Στο «Σακάκι που βελάζει» ο ήρωας του έργου, ο Ιβάν Αντόνοφ, καθηγητής γλωσσολογίας, προσπαθεί να αποδείξει στις κρατικές αρχές ότι δεν εκτρέφει πρόβατο στο διαμέρισμά του, όπως του καταμαρτυρούν, αρνούμενος να καταβάλει τον σχετικό φόρο που του έχει επιβληθεί. Μπλέκει στα γρανάζια της γραφειοκρατίας γυρνώντας από υπηρεσία σε υπηρεσία, όπου επικρατεί το θέατρο του παραλόγου. Ο παραλογισμός των δημοσίων υπαλλήλων που εκπροσωπούν το κρατικό θηρίο συνθλίβει κάθε ελπίδα για δικαίωση και η μόνη λύση που διαφαίνεται είναι το δίλημμα της τρέλας ή της μοναχικής σταυροφορίας απέναντι στο σύστημα.

Καταπληκτική οξυδέρκεια, ευστροφία λόγου και καλλιέργεια διάνοιας χαρακτηρίζουν την παραβολική ηθογραφία του Βούλγαρου δραματουργού Στανισλάβ Στρατίεφ «Το σακάκι που βελάζει». Από τη σύλληψη της αρχικής ιδέας του παραλόγου, ως τον τρόπο που η τελευταία εξελίσσεται και μορφοποιείται μέσα στον τελματωμένο κρατικό μηχανισμό, η οξυδερκής φαντασία του Στρατίεφ δίνει πολλαπλή μάχη με τη λογική, το συναίσθημα και την υποκειμενική κρίση.

Πέρα από τα εγγυημένα αυτά πνευματικά προσόντα, το έργο λειτουργεί με αριστοτεχνική θεατρική φόρμα, ενώ διακρίνεται από καλό ρυθμό, εύγλωττους τύπους, ευαίσθητους χαρακτηρισμούς, εύστοχη ειρωνεία και σαρκασμό. Το βασικό του πάντως προτέρημα, που το επιβάλλει απόλυτα στην ευχαρίστηση του θεατή, είναι ο φανταστικός διάλογος και γενικότερα ο ευέλικτος χειρισμός της γλώσσας από το συγγραφέα. Θαυμάσια η  -νέα- μετάφραση του Νότη Παρασκευόπουλου.

«Το σακάκι που βελάζει» οργάνωσε επιδέξια ένα παράδοξο σκηνικό παιχνίδι για να δείξει στο κοινό την εξαθλίωση του εργαζόμενου ατόμου κάτω από την πίεση της γραφειοκρατικής μηχανής. Ενδιαφέρθηκε για την υπαρξιακή πλευρά του ατόμου και με τον τρόπο αυτό γελοιοποίησε και τη γραφειοκρατία και τη θλιβερή επίπτωση της στενοκεφαλιάς της πάνω στην στοιχειώδη ανθρώπινη προσωπικότητα.

Ο σκηνοθέτης Νότης Παρασκευόπουλος άφησε το έργο στις απλές δραματουργικές διαστάσεις του, οργανώνοντας τους γκροτέσκους τόνους, τον υπαρξιακό λυρισμό, την ηθογραφική τυπολογία του. Υπερασπίστηκε το θέμα, το στόχο του, το ύφος και το γούστο του. Η παράσταση είχε ενότητα ρυθμού και ευχάριστο κλίμα. Η σκηνοθεσία του βρήκε υποδειγματική ανταπόκριση ερμηνείας. Οι ηθοποιοί εμφάνισαν ένα ομοιογενές φάσμα υποκριτικής ποιότητας, που ανέβασε το παραλογικό ύφος του έργου στο επίπεδο που του άξιζε. Όλοι έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό με ψυχή, πάθος, αμείωτη ένταση, δημιουργικότητα, κέφι, μεράκι. Οι ερμηνείες τους καλοδουλεμένες, απογειωτικές, απολαυστικές.  Ο Δημήτρης Μαμιός υπερασπίστηκε ένα θαυμάσιο ρόλο ανάμεσα στο γκροτέσκο και το παράλογο με ωραίες ισορροπίες αποτελώντας την αποκάλυψη της παράστασης. Ο Νότης Παρασκευόπουλος ανέλαβε όλες τις μεταμφιέσεις του γραφειοκρατικού φάσματος, παίζοντας διαφορετικούς ρόλους με απεριόριστο ταλέντο. Η Κωνσταντίνα Μαλτέζου πολύ καλή, στον ρόλο της Δεμερτζίεβα, με λεπτές, χαμηλές αποχρώσεις συμπεριφοράς υποταγμένες σε μια σοβαρή και στοχαστική προσωπικότητα. Ο Πάνος Καλαντζής ξεχώρισε με την άνετη ερμηνεία του. Ο Τάσος Τζιβίσκος ενσάρκωσε άψογα το αναγκαίο αντίβαρο της λογικής  στον ιδεαλισμό του πρωταγωνιστή. 

