες έως τον Φεβρουάριο, συμβαδίζοντας με την πρόβλεψη στην έρευνα του Reuters, βοηθώντας να διατηρηθεί το ποσοστό της ανεργίας στο 3,9%, το χαμηλότερο από τις αρχές του 1975, όπως ανακοίνωσε η εθνική στατιστική υπηρεσία.

Ωστόσο, η αύξηση της απασχόλησης θα μπορούσε να αντανακλά τη νευρικότητα των εργοδοτών για το Brexit και τους κινδύνους που επιδεινώνουν τα μακροχρόνια προβλήματα παραγωγικότητας, την αχίλλειο πτέρνα της πέμπτης μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου. Οι εργαζόμενοι μπορούν να προσληφθούν και στη συνέχεια να απολυθούν εάν η οικονομία υποστεί πλήγμα, ενώ οι επενδύσεις στην τεχνολογία και τα νέα μηχανήματα --κάτι που βοηθά την οικονομία μακροπρόθεσμα-- μειώθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2018.