Ο διεθνής πατρινός πυγμάχος, Μάριος Καπερώνης μίλησε για το όνειρό του που έγινε πραγματικότητα με τη συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες, τις δύσκολες ημέρες κατά την παραμονή του στην φυλακή ενώ απάντησε σε προσωπικές ερωτήσεις για την ζωή του έξω και μέσα από τα ρινγκ!

Ο γνωστός πρωταθλητής και πλέον προπονητής πυγμαχίας, Μάριος Καπερώνης βρέθηκε στο Ι.Ε.Κ Ακμή Πάτρας και έδωσε τις δικές του απαντήσεις στους σπουδαστές αθλητικής δημοσιογραφίας (Θεώνη Αναστασοπούλου, Άκη Καραπαναγιώτη, Ευτυχία Κοκόρου, Δημήτρη Κωνσταντίνο Μητρόπουλο -Γκότση) που αφορούν στην αθλητική του καριέρα, στη συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, καθώς δεν δίστασε να απαντήσει στις ερωτήσεις που αφορούσαν την πολύ δύσκολη περίοδο της έγκλισής του στη φυλακή.
 
Ο 31χρονος Μάριος Καπερώνης εξηγεί, για ποιο λόγο δεν βρέθηκε στο πλευρό του πυγμάχου του Νίκου Θεοδοσίου κατά τη διάρκεια του Promo Fight 2. Επίσης, δείχνει την τρυφερή του πλευρά, μιλώντας για τον γιο του, τα «παιδιά» του και την γυναίκα της ζωής του.
Αναλυτικά όσα είπε ο διεθνής πυγμάχος:
 
- Αρχικά, θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε πώς προέκυψε η ενασχόληση σας με την πυγμαχία. Υπήρχε κάποιος που σας παρότρυνε;
ΜΑΡΙΟΣ ΚΑΠΕΡΩΝΗΣ: «Ούτε καν ήξερα ότι ήθελα να ξεκινήσω την πυγμαχία. Εκείνη την περίοδο το 'μακρινό" 1997, έπαιζα ποδόσφαιρο σε πλατείες και αλάνες. Ενας φίλος του αδερφού μου πήγαινε πυγμαχία. Ήθελα να πάω, πήγα, είδα και κόλλησα».
 
- Ηταν κάτι που αγαπήσατε από την πρώτη στιγμή;
Μ.Κ: «Η αλήθεια είναι ότι το δοκίμασα και με έδιωξαν (γέλια). Είχα έναν προπονητή, ο οποίος δεν του άρεσε που είχα μακριά μαλλιά .Πήγα την πρώτη φορά να κάνω προπόνηση και μου είπε για να μπεις εδώ μέσα πρέπει να κουρευτείς. Αλλά εγώ τότε ήμουν δώδεκα χρονών, αγαπούσα την εμφάνιση μου και δεν ήθελα να μου επιβληθεί κάποιος, οπότε έφυγα. Τελικά όμως, εγώ έμεινα και αυτός έφυγε. Μετά από μία εβδομάδα τον απέλυσαν από την Ε.Α.Π και ανέλαβε ο μετέπειτα προπονητής μου Βασίλης Τασσόπουλος και έτσι ξαναπήγα».
 
- Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα φτάσατε σε επίπεδο πρωταθλητισμού. Πώς το καταφέρατε;
Μ.Κ: «Η Ε.Α.Π ήταν τότε πυρήνας πρωταθλητών, οπότε ήσουν αναγκασμένος να συμπεριφέρεσαι και να σκέφτεσαι σαν πρωταθλητής. Είχα φιλοδοξίες σαν παιδί αλλά υπήρχε και ο παράγοντας τύχη, δούλεψα σκληρά, προπονήθηκα πολύ, άκουγα πολύ, "έκλεβα" τεχνικές άλλων και ήμουν πάντα ταπεινός. Ήθελα να είμαι καλός για μένα».
 
- Και δεν άργησε να γίνει το όνειρό σας πραγματικότητα, αφού λάβατε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004. Περιγράψτε μας αυτήν σας την εμπειρία.
Μ.Κ.: «Το 2004 το πιο μοναδικό από όλα ήταν πως επί τέσσερις μήνες ζεις σε ένα Ολυμπιακό χωρίο με 40 χιλιάδες αθλητές που έχουν όλοι έναν κοινό στόχο, να στεφθούν Ολυμπιονίκες για την χώρα τους. Είναι επίσης, μαγικό να βλέπεις ανθρώπους να σε θαυμάζουν, να σου ζητάνε αυτόγραφα, κάτι που υπό άλλες συνθήκες, είναι εμπειρίες που ζουν μόνο οι ποδοσφαιριστές. Είμαστε τυχεροί εμείς η φουρνιά του 2004 γιατί ζήσαμε τους Αγώνες μέσα στην χώρα μας. Θυμάμαι πώς όταν βγήκα από την φυσούνα είδα χιλιάδες κόσμο να με χειροκροτεί και να φωνάζει το όνομα μου. Αυτό ήταν συγκλονιστικό».
 
