Είναι ένα από τα μεγαλύτερα ανερχόμενα ταλέντα της κλασικής μουσικής σκηνής, έχοντας καταφέρει παρά το νεαρό της ηλικίας της να ξεχωρίσει για τις ικανότητες της σε όσες συναυλίες έχει δώσει εντός αλλά και εκτός της χώρας μας μέχρι σήμερα.

Η χροιά της μοναδικής φωνής της, ηχεί στο αυτί κάθε λάτρη του συγκεκριμένου είδους μουσικής, κάνοντας τον να ταξιδέψει νοερά...

Ο λόγος φυσικά για την Πατρινή Ήρα Ζέρβα.

Η ταλαντούχα σοπράνο γεννήθηκε στην Πάτρα και ξεκίνησε τις μουσικές της σπουδές στην ηλικία των έξι ετών. Είναι απόφοιτος μεταπτυχιακού κύκλου σπουδών στην Όπερα στο Conservatorio di Santa Cecilia στη Ρώμη, με βαθμό Άριστα Παμψηφεί και διάκριση. Αριστούχος απόφοιτος του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου στην κατεύθυνση της Μουσικής Ψυχολογίας. Κάτοχος Διπλώματος Πιάνου με βαθμό Άριστα Παμψηφεί και Α' βραβείο, τάξη Αικατερίνης Ζορμπά, και Διπλώματος Μονωδίας με βαθμό Άριστα Παμψηφεί, τάξη Ρόζας Πουλημένου. Μελετάει ρεπερτόριο με τη διεθνούς φήμης υψίφωνο Maria Dragoni.

Κάτοχος πτυχίου Αρμονίας με καθηγητή το Σταύρο Σολωμό και Αντίστιξης με καθηγητή το Σπύρο Ρουβά, με βαθμό Άριστα. Έκανε το ντεμπούτο της ως σολίστ στο Lanciano της Ιταλίας τραγουδώντας το ρόλο της Giannetta (L 'Elisir d' amore), ενώ με τη χορωδία International Opera Choir εμφανίστηκε στην παράσταση του Don Giovanni (Spoleto, Italia) αλλά και σε μεγάλα χορωδιακά έργα όπως το Ρέκβιεμ του Verdi και η Ενάτη Συμφωνία του Beethoven. Έχει κερδίσει το τρίτο βραβείο στο Διεθνή Μουσικό Διαγωνισμό της Unesco κι έχει εμφανιστεί ως σολίστ στην Ιταλία (Roma, Varese, Caldarola, Lanciano), στην Ισπανία (Valencia, Castellòn) και στην Ελλάδα (Αθήνα, Κέρκυρα, Ιωάννινα, Πάτρα), ενώ ως χορωδός σε χώρες της Ευρώπης όπως Ιταλία, Αυστρία, Ουγγαρία, Τσεχία κι Ελλάδα.

Είναι μόνιμο μέλος της χορωδίας International Opera Choir (Rome) και ιδρυτικό μέλος του φωνητικού συγκροτήματος Il Respiro Lirico, ενώ παράλληλα αποτελεί έκτακτο μέλος της χορωδίας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και της χορωδίας του θεάτρου Carlo Felice di Genova.

Έχει εργαστεί ως καθηγήτρια μουσικής στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, καθηγήτρια Μονωδίας, καθηγήτρια Πιάνου και ως υπεύθυνη Φωνητικής Προετοιμασίας στην Παιδική Χορωδία της Χορωδίας Κέρκυρας.

Η ίδια λοιπόν, έχοντας φτάσει σε ένα Ά επίπεδο "ανοίγει την καρδιά" της στο patrasevents.gr, αποκαλύπτοντας μας το πώς έφτασε μέχρι εδώ αλλά και τις προοπτικές της από εδώ και στο εξής, σε ό,τι έχει να κάνει με την καριέρα της...


P.E.: Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με την κλασική μουσική; 

Η.Ζ.: Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ξεκίνησα να ακούω κλασική μουσική πριν γεννηθώ, καθώς η μητέρα μου είναι πιανίστα. Στην περίοδο της εγκυμοσύνης της σε εμένα μελετούσε το Gloria του A. Vivaldi με αποτέλεσμα να είναι εντυπωμένη στη μνήμη μου μέχρι και σήμερα η εισαγωγή του έργου αυτού! Επισήμως ξεκίνησα τις μουσικές μου σπουδές με το πιάνο, σε ηλικία 6 ετών, έγινα μέλος παιδικής χορωδίας στα 8 και συνέχισα με τα θεωρητικά της μουσικής, ενώ στα 14 μου απέκτησα τις πρώτες μου επαφές με το κλασικό τραγούδι, περιέργως μετά από προτροπή του μεγάλου πιανίστα Δημήτρη Σγούρου, με τον οποίο κάναμε οικογενειακά παρέα και πίστευε ακράδαντα ότι θα ασχοληθώ με το λυρικό τραγούδι -ήταν το κρυφό του πάθος. Επιπρόσθετα η ενασχόλησή μου με τη χορωδιακή μουσική από νεαρή ηλικία, ξεκινώντας από την Πολυφωνική Χορωδία Πάτρας, δε μπορούσε παρά να οδηγήσει στην αγάπη μου για τη φωνητική μουσική. H κλασική μουσική υπήρξε για εμένα ανέκαθεν κάτι το φυσικό και μη καταναγκαστικό, τόσο σπουδαστικά όσο και στον ελεύθερό μου χρόνο. 

