Θύμα των πραγματικοτήτων του διαχωρισμού πέντε δεκαετιών, χαρακτηρίζει τις συνομιλίες του κυπριακού ο Αμερικανός αναλυτής Βίνσεντ Μορέλι, της Ερευνητικής Υπηρεσίας του Κογκρέσου (CRS) – μιας ανεξάρτητης ερευνητικής υπηρεσίας επιφορτισμένης με την παροχή αναλύσεων για τα δύο νομοθετικά σώματα – στην τελευταία του έκθεση για την Κύπρο, με ημερομηνία 29 Ιανουαρίου.

Παράλληλα, επισημαίνει ότι αν η επιστροφή της Τζλέιν Χολ Λουτ δεν καταφέρει να επιτύχει συμφωνία μεταξύ των δύο Κυπρίων ηγετών, οι διαπραγματεύσεις που φιλοξενούν τα Ηνωμένα Έθνη ενδέχεται να φτάσουν στο τέλος τους.

Ο κ. Μορέλι θεωρεί ως αποτέλεσμα αυτής της εκτίμησης ότι «η μακροχρόνια επιδιωκόμενη διζωνική, δικοινοτική, ομοσπονδιακή λύση για το νησί παρέμεινε απατηλή και ίσως δεν μπορεί πλέον να επιτευχθεί».

Η έκθεση διατηρεί τον ίδιο τίτλο για τα τελευταία 9 χρόνια, «Κύπρος, η επανένωση αποδεικνύεται απατηλή». Η προηγούμενη είχε εκδοθεί πριν μόλις ένα μήνα.

Ο Αμερικανός αναλυτής γράφει πως καθώς μπήκε το 2019, «οι συνομιλίες ενοποίησης που αποσκοπούν να τερματίσουν τη διαίρεση της Κύπρου μετά από 55 χρόνια ως πολιτικά διαχωρισμένο έθνος και 45 χρόνια ως φυσικά διηρημένη χώρα, έχουν ανασταλεί από τον Ιούλιο του 2017. Οι νέες διαπραγματεύσεις ίσως δεν επαναληφθούν μέχρι αρκετά αργότερα μέσα στο 2019, αν επαναληφθούν καθόλου».

Αναφέρεται στον ορισμό της συμβούλου του ΟΗΕ Τζέιν Χολ Λουτ από τον ΓΓ, για να διεξάγει επαφές με τις δύο πλευρές και τις εγγυήτριες δυνάμεις για να διαπιστώσει εάν υπήρχαν επαρκείς συνθήκες για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων και σημειώνει για τον κύκλο των επαφών που ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο ότι σύμφωνα με πολλούς παρατηρητές, «τόσο η Λουτ όσο και ο Γκουτέρες βρήκαν λίγη αλλαγή στις θέσεις που εμπόδισαν μια λύση εδώ και δεκαετίες, αφήνοντας στο ΓΓ λίγο νέο έδαφος για να επανάληψη των διαπραγματεύσεων».

Η έκθεση αναφέρεται στη νέα αποστολή Λουτ, με στόχο την προετοιμασία των «όρων αναφοράς», μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου.

«Το έγγραφο αυτό, γράφει, έπρεπε να περιλαμβάνει μια εκδοχή του "πλαισίου" του 2017 που πρότεινε ο Γκουτέρες, προηγούμενες "συγκλίσεις" που οι δύο πλευρές είχαν φθάσει σε πολλά θέματα και έναν προτεινόμενο οδικό χάρτη για τον τρόπο με τον οποίο θα διεξαχθούν οι διαπραγματεύσεις. Εάν η διαδικασία αυτή αποδειχθεί πιο επιτυχημένη από τις προηγούμενες προσπάθειες για να τερματιστεί το αδιέξοδο, ο Γκουτέρες ήταν διατεθειμένος να προτείνει μια άλλη προσπάθεια για να επαναληφθούν οι συνομιλίες. Η Λουτ ολοκλήρωσε το δεύτερο γύρο των διαβουλεύσεών της στα μέσα Δεκεμβρίου».

