Η Δήμητρα Γαλάνη ανήκει σε μια γενιά καλλιτεχνών που γνωρίζουν την τέχνη του να είναι ταυτοχρόνως οικείοι, πληθωρικοί, ουσιαστικοί και τρυφεροί.

Ανοίγει διάπλατα τα χέρια της, γελάει δυνατά, σε αγκαλιάζει, ενδιαφέρεται να μάθει για σένα, για τη μέρα σου, για το τι συμβαίνει εκεί έξω. Είναι σε μια φάση της ζωής της που θέλει να αφαιρέσει πράγματα.

«Όσο μεγαλώνω, έχω την ανάγκη να κάνω τα πράγματα με πολλή όρεξη. Για αυτό και είμαι πολύ επιλεκτική και προσεκτική στις επιλογές μου. Δεν ξοδεύομαι. Πάντα αυτό έκανα, αλλά τώρα πολύ περισσότερο. Αν κάτι δεν μου αρέσει πάρα πολύ, και εννοώ πάρα πολύ και όχι απλώς πολύ, δεν μπαί­νω στον κόπο να ασχοληθώ. Η ανάγκη μου είναι να επικοινωνήσω ουσιαστικά. Και αυτό απαιτεί πολλές σιωπές. Και αφαίρεση, και συγκέντρωση».

Απαιτεί, όμως, και πιο πρακτικά πράγματα, όπως λογαριασμούς, εφορία, έξοδα συντήρησης.

«Μα όλα είναι σε συνδυασμό. Σχεδόν από τότε που ξεκίνησα, φανταζόμουν πώς θέλω να καταλήξω. Έτσι, σχεδόν ενστικτωδώς στην αρχή, αργότερα όμως με απόλυτη συνειδητότητα, αλλά και με πολύ κόπο, κατάφερα να στηρίξω τις επιλογές μου, φτιάχνοντας μια ζωή που θα μου το επέτρεπε.

Προσπάθησα να μην πέσω στις παγίδες της ευκολίας που έχει η δουλειά μας και γενικότερα δεν ξέχασα τις προθέσεις που είχα από την αρχή "που αποφάσισα να μπω σε αυτό τον δρόμο. Σαφώς και έγιναν και λάθη όλα αυτά τα χρόνια, αλλά τα προσπέρασα και σιγά-σιγά μπορώ να λέω σήμερα ότι έχω έναν τρόπο ζωής που με συ­ντηρεί και προς το παρόν δεν φαίνεται να χρειάζεται να κάνω πράγματα που δεν θέλω προκειμένου να τον συντηρώ εγώ. Άλλο να ζεις από την τέχνη σου και άλλο να ξεπουλάς την τέχνη σου για να ζήσεις. Αυτά τα έχω καλά διαχωρισμένα στο μυαλό μου. Σαν να γνώριζα από πάντα πως το μεγαλύτερο κέρδος είναι η ηρεμία στο τέλος της ημέρας», λέει στο Downtown.