P.E.: Η οικογένειά σου σε ενθάρρυνε να ακολουθήσεις αυτό το μονοπάτι; 

Η.Ζ.: Δε με αποθάρρυνε ποτέ. Η μητέρα μου πώς θα μπορούσε άλλωστε, ως καλλιτέχνης και η ίδια... Ο πατέρας μου ως πιο πρακτικό μυαλό, ίσως να είχε και να έχει παραπάνω ανησυχίες για το κομμάτι της διαβίωσης και όχι αδίκως. Με στηρίζουν όμως μέχρι και σήμερα, τόσο πρακτικά όσο και ψυχολογικά, βοηθώντας με με όποιον διαθέσιμο τρόπο υπάρχει να ολοκληρώσω τις σπουδές μου και στην καλλιτεχνική μου πορεία, και δίνοντας το παρόν σε όσες περισσότερες παρουσιάσεις μου μπορούν. Είναι πάντα σημαντική η οικογενειακή στήριξη, και κοιτώντας γύρω μου, δεν είναι πάντα κάτι το αυτονόητο. Είναι δύσβατο μονοπάτι και ακόμα περισσότερο σήμερα, που υπάρχει πληθώρα νέων τραγουδιστών εν μέσω μίας γενικότερης κρίσης. Δεν έχω κανένα παράπονο από τη στήριξή του οικογενειακού μου περιβάλλοντος.


Giannetta, Elisir d' Amore (G. Donizetti), Νοέμβριος 2016, Lanciano, Ιταλία"

"Η Ελλάδα είναι δύσκολο "terrain" από πολλές απόψεις"

P.E.: Τι είναι αυτό που σε αγγίζει περισσότερο στην κλασική μουσική; 

Η.Ζ.: Δύσκολη ερώτηση... Με αγγίζει η ίδια η μουσική, με αγγίζει ο τρόπος που μου μιλάει και με κάνει να χαλαρώνω μετά απο μία έντονη μέρα, ή να χαμογελάω σε μία δύσκολη περίσταση. Κυρίως με αγγίζει ο τρόπος που όταν τραγουδάω ή παίζω πιάνο, εξαφανίζεται το οποιοδήποτε πρόβλημα και νιώθω έτοιμη να κατακτήσω τον κόσμο, είναι αυτό που κάνω εγώ, να παίζω μουσική. Καθώς διδάχτηκα μουσική ανάγνωση και γενικότερη ανάγνωση την ίδια περίοδο, μου είναι σχεδόν πιο εύκολο να επικοινωνήσω και να εκφραστώ με την κλασική μουσική παρά με οτιδήποτε άλλο. Και ήταν ανέκαθεν έτσι, με θυμάμαι να ακούω στην ηλικία των 3 ετών τους λυρικούς τραγουδιστές που συνόδευε η μητέρα μου και στη δύσκολη περίοδο της εφηβείας να ακούω Verdi και τα συμφωνικά έργα του Beethoven. Ας πούμε ότι αυτό που εκτιμώ παραπάνω στην κλασική μουσική είναι ότι είναι το πιο δυνατό μέσο επικοινωνίας που έχω με τον κόσμο. 

P.E.: Στην Ελλάδα υπάρχουν ευκαιρίες για τους νέους που ασχολούνται με την όπερα; 