Προσθέτει πως παρόλο που οι συνομιλίες ήταν "παραγωγικές", η Λουτ ανακοίνωσε ότι θα πρέπει να επιστρέψει στο νησί στις αρχές του 2019, επιβεβαιώνοντας τη δυσκολία που αντιμετώπισε προσπαθώντας να καταλήξει σε συμφωνία σχετικά με τις πρόνοιες των όρων αναφοράς.

«Αν η επιστροφή της Λουτ δεν καταφέρει να επιτύχει συμφωνία μεταξύ των δύο Κυπρίων ηγετών, οι διαπραγματεύσεις που φιλοξενούν τα Ηνωμένα Έθνη ενδέχεται να φτάσουν στο τέλος τους», εκτιμά ο Βίνσεντ Μορέλι.

Διαπιστώνοντας ότι το πολιτικό περιβάλλον στην Κύπρο έγινε «πιο μπερδεμένο», γράφει ότι το φθινόπωρο του 2018, ο πρόεδρος Αναστασιάδης εξέπληξε πολλούς όταν έβαλε την ιδέα μιας «αποκεντρωμένης ομοσπονδίας». Αυτό, γράφει, οδήγησε τον κ. Ακιντζί να διαμαρτυρηθεί ότι ο κ. Αναστασιάδης «υποσκάπτει» τις θέσεις του και προσπαθεί να παρακάμψει την τουρκοκυπριακή απαίτηση για πολιτική ισότητα. Το πιο σημαντικό, σημειώνει, μερικοί στην «Τουρκοκυπριακή κυβέρνηση» φαίνεται να διαχωρίζονται από τον Ακιντζί και να μιλούν περισσότερο για μια "συνομοσπονδία" ή ακόμα και μια λύση "δύο κρατών" προφανώς ευνοούμενη από την Άγκυρα.

«Ο ίδιος ο Ακιντζί έχει αρχίσει να μιλάει περισσότερο για μια «εταιρική συνεργασία», αν και δεν έχει εγκαταλείψει ακόμη την ομοσπονδιακή λύση. Επιπλέον, η διαμάχη για την ανάπτυξη υδρογονανθράκων έχει γίνει και πάλι θέμα τριβής στη σχέση».

Για την αμερικανική στάση, γράφει πως οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ιστορικά προωθήσει μια προσέγγιση "έντιμου μεσολαβητή" για την επίτευξη μιας δίκαιης, δίκαιης και διαρκούς διευθέτησης του Κυπριακού.

«Ωστόσο, προσθέτει, ορισμένοι παρατηρητές είδαν πρόσφατες ενέργειες στο Κογκρέσο και την κυβέρνηση σε υποστήριξη της απρόσκοπτης ενεργειακής ανάπτυξης της Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο και την άρση των περιορισμών στις πωλήσεις όπλων στην Κύπρο, ως μία παραδοχή από τις ΗΠΑ ότι μια ακριβοδίκαιη λύση έχει γίνει πιο δύσκολη. Οι κινήσεις αυτές υποδηλώνουν επίσης ότι τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο έχουν προχωρήσει σε θέματα ασφάλειας και ενέργειας, για τα οποία οι στενότερες σχέσεις με την Κυπριακή Δημοκρατία έχουν καταστεί υψηλότερη προτεραιότητα».

Στο κεφάλαιο με τα ενεργειακά, η έκθεση μνημονεύει δηλώσεις της πρέσβειρας Καθλίν Ντόχερτι στις 15 Μαρτίου 2018, αλλά την τοποθέτηση του υφυπουργού Εξωτερικών, Γουές Μίτσελ, σε ομιλία του σε δεξαμενή σκέψης της Ουάσιγκτον, όπου επαναβεβαίωσε την αμερικανική θέση και δήλωσε ότι «η Τουρκία πρέπει να χαμηλώσει τους τόνους των προκλήσεών της στα θαλάσσια ύδατα νότια της Κύπρου. Το επανέλαβε μία εβδομάδα αργότερα σε ακρόαση ενώπιον της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας».

