Στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας "Γνωρίζοντας την πόλη μας", ο Νίκος Τζανάκος, συγγραφέας, θα μας μιλήσει για το σιδηρόδρομο που έφθασε στην Πάτρα το 1887.

"Από 1ης Οκτωβρίου του 1887 λειτουργεί σιδηρόδρομος από Πατρών εις Αθήνας αναφέρει η εφημερίδα Φορολογούμενος.

Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τεχνικές προδιαγραφές των ατμαμαξών, οι οποίες «δέον να κατακαίωσι τον καπνόν», και των οχημάτων, τα οποία «θα ώσι δε κρεμαστά επί ελατηρίου και εφωδιασμένα μετά καθισμάτων». Συγκεκριμένα προβλέπονται οχήματα τριών τάξεων: «Τα οχήματα της πρώτης τάξεως θα ώσιν εστεγασμένα μετ’ επίπλων και κεκλεισμένα δι’ υέλων κρυστάλλινων. Τα της δευτέρας τάξεως θα ώσιν εστεγασμένα μετ’ επίπλων και κεκεκλεισμένα επίσης δι’ υέλων κρυστάλλινων και θα έχωσι θρανία εστρωμένα δια τριχών. Τα της τρίτης τάξεως θα ώσιν ωσαύτως εστεγασμένα και κεκλεισμένα δι’ υέλων απλών, θα έχωσι δε θρανία μετ’ ερεισμάτων».
Πραγματοποιούνται δυο δρομολόγια την ημέρα. Η ταχύτητα του τραίνου ήταν 23χλμ την ώρα και το ταξίδι διαρκούσε 10 ώρες όταν δεν συνέβαινε κάποιο πρόβλημα.

Δύο μήνες αργότερα τον Δεκέμβριο του 1887 ιδρύονται ο σταθμός Πύργου (στον Άγιο Ανδρέα) και άλλος εις Αγ. .Διονύσιο οι όποιοι άρχισαν να λειτουργούν αναφέρει η ίδια εφημερίδα.
Το Απρίλιο του 1888 άρχισε η κατασκευή της γραμμής Πατρών- Πύργου. Συγχρόνως τον Μάιο δόθηκε άδεια σύνδεσης ( μέσω της οδού Αγ.Ανδρέου) του σταθμού του Αγίου .Διονυσίου και του σταθμού προς Πύργο, αλλά ανεστάλη.

Ζήτημα σιδηροδρομικό ανεφύη τότε στην Πάτρα για το αν συμφέρει την πόλη να περάσει ο σιδηρόδρομος από τα κρηπιδώματα του λιμανιού διότι θα αποκλειστεί το θαλάσσιο μέτωπο και θα ασχημύνει το ωραιότερο σημείο της παραλίας, θα ζημιωθεί από υγιεινής άποψης και όπως επίσης δημιουργηθεί σοβαρό πρόβλημα με το εμπόριο και τη διακίνησή του.
Ο Φορολογούμενος επιμένει να περάσει η γραμμή που θα ενώνει τους δύο σταθμούς από την παραλία. Οι έμποροι ζητούν η διέλευση να γίνεται από το εσωτερικό (Καμίνια) και εξαιτίας αυτού ήρθαν στα χέρια.

(Πολλές φορές το τραίνο έμενε από καύσιμη ύλη και τότε εργάτες με τσεκούρια κατέβαιναν και έκοβαν δένδρα και τα έριχναν στη φωτιά προκειμένου να συνεχίσουν το ταξίδι τους)".
Νίκος Τζανάκος