Η.Ζ.: Δε θα ήθελα να απαντήσω ολοκληρωτικά ούτε κρίνοντας εξ ιδίων. Στην Ελλάδα έχουν γίνει προσπάθειες τα τελευταία χρόνια, τόσο με τα μουσικά πανεπιστήμια, όσο και με τα ωδεία και τα opera studios, να δοθούν σωστές βάσεις στους νέους που τους ενδιαφέρει το λυρικό τραγούδι. Γεγονός παραμένει όμως ότι ένα μόνο λυρικό θέατρο ουσιαστικά σε μία χώρα δε μπορεί να χωρέσει τους όλο και περισσότερους νεαρούς μονωδούς... Γι' αυτό άλλωστε και παρατηρείται έξοδος στο εξωτερικό για σπουδές, και πολλές φορές και παραμονή εκεί. Η Ελλάδα είναι δύσκολο "terrain" από πολλές απόψεις. Μικρό μέρος, έντονη οικονομική και γενικότερη κρίση και με την όπερα να θεωρείται ένα είδος πολυτελείας στην καλύτερη περίπτωση, και κάτι το άγνωστο στη χειρότερη. Δεν έχουμε παράδοση στην όπερα. Ίσως στο μέλλον με μία καλύτερη οικονομική κατάσταση και με προσπάθειες γνωριμίας με το λυρικό τραγούδι ήδη από τη σχολική ηλικία η κατάσταση να γίνει πιο ελπιδοφόρα, αλλά προσωρινά εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, θεωρώ το έδαφος της Ελλάδας άγονο. Τρέφω ελπίδες ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί. Για να μην παρεξηγηθούμε βέβαια, δε θα υποστηρίξω και δε νομίζω να το υποστηρίζει κανείς ότι στο εξωτερικό είναι όλα εύκολα. Σε όποιο μέρος αποφασίσει κανείς να προσπαθήσει, πρέπει να το κάνει με επιμονή, μεθοδικότητα και βεβαίως να βρεθούν και οι κατάλληλες συγκυρίες. 

P.E.: Τι θεωρείς μεγαλύτερη πρόκληση στο συγκεκριμένο είδος που έχεις επιλέξει; 

Η.Ζ.: Δε θα πω την πειθαρχία που απαιτεί η ενασχόληση με το λυρικό τραγούδι, γιατί είναι κάτι που σε εμένα προσωπικά ήρθε πολύ φυσικά. Ο συγκεκριμένος τομέας απαιτεί ως γνωστόν πολλές ώρες ύπνου, καθημερινή μελέτη, προσεγμένη διατροφή και γενικότερα έναν τρόπο ζωής σαν αυτόν του αθλητή, συντηρητικό και προσεγμένο. Θέλει αφιέρωση. Όταν όμως κάποιος μπαίνει ολοκληρωτικά στον κόσμο της όπερας, ή ακόμα και στο προηγούμενο στάδιο, που είναι το στάδιο των ακροάσεων και των διαγωνισμών μέχρι να καταλήξει σε μία σχετικά μόνιμα βάση, θα πρέπει να θωρακιστεί συναισθηματικά ενάντια στη μόνιμη έκθεση, κριτική και αμφισβήτηση του ίδιου του εαυτού του και να μάθει παράλληλα να ζει με μία γενικότερη αίσθηση μοναξιάς. Πολλές φορές θα βρεθεί σε διλήμματα ακόμα και προσωπικής φύσεως. Η πρόκληση για εμένα είναι να καταφέρεις να μείνεις ο εαυτός σου στη διάρκεια αυτής της ενίοτε δύσκολης και ψυχοφθόρας διαδρομής. Το αντάλλαγμα όμως που προσφέρει η εκτέλεση της μουσικής αυτής, είναι ανεκτίμητο.


P.E.: Η γενέτειρα σου, η πόλη της Πάτρας, δίνει το βήμα σε καλλιτέχνες με τη δικιά σου κλίση; 

Η.Ζ.: Για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω επιδιώξει τη μόνιμη παραμονή στην πόλη καταγωγής μου, τα τελευταία 12 χρόνια την επισκέπτομαι κυρίως σε περίοδο διακοπών. Όμως έχω δεχτεί προτάσεις και συμμετέχω με χαρά σε συναυλίες και παρουσιάσεις. Αν μιλήσουμε για λίγο πιο νέους καλλιτέχνες, η πεπατημένη είναι συνήθως να "ψάξουν την τύχη τους" ξεκινώντας από την Αθήνα. Γίνονται τα τελευταία χρόνια αξιόλογες προσπάθειες στην Πάτρα και θεωρώ ότι σύντομα θα αποτελεί τόπο εύφορο για το λυρικό τραγούδι. 

P.E.: Ζεις και εργάζεσαι, κυρίως, στο εξωτερικό. Η εικόνα της Ελλάδας που εισπράτεις, ζώντας εκεί, ποια είναι; 

Η.Ζ.: Με λύπη μου θα πω ότι η εικόνα που έχουμε για την Ελλάδα ζώντας εκτός αυτής είναι ελαφρώς καλύτερη από αυτήν που όντως είναι... Δεν ξέρω αν είναι η τάση να αμβλύνουμε τις σκέψεις μας για τον τόπο μας λόγω νοσταλγίας, ή η ελλιπής πληροφόρηση από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ειδικά στην Ιταλία που είναι μία χώρα που εκτιμάει απίστευτα τον ελληνικό πολιτισμό, φτάναμε ενίοτε να πιστεύουμε ότι η Ελλάδα μπορεί εν τέλει να είναι μία χώρα που μπορεί να σταθεί αντάξια καλλιτεχνικά, πλάι στις "μεγάλες δυνάμεις". Δυστυχώς, για τώρα τουλάχιστον, μάλλον δεν είναι έτσι. Έχει τα εχέγγυα, έχει τις φωνές και τους καλλιτέχνες σαφέστατα, δεν έχει όμως αρκετό χώρο για επέκταση του είδους που λέγεται όπερα, χώρο από άποψη κυρίως οικονομίας και καλλιτεχνικής νοοτροπίας. 