Με αφορμή την έναρξη των ερευνητικών γεωτρήσεων της EXXON MOBIL τον περασμένο Νοέμβριο, η έκθεση αναφέρει πως η Τουρκία επανέλαβε τις προειδοποιήσεις της σχετικά με τη μονομερή εκμετάλλευση των πόρων και ανακοίνωσε τις προθέσεις της να ξεκινήσει γεωτρήσεις σε ύδατα που τόσο η Άγκυρα όσο και η Κύπρος ισχυρίζονται ότι αποτελούν μέρος των αντίστοιχων ΑΟΖ τους.

«Μέχρι το τέλος του 2018, οι εντάσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Τουρκίας είχαν απειλήσει να παίξουν ρόλο και στο ζήτημα των γεωτρήσεων. Ωστόσο, μια μικρή ‘απόψυξη’ στις τουρκοαμερικανικές σχέσεος συγκράτησε την Τουρκία από τα προχωρήσει σε οποιεσδήποτε αρνητικές ενέργειες στα πρώτα στάδια της εξερεύνησης της Exxon-Mobile. Ωστόσο, καθώς η Τουρκία διαθέτει δύο πλατφόρμες γεώτρησης στα ίδια εμπορικά τεμάχια, οι εντάσεις θα μπορούσαν επαναληφθούν».

Στο κεφάλαιο των συμπερασμάτων, ο Αμερικανός αναλυτής σημειώνει ότι διαμορφώνοντας τη νέα του προσέγγιση στις διαπραγματεύσεις, με το διορισμό της κ. Λουτ, ο ΓΓ του ΟΗΕ σκόπευε συγκεκριμένα να αμφισβητήσει την ειλικρίνεια και των δύο πλευρών να επιστρέψουν στις διαπραγματεύσεις. Επίσης γράφει πως ο κ. Γκουτέρες εμφανίστηκε να έχει υιοθετήσει το αίτημα του κ. Ακιντζί για μια διαπραγμάτευση με γνώμονα τα αποτελέσματα, κατ’ αρχάς καθιστώντας σαφές ότι και οι δύο πλευρές θα έπρεπε να συμφωνήσουν με το έγγραφο αναφοράς που θα συντάξει η Λουτ και στη συνέχεια μη επιτρέποντας τις συνομιλίες να καταστούν ανοιχτού τέλους, επιτρέποντας την επαναδιαπραγμάτευση των όρων αναφοράς, από τη στιγμή που παρουσιαστούν».

Εκτιμώντας ότι η προσέγγιση του ΓΓ φαίνεται να αποδίδει, ο Αμερικανός αναλυτής γράφει πως σύμφωνα με δημοσιεύματα, ο πρόεδρος Αναστασιάδης πιστεύει ότι οι όροι αναφοράς θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη θέση του ότι οι τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις θα έπρεπε να αποχωρήσουν από το νησί και ότι οι μελλοντικές εγγυήσεις ασφαλείας για το νησί θα έπρεπε να λάβουν άλλη μορφή. Ενώ ο κ. Ακιντζί φαίνεται ότι είδε κάποια υποστήριξη για το αίτημά του για πολιτική ισότητα των Τουρκοκυπρίων.

«Η αποδοχή των όρων αναφοράς, ιδιαίτερα αν υπήρχαν διαφωνίες σχετικά με ορισμένους από τους όρους, θα απαιτούσε την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο ηγετών, μεταξύ των Ελληνοκυπρίων και της Άγκυρας, και ίσως μεταξύ της Άγκυρας και του Ακιντζί. Δεν είναι σαφές αν αυτό θα μπορούσε να συμβεί. Ο Ακιντζί άφησε να εννοηθεί ότι δεν είναι πλέον βέβαιος τι είδους λύση αναζητούσε ο Αναστασιάδης και κατέστησε σαφές πάλι ότι δεν μπορούσε να δεχτεί αλλαγές στα ζητήματα ασφάλειας. Ο Αναστασιάδης προφανώς δεν μπορούσε να συμφωνήσει για το πώς οι Τουρκοκύπριοι ήθελαν να προσδιορίσουν την πολιτική ισότητα. Δεν ήταν επίσης σαφές κατά πόσο η Άγκυρα θα έκανε τον τον Ακιντζί να μην αισθάνεται άνετα να συμφωνήσει με οποιοδήποτε έγγραφο αναφοράς εάν το έγγραφο περιελάμβανε μόνο τη μακρόπνοη ομοσπονδιακή λύση.