Η αισθητική της παράστασης  λεπτομερώς προσεγμένη, σε μεταφέρει στη δεκαετία του 1970, αναβιώνοντας την ατμόσφαιρα μιας περασμένης εποχής. Η σκηνή του θεάτρου, με τη συμβολή του έξυπνου σκηνικού της Μυρσίνης Μανέτα, είχε μετατραπεί σε μια σύνθεση οργανωμένης αποτελμάτωσης, με έντονα τα σημεία της ακινησίας. Τα κοστούμια της Κωνσταντίνα Μαλτέζου ήταν πιστά αντίγραφα του συντηρητισμού των ανάλογων χώρων και χωρών. Οι φωτισμοί, η κινησιολογία και η μουσική (δεν θα μπορούσε να λείπει βέβαια το μουσικό θέμα από την κινηματογραφική ταινία «Brazil») συμπληρώνουν άρτια την παράσταση.

Το θέμα της παράστασης εφάπτεται άμεσα στην πραγματικότητα της γραφειοκρατίας μας. Η κρατική νοοτροπία στον τόπο μας χωράει άνετα την παραλογική αντίδραση του Στρατίεφ, την πνευματική του επανάσταση απέναντι στη φθορά του ανθρώπινο δυναμικού, γι’ αυτό και η παράσταση συνάντησε την απόλυτη αποδοχή του θεατή που την παρακολούθησε με ενθουσιασμό και την χειροκρότησε ουσιαστικά.

«Το Σακάκι που Βελάζει»

Συντελεστές παράστασηςΣυγγραφέας: Στανισλάβ ΣτρατίεβΜετάφραση-Σκηνοθεσία: Νότης ΠαρασκευόπουλοςΚίνηση: Γιάννης ΠολύζοςΣκηνικά: Μυρσίνη ΜανέταΚοστούμια: Κωνσταντίνα ΜαλτέζουΜουσική Επιμέλεια: Νότης Παρασκευόπουλος - Γιάννης ΠολύζοςΣχεδιασμός Φωτισμών: Νίκος ΖαΐρηςΚατασκευή Σκηνικού: Γεράσιμος ΜαλτέζοςΦωτογραφίες-Βίντεο: Γιώργος ΧαρίσηςΟπτική Επικοινωνία: Νίκος ΓαζετάςΠαραγωγή: seveneleven ομάδα θεάτρου

Ηθοποιοί:

Πάνος Καλαντζής Κωνσταντίνα Μαλτέζου Δημήτρης Μαμιός Νότης Παρασκευόπουλος Τάσος Τζιβίσκος Τελευταία παράσταση:

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου στις 21:30 Διάρκεια: 90 λεπτά Θέατρο Λιθογραφείον, Μαιζώνος 172 & Τριών ΝαυάρχωνΚρατήσεις: 2610 328394 & 693 6159929ή με μήνυμα στη σελίδα του θεάτρου στο facebookΓενική Είσοδος: 12€Μαθητικό/Φοιτητικό, Ανέργων, άνω των 65: 8€