P.E.: Πηγαίνεις σε μουσικές παραστάσεις; Είδες κάτι πρόσφατα που να σε ενθουσίασε; 

Η.Ζ.: Σαφώς, όχι μόνο για διασκέδαση αλλά κι επειδή αποτελεί μέρος της μουσικής εκπαίδευσης του εκάστοτε καλλιτέχνη. Η τελευταία παράσταση που είδα ήταν ο Trovatore στο Ηρώδειο, από την οποία με εντυπωσίασε η καλλιτεχνική αρτιότητα των πρωταγωνιστών, σε συνδυασμό με το έντονο συναίσθημα που προσδίδει από μόνος του ο ιστορικός αυτός χώρος. Στη Ρώμη επί τρία χρόνια πηγαίνω τακτικά στις παραστάσεις του Τeatro dell' Οpera di Roma, αλλά νομίζω η παράσταση που με εντυπωσίασε παραπάνω ήταν μία από τις πρώτες που είδα, ο Βέρθερος του J. Massenet. Με συγκλόνισε ο άψογος συνδυασμός σκηνοθεσίας και μουσικής, ήταν εντυπωσιακό το πώς έδεσε η σύγχρονη αλλά σεβαστική και λιτή άποψη του γερμανού σκηνοθέτη Willy Decker με την πληθωρική κι αισθαντική μουσική του γαλλικού βερισμού.

Τέλος, χωρίς βεβαίως να θέλω να "ευλογήσω τα γένια μου", οφείλω να πω ότι εξαιρετικής ποιότητας ήταν η παράσταση του Don Giovanni του Mozart στο Φεστιβάλ της πόλης του Σπολέτο στην Ιταλία στην οποία συμμετείχα, και στην οποία πρωταγωνίστησε με μεγάλη επιτυχία ο δικός μας Δημήτρης Τηλιακός, υπό τη διεύθυνση του μεγάλου James Conlon και τη σκηνοθεσία του επίσης μεγάλου Giorgio Ferrara. Μακράν η αγαπημένη μου δημιουργία του Mozart, ο Don Giovanni.


"Coro, Don Giovanni (W. A. Mozart), Ιούλιος 2017, Spoleto, Ιταλία"

"Ένας καλλιτέχνης οφείλει να ασχολείται τακτικά και με την ανακάλυψη του ίδιου του εαυτού του"

P.E.: Πώς σκοπεύεις πλέον να κυνηγήσεις το όνειρο σου, εντός ή εκτός συνόρων; 

Η.Ζ.: Δύσκολη ερώτηση και η τελευταία. Πρόσφατα ανακάλυψα ότι εκτός από τη μουσική του καλλιέργεια και τη μόνιμη βελτίωση, ένας καλλιτέχνης οφείλει να ασχολείται τακτικά και με την ανακάλυψη του ίδιου του εαυτού του, αξιολογώντας τα θετικά και τα αρνητικά του στοιχεία αλλά και τα όριά του, έτσι ώστε να είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει την οποιαδήποτε πρόκληση με ετοιμότητα και ειλικρίνεια, πάνω από όλα ως προς τον εαυτό του. Μιλώντας πιο πρακτικά, με ενδιαφέρει πάντα η μαθητεία στον τομέα της μονωδίας, θεωρώ ότι η γνώση δεν έχει όρια και ημερομηνία λήξεως. Αυτή την περίοδο μελετώ με τη διάσημη ιταλίδα υψίφωνο Maria Dragoni, λάτρη της Ελλάδας και κυρίως της συνονόματής της Μαρίας Κάλλας, της οποίας μάλιστα από πολλούς θεωρείται άξια διάδοχος. Πέραν αυτού, θα συνεχίσω να κυνηγάω το όνειρό μου με τον ίδιο τρόπο, με πολλή επιμονή, υπομονή και πίστη, προσθέτοντας με την πάροδο του χρόνου σύνεση και επιλεκτικές δεξιότητες.


"Gilda, Rigoletto (G. Verdi), παρουσίαση ρόλου ως τελική συναυλία του κύκλου μεταπτυχιακών σπουδών στο Conservatorio Santa Cecilia di Roma, Ιταλία"