- Είχατε άγχος πριν τον αγώνα σας; Κάνατε κάποιο πλάνο στο μυαλό σας το προηγούμενο βράδυ;
Μ.Κ: «Ναι, φυσικά και είχα άγχος, όπως και σε κάθε αγώνα. Πολύ περισσότερο όταν εκπροσωπείς την χώρα σου μέσα στην χώρα σου. Ωστόσο ήμουν έμπειρος αθλητής και μπορούσα να διαχειριστώ το άγχος μου .Το άγχος για μένα ήταν φίλος, όχι εχθρός. Πριν τον αγώνα, είχα κάνει πλάνο το οποίο δεν μου βγήκε και έχασα».
 
- Η μητέρας σας πώς αισθάνεται όταν σας βλέπει πάνω στο ρινγκ;
Μ.Κ.: «Δεν με έχει δει ποτέ. Με "μισεί" που επέλεξα το άθλημα αυτό. Σε αυτό, φταίει η προηγούμενη γενιά γιατί φρόντισε να μην αρέσει το άθλημα στην γενιά της μάνας μου».
 
- Σαν προπονητής πως νιώθετε όταν βλέπετε ένα δικός σας παιδί να παίζει;
Μ.Κ.: «Χάλια. Είναι αγχωτική δουλεία γιατί έχεις την ευθύνη να πάρει ένα παιδί από το σπίτι του να το πας να παίξει "μπουνιές" και να το επιστρέψεις σπίτι του σώο και αβλαβές. Αν και το ξύλο στο δικό μας άθλημα είναι καθαρό και όχι βρώμικο όπως σε άλλα αθλήματα. Το βασικό όμως που με ενδιαφέρει είναι να δημιουργώ καλούς ανθρώπους παρά καλούς αθλητές».
 
- Στο promo fight 2 δεν σας είδαμε στην γωνία του αθλητή σας, Νίκου Θεοδοσίου. Είναι κάτι το οποίο το επιλέξατε εσείς;
Μ.Κ.: «Κάθε αθλητής είναι ελεύθερος να επιλέγει που θα παίξει και τι θα παίξει. Εκείνη την περίοδο πράγματι προπονούσα τον Νίκο επειδή όμως είμαστε κουμπάροι αλλιώς δεν θα προπονούσα ποτέ αθλητή για τέτοιους αγώνες. Εκπροσωπώ την ερασιτεχνική πυγμαχία και είμαι αναγνωρισμένος προπονητής σ' αυτόν τον τομέα. Ο Νίκος ήθελε να πάρει μέρος σε επαγγελματικό σόου που για μένα είναι ψέμα. Δεν δίνει μόρια και δεν προσφέρει κάτι όποτε του είπα ότι κακώς το επέλεξε και σ΄ αυτό είναι μόνος του. Του το απέδειξα εμπράκτως παρόλο που ήταν μια δύσκολη απόφαση για μένα γιατί τον έχω μεγαλώσει και τον αγαπάω. Στην συνέχεια κατάλαβε και ο ίδιος πόσο ψέμα είναι και γύρισε στην ερασιτεχνική πυγμαχία».
 
- Ολυμπιακοί αγώνες 2004 και φινάλε 2011 σε ένα κατάμεστο γήπεδο που σας χειροκροτούσε στα "Χρυσά Γάντια". Ποιο συναίσθημα υπερισχύει πλέον;
Μ.Κ.: «Το 2011 ήμουν συναισθηματικά φορτισμένος . Για μένα ήταν η καλύτερη στιγμή. Άφησα την καριέρα μου μέσα στο σπίτι μου, με δικούς μου ανθρώπους μ΄ αυτούς που με αγαπούν και αγαπώ. Ήταν όνειρο για μένα να κλείσω έτσι την καριέρα μου και τα κατάφερα».
 
- Ηταν μια δικαίωση αυτό για εσάς αφού συνέβη το 2011, μία χρονιά που είχε προηγηθεί η κατηγορία προς το πρόσωπό σας για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και η φυλάκιση σας;
Μ.Κ: «Φυσικά και ήταν...».
 
