Δημοτική Πινακοθήκη (Μαιζώνος 110, Πάτρα)
Διάρκεια έκθεσης: 4 Μαΐου – 2 Ιουνίου 2018
Εγκαίνια: Παρασκευή 4 Μαΐου, στις 20:30
Ώρες Λειτουργίας: Τρίτη-Σάββατο: 10:00-13:00, Τρίτη & Παρασκευή 18.00-21.00 Κυριακή κλειστά

Η μεταπολεμική φωτογραφική απεικόνιση της Ελλάδας, 1950 – 1960
Στη δεκαετία του 1950, μέσα στο πνεύμα αισιοδοξίας που επικρατoύσε σε όλο τον κόσμο μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η Βούλα Παπαϊωάννου έστρεψε τη μηχανή της και πάλι προς το ελληνικό τοπίο, ειδικότερα μάλιστα προς τα νησιά, που είχαν ήδη καθιερωθεί ως ο ιδανικός τόπος διακοπών. Καταξιωμένη πλέον και ως ένα από τα σημαντικά μέλη της ΕΦΕ (Ελληνική Φωτογραφική Εταιρεία), συμμετέχει σε εκθέσεις, συνεργάζεται με τον ΕΟΤ (Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού), καθώς και με εκδοτικούς οίκους. Με δική της πρωτοβουλία απευθύνθηκε στο Γεωγραφικό Ινστιτούτο της Novara στην Ιταλία και εξέδωσε τα λευκώματα Hellas.

Το έργο της όμως διαδόθηκε κυρίως με τις εκδόσεις La Grèce à Ciel Ouvert (1953) και Iles Grecques (1956), του γνωστού οίκου της Λωζάνης Claire Fontaine/Guilde de Livre, που κυκλοφόρησαν μαζί με λευκώματα υπογεγραμμένα από τους φωτογράφους Henri Cartier Bresson, Izis, Paul Strand, Robert Doisneau. Τα σημαντικά αυτά βιβλία, ανέδειξαν την πρόθεση της Παπαϊωάννου να προσεγγίσει το ελληνικό τοπίο και ιδιαίτερα τον αιγαιοπελαγίτικο χώρο ως προς την ιστορική και πνευματική του διάσταση, μέσα από την προσωπική της ευαισθησία, με διακριτικές εικονογραφικές και φορμαλιστικές καινοτομίες, αλλά και με διεισδυτική ματιά προς τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του.

Βούλα Παπαΐωάννου (1898-1990)
Η Βούλα Παπαϊωάννου μυήθηκε στην τέχνη της φωτογραφίας στα μισά της δεκαετίας του ’30 ασκούμενη κατ’ αρχήν με επιτυχία σε λήψεις τοπίου, μνημείων και αρχαιολογικών εκθεμάτων.

Στροφή στην πορεία του έργου της αποτέλεσε η κήρυξη του πολέμου του ’40 και ιδιαίτερα τα δεινά του άμαχου πληθυσμού της Αθήνας που ενεργοποίησαν την κοινωνική συνείδηση της φωτογράφου. Με τη διαπίστωση ότι ο φακός της έχει τη δύναμη να προκαλέσει συνειδήσεις έγινε μάρτυρας στον αποχαιρετισμό των στρατευμένων, στις ετοιμασίες της πόλης για την αντιμετώπιση των εκτάκτων αναγκών και στη φροντίδα των πρώτων τραυματιών. Όταν η πείνα έπληξε την πρωτεύουσα κατήγγειλε τη φρίκη του πολέμου με τις συγκλονιστικές μορφές των αποσκελετωμένων παιδιών.
Μετά την Απελευθέρωση ως υπεύθυνη του φωτογραφικού τμήματος της UNRRA (United Nations Relief and Rehabilitation Administration) περιηγήθηκε τη ρημαγμένη ελληνική ύπαιθρο και κατέγραψε τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της. Ξεφεύγοντας συχνά από τις εντολές της υπηρεσίας της απαθανάτισε προσωπικές ιστορίες και φυσιογνωμίες απλών ανθρώπων που παραπέμπουν μάλλον στην αξιοπρέπεια παρά στην εξαθλίωση.
Στη δεκαετία του ’50 φωτογραφίζει το ελληνικό τοπίο, τα μνημεία και τους ανθρώπους της υπαίθρου. Το έργο της εκφράζει την αισιοδοξία που επικρατούσε μετά τον πόλεμο για το μέλλον της ανθρωπότητας και ιδιαίτερα την τάση στην επάνοδο των παραδοσιακών αξιών. Την περίοδο αυτή συνεργάζεται συστηματικά με τον Ε.Ο.Τ. (Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού), συμμετέχει στη δημιουργία της Ε.Φ.Ε. (Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας) το 1952 και λαμβάνει μέρος σε εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Η Βούλα Παπαϊωάννου εντάσσεται στο ρεύμα της «ανθρωπιστικής φωτογραφίας» που αναπτύχθηκε ως αντίδοτο της κατάλυσης των ανθρωπίνων αξιών εξαιτίας του πολέμου. Το έργο παραχώρησε στο Μουσείο Μπενάκη το 1976.