Εάν και οι δύο πλευρές απορρίψουν τους προτεινόμενους όρους αναφοράς που παρουσιάσει η Λουτ, ο Γκουτέρες θα έχει λίγες επιλογές και η επανάληψη των διαπραγματεύσεων που φιλοξενούν τα Ηνωμένα Έθνη θα ετίθετο σοβαρά εν αμφιβόλω».

Παραθέτοντας διάφορες εκτιμήσεις για τις προοπτικές της επικείμενης επίσκεψης Λουτ, ο Βίνσεντ Μορέλι γράφει πως ορισμένοι παρατηρητές αμφισβητούν εάν η αποστολή της είναι δυνατό να επιτύχει, δεδομένου ότι πολλά πιθανά ζητήματα δεν θα συμπεριληφθούν στο τελικό έγγραφο.

«Για παράδειγμα, ίσως να μην είναι πιθανό ο Αναστασιάδης, να δεχτεί έναν ορισμό της πολιτικής ισότητας για τους Τουρκοκύπριους που ευνοεί ο Ακιντζί, ή να αντιστρέψει τη θέση του και να δεχθεί μια προθεσμία-στόχο για την ολοκλήρωση των συνομιλιών. Το σχόλιο του Τσαβούσογλου το Δεκέμβριο του 2018 ότι όσοι ονειρεύονται μια επιλογή με μηδέν εγγυήσεις και μηδέν στρατεύματα πρέπει να το ξεχάσουν καθώς κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί ποτέ, υποδηλώνει ότι το πλαίσιο Γκουτέρες στο οποίο τα τουρκικά στρατεύματα θα αρχίσουν να εγκαταλείπουν το νησί μετά από συμφωνία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο το σύνολο των όρων αναφοράς από την αρχή. Ο Αναστασιάδης δεν φαίνεται πρόθυμος να αποδεχτεί ένα μικρό επίπεδο τουρκικών στρατευμάτων στο νησί ως μέρος μιας νέας πολυμερούς ειρηνευτικής δύναμης για αρκετά χρόνια ή τουλάχιστον έως ότου ο βορράς συμμορφωθεί πλήρως με το κεκτημένο της ΕΕ», γράφει, σύμφωνα με το philenews.

Στα αναπάντητα ερωτήματα που κατά τον κ. Μορέλι υπάρχουν, συμπεριλαμβάνονται:

Θα μπορούσε ο Ακιντζί να αποδεχθεί ένα έγγραφο αναφοράς που θα απέφευγε το ζήτημα της πολιτικής ισότητας όπως αυτός το προσδιορίζει;
Θα μπορούσε ο Ακιντζί να υποστηρίξει με επιτυχία στους ‘πολίτες’ του ότι η νέα ομοσπονδιακή δομή, χαλαρή ή αλλιώς, με τις εγγυήσεις του κοινοτικού δικαίου και μια ισχυρότερη ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ, θα επαρκεί για να υποστηρίξει μια νέα συμφωνία ασφαλείας σχετικά με τα τουρκικά στρατεύματα ή τις τουρκικές εγγυήσεις ασφάλειας;
Το πλαίσιο Γκουτέρες υποδηλώνει ότι απαιτείται ένα νέο πλαίσιο ασφάλειας, ειδικότερα ένα που δεν προβλέπει το αυτόματο δικαίωμα της Τουρκίας να παρεμβαίνει μονομερώς στο νησί. Η Άγκυρα και οι Τουρκοκύπριοι δεν δέχτηκαν αυτή την ιδέα. Θα μπορούσαν οι πλευρές να δεχτούν μια μελλοντική ειρηνευτική δύναμη υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ, στην οποία τα τουρκικά και τα ελληνικά στρατεύματα θα συμμετείχαν ως διασφάλιση και για τις δύο πλευρές;

Ο Αμερικανός αναλυτής τονίζει ότι «η ιστορία υποδηλώνει ένα συνεχές "όχι" σε αυτά τα ερωτήματα».