- Τόσα χρόνια μετά τι έχετε να πείτε για τις κατηγορίες που σας πρόσαψαν; Αναθεωρήσατε ορισμένα πράγματα στη φυλακή;
Μ.Κ: «Δεν είχα καμία εμπλοκή μ΄ αυτά που με κατηγορούσαν. Ωστόσο τιμωρήθηκα, έκανα φυλακή για 2,5 χρόνια και αναθεώρησα πολλά πράγματα. Ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι δουλεύοντας πόρτα για 50-60 ευρώ, θα είχα αναμειχθεί σε εγκληματική οργάνωση. Αναθεώρησα τη ζωή μου και την αδικία που είχα κάνει στον εαυτό μου, γιατί αν δεν είχα δουλέψει πόρτα δεν θα είχε γίνει τίποτα. Το σημαντικό είναι πως ένιωσα ότι υπήρξαν άτομα που με αγαπάνε πραγματικά. Ο χρόνος πέρασε και πλέον, κοιτάω το μέλλον».
 
- Κατηγορηθήκατε 27 άτομα. Πιστεύετε πώς πολλούς τους πήρε η μπάλα άδικα;
Μ.Κ: «Ούτως ή άλλως, πολλά παιδιά την πλήρωσαν άδικα. Εγώ πιστεύω πώς την δεδομένη στιγμή όποιος κι αν δούλευε βράδυ θα έμπαινε μέσα, γιατί είχαν μαζευτεί πολλά συμβάντα στην Πάτρα. Εάν είναι έγκλημα να δουλεύεις πόρτα τότε όλοι οι φοιτητές που δουλεύουν πόρτα είναι εγκληματίες. Έτσι μας είπε τότε η δικαιοσύνη. Εγώ ποτέ δεν αρνήθηκα ότι δούλευα πόρτα, είμαι περήφανος γιατί έβγαζα τα λεφτά μου μόνος μου».
 
- Βγήκατε πιο δυνατός από την φυλακή; Πώς ήταν η επανένταξη;
Μ.Κ: «Φυσικά και βγήκα πιο δυνατός. Πάντα βγαίνεις πιο δυνατός από κάπου που είσαι κλεισμένος. Η επανένταξη για μένα ήταν εύκολη. Δύσκολη είναι όταν είσαι χρήστης ναρκωτικών ουσιών. Απλά όταν βγήκα ήμουν πιο απόμακρος».
 
- Εχετε μετανιώσει για κάτι στην ζωή σας;
Μ.Κ: «Οχι, γιατί να μετανιώσω; Αν είχα να επιλέξω, πάλι την ίδια ζωή θα έκανα. Τι να άλλαζα δηλαδή; Να μην πήγαινα βράδυ; Δεν θα μπορούσαμε τώρα να μιλάμε για την φυλακή (γέλια)».
 
- Και να περάσουμε στο κεφάλαιο οικογένεια. Είστε παντρεμένος και έχετε ένα υιό, θα τον παροτρύνατε να ασχοληθεί με την πυγμαχία;
Μ.Κ: «Είναι μικρός ακόμα μόλις δύο χρονών. Τώρα σκέφτομαι να τον ξεκινήσω κολύμβηση γιατί κάνει καλό στα οστά του, αλλά θα τον περάσω από πολλά αθλήματα για να επιλέξει μόνος του τι του αρέσει. Η γυναίκα μου πάντως σίγουρα θα τον παρότρυνε στην πυγμαχία (γέλια)».
 
- Με την γυναίκα σας πώς γνωριστήκατε;
Μ.Κ.: «Ηρθε στο γυμναστήριο που δούλευα να μάθει πυγμαχία και τελικά έμαθε έμενα καλύτερα... (γέλια)».
 
- Η μία οικογένεια είναι στο σπίτι και η άλλη στο γυμναστήριο πώς μπορείτε και τα συνδυάζετε;
Μ.Κ.: «Μα όταν αγαπάς κάτι μπορείς και το συνδυάζεις . Εγώ έχω ένα γιο εξ' αίματος και πολλά στο γυμναστήριο. Εξάλλου η γυναίκα μου και ο γιος μου περνούν πολλές ώρες στην σχολή».
 
- Και να κλείσουμε με μία ερώτηση για την πυγμαχία. Ποιο ήταν το δικό σας πρότυπο πυγμάχου;
Μ.Κ.: «Μα φυσικά ο Μωχάμετ Αλι. Ποιος άλλος;».