Σε κολαστήριο για τα μικρά παιδιά με ειδικές ανάγκες έχει μετατραπεί το πρώην ΠΙΚΠΑ στα Λεχαινά σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας ''ΕΘΝΟΣ''.

Η απίστευτη ιστορία ενός τυφλού κοριτσιού που επί δέκα χρόνια ζούσε την απόλυτη φρίκη, έφερε στο φως τις απάνθρωπες συνθήκες κάτω από τις οποίες ''φυλάσσονται'' δεκάδες άτομα στο Κέντρο Περίθαλψης Παιδιών με αναπηρία. Το κορίτσι έκλεισε τον Αύγουστο τα 18 ενώ από τα επτά της χρόνια ζει σε ένα κλουβί. Το κορίτσι αυτό δεν καταλάβαινε καλά καλά το όνομά του μέχρι πριν από 2,5 χρόνια, τότε που μία ομάδα παρέμβασης ανέλαβε να λύσει τη φρίκη της καθήλωσής της όπως και δεκάδων ανάπηρων παιδιών και ενηλίκων που βρίσκονταν στο Κέντρο Περίθαλψης Παιδιών με αναπηρία στα Λεχαινά Ηλείας.


Η ομάδα ξεκίνησε να δουλεύει με το 18χρονο κορίτσι και σήμερα αντιλαμβάνεται ότι έχει και εκείνη ένα όνομα. Για πρώτη φορά στη ζωή της μπόρεσε να πει κάποιες ακόμα λέξεις.

Η εφημερίδα ''ΕΘΝΟΣ'' παρουσιάζει αποκλειστικές φωτογραφίες από μία αδιανόητη υπόθεση . Σήμερα εν έτει 2018 υπάρχουν πέντε άνθρωποι που ζουν στα κλουβιά της ντροπής- τα ίδια κλουβιά που παρουσίαζε πριν από λίγα χρόνια σε ρεπορτάζ του ως και το BBC, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων. Το μείζον πρόβλημα όμως είναι ότι εξαιτίας της ελληνικής αδράνειας υπάρχει περίπτωση το 2019 να επιστρέψουν στα κλουβιά και οι 30 που κατάφεραν να ελευθερωθούν!

Η ομάδα που ανέλαβε να αντιμετωπίσει την απίστευτη κατάσταση στο ΚΕΠΕΠ Λεχαινών, όπου έως το 2016 δεκάδες ανάπηρα παιδιά και ενήλικες διαβίωναν υπό συνθήκες βασανισμού, δηλαδή ζούσαν είτε δεμένοι από τα χέρια και τα πόδια είτε σε κλουβιά επειδή πάσχουν από σοβαρές ασθένειες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αυτοτραυματισμούς, έχει ήδη καταφέρει μέσα σε 2,5 χρόνια να βγάλει από τα δεσμά τους 30 από τους 36 ανθρώπους που ζούσαν υπό τέτοιες συνθήκες.

Οι 30 τρόφιμοι που αποκαθηλώθηκαν «έχουν πλέον μια πιο ελεύθερη διαβίωση, αλλά και πάλι ασυλικού τύπου, καθώς ξυπνούν, παίρνουν φάρμακα κ.λπ.». Εκτός από το τυφλό κορίτσι, υπάρχουν κι άλλες τέτοιες περιπτώσεις. Όπως δύο κοριτσιών 11-12 ετών το 2016, που έφυγαν σε άλλο ίδρυμα και κατάφεραν να έχουν ένα είδος εκπαίδευσης, έμαθαν να πηγαίνουν τουαλέτα... «Η μία, η μικρή, κάνει πια παζλ με κλειστά μάτια. Την είχαν κλεισμένη σε soft room» λέει η κυρία Σωτηροπούλου.


«Και επίσης προσπαθεί να μιλήσει. Άλλη περίπτωση αφορούσε δύο αδελφές γύρω στα 30. Η μία ζούσε στο κλουβί, η άλλη ζούσε με χέρια και πόδια δεμένη. Τώρα είναι ελεύθερη. Ούτε το κεφάλι της δεν μπορούσε να σηκώσει από τα φάρμακα. Τώρα η μία έχει λυθεί και μπαίνει στο αμαξίδιο, βγαίνει να φάει στην τραπεζαρία και σχεδιάζεται άμεσα και οι δύο, ελεύθερες, να µπουν στο ίδιο δωμάτιο. Τα κορίτσια αυτά είχαν µπει σε άλλο ίδρυμα, σε ηλικία 5 και 4 ετών, και ήταν πολύ κοντά. Αλλά από τότε που μπήκαν στο συγκεκριμένο ίδρυμα δεν είχαν επαφή. Στην αρχή δεν ήθελε καθόλου η µία την άλλη. Δουλεύτηκαν από την ομάδα, ιδιαίτερα ψυχολόγο, και βάσει προγραμματισμού θα µπουν μαζί σε δωμάτιο σε κανονικά κρεβάτια».

Με το θέμα του ΚΕΠΕΠ έχει ασχοληθεί από το 2011 ο Συνήγορος του Πολίτη. Μεταξύ άλλων, διαπίστωσε:

«Τα παιδιά ήταν μόνα στα κρεβάτια τους, ατενίζοντας το λευκό ταβάνι του δωματίου, για πολλές ώρες καθημερινά. Σύμφωνα µε άτυπη ενημέρωση του προσωπικού, χορηγούνταν κατασταλτικά φάρμακα. Μικρά παιδιά βρίσκονταν ξαπλωμένα σε παιδικά κρεβάτια τα οποία είχαν κουβέρτες γύρω γύρω για προστασία από αυτοτραυματισμό και κάποια, αν και πολύ μικρής ηλικίας, ήταν δεµένα στο κρεβάτι τους µε ύφασμα, µε αιτιολογία την αποφυγή αυτοτραυματισμού».

«Παιδιά µε νοητικές αναπηρίες και αυτονομία βάδισης διαβίωναν σε ξύλινα κρεβάτια/κουβούκλια (ύψους περίπου 2 μέτρων) µε πόρτα και κλειδαριά για πολλές ώρες κάθε ημέρα (περισσότερες το Σαββατοκύριακο), µε την αιτιολογία ότι η χρήση τους επιβάλλεται προκειμένου να μην κινδυνεύουν να τραυματιστούν κινούμενα στο χώρο, δεδομένης της αδυναμίας εποπτείας τους. Κάποια από αυτά ζητούσαν την προσοχή, τη σωματική επαφή και έδειχναν επιθυμία να βγουν από τα κρεβάτια τους, ενώ άλλα παρέμεναν αδιάφορα ή κινούνταν στερεοτυπικά. ∆εν υπήρχαν παιχνίδια δίπλα τους ή προσωπικά αντικείμενα, καθώς θεωρούνταν επικίνδυνα λόγω πιθανότητας αυτοτραυματισμού, πάντα µε την αιτιολογία της αδυναμίας συνεχούς εποπτείας τους, λόγω της έλλειψης προσωπικού».

ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